Το τουρκικό ωκεανογραφικό πλοίο «Τσεσμέ» βγήκε και πάλι στο Αιγαίο την περασμένη βδομάδα ! Αναμενόμενο ή όχι, πάντως η επανεμφάνιση του προκάλεσε και πάλι «κυματισμούς» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις...
Ποτέ δεν ξεχνώ -αν και έχουν περάσει είκοσι χρόνια- την επισήμανση του τότε Γενικού Γραμματέα Εξοπλισμών Σπύρου Τραυλού ότι: «Πετρέλαια χωρίς άμυνα δεν υπάρχουν».
Από την εποχή εκείνη ο τεχνοκράτης Γραμματέας προειδοποιούσε ότι αν η Ελλάδα ενεργοποιηθεί στον τομέα της εξόρυξης υδρογονανθράκων , θα πρέπει προηγουμένως να ενισχύσει την Άμυνα της ακολουθώντας την διεθνή πρακτική.
Αντιθέτως η Ελλάδα ακολούθησε την απλοϊκή προσέγγιση για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων χωρίς να αναπτυχθεί παράλληλα η δυνατότητα προστασίας έναντι τρίτων χωρών. Έτσι η Ελλάδα σχεδόν μια εικοσαετία μετά βρέθηκε και πάλι να τρέχει πίσω από τις εξελίξεις με τις απειλές να αυξάνονται. Δυστυχώς τα προηγούμενα χρόνια επικράτησαν όχι επαρκώς τεκμηριωμένες απόψεις για τη φύση των απειλών έναντι της χώρας και ετέθησαν άλλες προτεραιότητες πολιτικής σε βαθμό που εγκαταλείφθηκαν οι Ένοπλες Δυνάμεις στη τύχη τους με ευθύνη πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.
Καθώς θυμήθηκα την επισήμανση Τραυλού αναζήτησα την λίστα των αμυντικών δαπανών των χωρών του Κόλπου για να κατανοήσουμε την υψηλή συσχέτιση εξόρυξης υδρογονανθράκων και αμυντικών δαπανών και να αντιληφθούμε το μέγεθος του προβλήματος για την χώρα μας. Αυτή η ποιοτική διαφορά σε σχέση με το παρελθόν έμεινε διαχρονικά εκτός του σχεδιασμού της χώρας.
Η βασική απειλή της χώρας ήταν παραδοσιακά η Τουρκία. Η ψαλίδα έμεινε σχεδόν σταθερή σε ότι αφορά το σύνολο των αμυντικών δαπανών (η αναλογία δαπανών Ελλάδας προς Τουρκία διατηρήθηκε στο 38% περίπου την περίοδο 2013-2020) αλλά εκτοξεύτηκε στη συνιστώσα των εξοπλισμών. Η Ελλάδα διατήρησε σταθερές τις εξοπλιστικές δαπάνες ανεξάρτητα από την εξέλιξη των αναγκών ενώ η Τουρκία την περίοδο 2018-2019 εκτόξευσε τις δικές της σηματοδοτώντας μια περίοδο αλλαγής πλεύσης. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι οι δαπάνες για εξοπλισμούς στην Ελλάδα να κινούνται στο 11% με 12% των αντίστοιχων Τουρκικών την περίοδο 2018-2020.
Η κατεύθυνση των εξοπλισμών από τη Τουρκία άλλαξε και ποιοτικά καθώς τα όπλα που επιδίωξε να αποκτήσει θα δημιουργούσαν δυσμενή τετελεσμένα στο Αιγαίο.
Ειδικά, η προμήθεια και η ενεργοποίηση από τη Τουρκία των S-400 αποτελεί μια νέα απειλή για τον έλεγχο του Αιγαίου. Αν συνδυαστεί αυτό με την κατασκευή των νέων υποβρυχίων τύπου 2014 και φρεγατών έχει δρομολογηθεί πλέον η πλήρης ανατροπή της ισορροπίας και η Ελλάδα θα βρεθεί μεσοπρόθεσμα σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση.
Παράλληλα, οι διεθνείς ισορροπίες μεταβάλλονται και μια μικρή μετατόπιση προτεραιοτήτων στην περιοχή μας μπορεί να ανατρέψει περαιτέρω τους συσχετισμούς. Η παρακολούθηση των προσαρμογών στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ επί Μπάιντεν είναι μια παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη στους νέους σχεδιασμούς.
