O χώρος της Υγείας έχει υποστεί ριζικές αλλαγές ως συνέπεια της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης, της παρατεταμένης επίδρασης των μνημονίων, της ανάγκης για διαρκή εξέλιξη των θεραπειών και της εισόδου νέων καινοτόμων φαρμάκων.
Η μετάλλαξη των συστημάτων υγείας διαμορφώνει νέες συνθήκες και στον τομέα της Φαρμακευτικής πολιτικής με την ανάγκη ανάδειξης των ποιοτικών χαρακτηριστικών από τις κρατικές δομές υγείας και της αναβάθμισης των παρεχόμενων υπηρεσιών από τους παρόχους που δραστηριοποιούνται στο χώρο του φαρμάκου με τελικό αποδέκτη τον ασθενή. Καθίσταται σαφές ότι η συγκράτηση του κόστους και η ευημερία των οικονομικών δεικτών δεν μπορεί να αποτελεί την προτεραιότητα στη λήψη αποφάσεων, υπονομεύοντας το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών και την πρόοδο και την ανάπτυξη στο χώρο της υγείας.
Κυρίαρχο ρόλο στο εθνικό σύστημα υγείας μπορούν να διαδραματίσουν οι Φαρμακοποιοί μέσα από το δίκτυο των ελληνικών φαρμακείων, με την παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών που θα επιλεγούν λόγω του προληπτικού τους χαρακτήρα για την υγεία των πολιτών και πάντα στη λογική εναρμόνισής τους με τις νέες πρακτικές που πρέπει να ακολουθούνται για ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό σύστημα ΠΦΥ. Αυτές οι υπηρεσίες είναι η διαχείριση φαρμακοθεραπείας και η συμμόρφωση του ασθενούς, η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της αντιϋπερτασικής αγωγής, η εκπαίδευση στη χρήση αναπνευστικών συσκευών χορήγησης φαρμάκων, η πρόληψη καρκίνου μέσω διακοπής του καπνίσματος, η πρόληψη της παχυσαρκίας, η καταχώρηση και διενέργεια εμβολιασμών του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμού Ενηλίκων, η ενεσοθεραπεία και η διενέργεια διαγνωστικών ελέγχων από τα φαρμακεία.
Συμβαδίζοντας με τα πρότυπα άλλων Ευρωπαϊκών κρατών που έχουν ήδη ενσωματώσει αντίστοιχες υπηρεσίες στα Συστήματα Υγείας τους, καθίσταται φανερό ότι οι Έλληνες φαρμακοποιοί μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την αποτελεσματικότητα του συστήματος ΠΦΥ και στη χώρα μας, μειώνοντας τις συνέπειες που οφείλονται σε εσφαλμένη χρήση φαρμάκων και προάγοντας την ασφάλεια και την κουλτούρα πρόληψης υγείας στους πολίτες. Ήδη ένα μεγάλο βήμα έγινε με την ψήφιση του τελευταίου νόμου, που δίνει τη δυνατότητα για τη διενέργεια από τους φαρμακοποιούς του συνόλου των εμβολιασμών του Ε.Π.Ε. και των εμβολιασμών για την COVID-19 για τους πολίτες καθιστώντας τα φαρμακεία Κέντρα Εμβολιασμού Ενηλίκων.
Σε θεσμικό επίπεδο ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος στηρίζει την ισότιμη πρόσβαση όλων των πολιτών στη φαρμακευτική τους αγωγή, με ίσες ευκαιρίες σε καινοτόμες θεραπείες για τον Έλληνα ασθενή. Οι ελλείψεις σε φαρμακευτικά σκευάσματα έχουν άμεσο αντίκτυπο στους ασθενείς οι οποίοι ταλαιπωρούνται, λόγω της αναμονής στην προμήθεια και λήψη των φαρμάκων τους, με αποτέλεσμα αυτό να τους δημιουργεί ανασφάλεια και να απορρυθμίζει την αγωγή τους.
Στο πλαίσιο αυτής της θεσμικής αρχής, αναδείξαμε έντονα το ζήτημα των παράλληλων εξαγωγών που οδηγεί πρωτότυπα και δημοφιλή φάρμακα αναγνωρισμένης αξίας να εξάγονται στις χώρες του Βορρά, λόγω της ακολουθούμενης εγχώριας πολιτικής τιμολόγησης των σκευασμάτων αυτών και της εκμετάλλευσης που αυτό τυγχάνει από παράγοντες του χονδρεμπορίου στη χώρα μας. Πολλές φορές το φαινόμενο διογκώνεται λόγω του ότι συνυπάρχει και ευρωπαϊκό πρόβλημα που οφείλεται στην αυξημένη ζήτηση, στη μειωμένη παραγωγή και στην έλλειψη δραστικών, πρώτων υλών και συσκευασιών.
Το δίκτυο των 11.000 φαρμακείων καταβάλλει καθημερινά κάθε δυνατή προσπάθεια για την προμήθεια και επάρκεια των φαρμάκων, θα πρέπει όμως το νομικό πλαίσιο στη χώρα μας να θωρακιστεί περαιτέρω με την εφαρμογή μηχανισμών και διαδικασιών, ώστε το φάρμακο να φτάνει απρόσκοπτα στα χέρια του Έλληνα ασθενή. Για τούτο απαιτείται συνεχή προσπάθεια επιτήρησης της εφοδιαστικής αλυσίδας του φαρμάκου και των αποθεμάτων, με σκοπό τον περιορισμό των πρακτικών που ζημιώνουν τον πολίτη και τη Δημόσια Υγεία.
Ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος έχει θέσει ως προτεραιότητα την ανάδειξη του θέματος σε συνεχή πλέον βάση, καθόσον αποτελεί πρωταρχικό πρόβλημα της καθημερινότητας του Έλληνα φαρμακοποιού, απορυθμίζοντας τη λειτουργία των φαρμακείων μας, καταναλώνοντας πολύτιμο χρόνο, πόρους και δυνάμεις.
Πολλαπλά είναι επίσης, τα οφέλη που προκύπτουν από τη διάθεση των Φαρμάκων Υψηλού Κόστους (ΦΥΚ) από τα κοινοτικά φαρμακεία, με κατατεθειμένη την πρόταση του ΠΦΣ για λίστα ΦΥΚ μέχρι ενός συγκεκριμένου ποσού τα οποία θα διατίθενται αποκλειστικά από τα ιδιωτικά φαρμακεία, αποσυμφορόντας κατά αυτόν τον τρόπο το έργο των κρατικών φαρμακείων ΕΟΠΥΥ. Ειδικότερα η έρευνα του ΠΦΣ έχει καταδείξει ότι η διακίνηση των ΦΥΚ μέσω των ιδιωτικών φαρμακείων έχει ποιοτικά οφέλη αφού αξιοποιώντας το εκτεταμένο τους δίκτυο, ελαχιστοποιούνται οι μετακινήσεις των ασθενών και γίνεται πράξη το δια χειρός φαρμακοποιού όλες τις ώρες και ημέρες της εβδομάδας, αλλά και οικονομικά οφέλη που απορρέουν από τη μείωση του λειτουργικού κόστους του Οργανισμού, τη μείωση των εξόδων από τη χρήση εταιρειών ταχυμεταφοράς για τη διακίνηση των ΦΥΚ και την οριοθέτηση της επιβάρυνσης του ελληνικού δημοσίου με δαπάνες εκσυγχρονισμού και μεγέθυνσης του δικτύου των φαρμακείων