Πάντοτε ξεκινάμε από τις διαπιστωμένες ανάγκες των ΕΔ και επιδιώκουμε να καλύψουμε (α) τα κενά σε ανταλλακτικά και όπλα (βλήματα) σε ήδη υφιστάμενα συστήματα ώστε να είναι λειτουργικά και αξιόπιστα, (β) τα κενά που δημιουργούνται από το κλείσιμο του τέλους ζωής των οπλικών συστημάτων και την απόσυρση τους (γ) τα κενά από την εξέλιξη της τεχνολογίας και τέλος (δ) τις προσαρμογές που απαιτούνται από την εξέλιξη των απειλών λόγω των αλλαγών στο εξωτερικό περιβάλλον. Παράλληλα, επειδή οι εξοπλισμοί αποτελούν ένα προνομιακό πεδίο δημιουργίας συμμαχιών και άσκησης διπλωματίας είναι κρίσιμο να διατηρηθούν ισορροπίες ανάλογα με την εξέλιξη των διεθνών σχέσεων και υποχρεώσεων της χώρας.
Η προμήθεια των Rafale αποτελεί μια σημαντική κίνηση από την ελληνική πλευρά και έως το 2025 (ίσως και νωρίτερα) αναμένεται να συμπληρωθεί με την προμήθεια και 20 F-35. Το ερώτημα είναι τι θα πράξει η Τουρκία εάν οι ΗΠΑ επιμείνουν στην απόφαση τους να την αποκλείσουν οριστικά από το πρόγραμμα συμπαραγωγής του F-35. Πηγές του αμερικανικού παράγοντα ανησυχούσαν ότι η Τουρκία θα στραφεί προς ρωσική λύση και στα μαχητικά αεροσκάφη θεωρώντας πιθανή την προμήθεια Su-35s ή Su-30SMs.
Με την εκλογή Μπάιντεν η επιλογή αυτή απομακρύνεται καθώς η ηγεσία της Τουρκίας αντιλαμβάνεται ότι μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε σε οριστική ρήξη με τις ΗΠΑ. Ως εκ τούτου εξετάζονται άλλες εναλλακτικές ενώ δεν πρέπει να αποκλειστεί ένας μεγάλος ελιγμός και με το θέμα των πυραύλων S-400.
Σε αυτή την περίπτωση η Τουρκία διατηρεί τη δυνατότητα να στραφεί προς την προμήθεια Eurofighter κυρίως από τη Βρετανία (μεταχειρισμένα). Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι οι στενές σχέσεις της τουρκικής βιομηχανίας με τη Bae για την ανάπτυξη του τουρκικού μαχητικού TF-X μπορεί να παίξουν κάποιο ρόλο για την απόφαση αυτή.
Σε κάθε περίπτωση για πρώτη φορά μετά από χρόνια η Τουρκία βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση κυρίως διπλωματικά αλλά και αμυντικά. Η στήριξη στη Γερμανία ενέχει και αυτή κινδύνους καθώς εντός του 2021 θα πραγματοποιηθούν εκλογές για την ανάδειξη νέας κυβέρνησης. Ο διάδοχος της Μέρκελ στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα Άρμιν Λάσετ θεωρείται ότι πρόσκειται στη Τουρκία. Δεν είναι όμως βέβαιο ότι αυτός θα είναι ο νέος υποψήφιος καγκελάριος καθώς παραμένει πολύ χαμηλά στις δημοσκοπήσεις και γενικά δεν χαίρει εκτίμησης διεθνώς λόγω κυρίως παλαιότερων ατυχών παρεμβάσεων του. Αντίθετα κερδίζει έδαφος η υποψηφιότητα του επικεφαλής της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρκους Ζέντερ.
Η Ελληνική κυβέρνηση ίσως πρέπει να προχωρήσει άμεσα σε διορθωτικές κινήσεις ως προς τη Γερμανία. Η Γερμανική κυβέρνηση ενώ δέχθηκε τις πιέσεις της Ελλάδας για εμπάργκο όπλων προς τη Τουρκία, τις οποίες και απέρριψε, προφανώς θα ενοχλήθηκε από πληροφορίες ότι η ελληνική πλευρά προτίθεται να αναθέσει τον εκσυγχρονισμό των ΜΕΚΟ στους αμερικανούς ενώ παραμένουν ανοικτά και τα μέτωπα με τη Thyssen από την εποχή του ναυαγίου της σύμβασης για τα δύο νέα υποβρύχια 214.
Ποιες κινήσεις θα επιλέξει η κυβέρνηση για να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τη Γερμανία είναι ένα μεγάλο και κρίσιμο ερωτηματικό καθώς από τα μεγάλα εξοπλιστικά το μόνο που παραμένει σε εκκρεμότητα είναι αυτό των φρεγατών. Υπάρχει βέβαια μια “ουρά” από επιμέρους συστήματα τα οποία θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια και σε αυτά η Γερμανική βιομηχανία διαθέτει αξιόπιστες λύσεις ενώ δεν πρέπει να αποκλειστεί και μια νέα κίνηση για κατασκευή πρόσθετα άλλων δυο υποβρύχια τύπου 2014 στον Σκαραμαγκά με Γερμανική τεχνογνωσία.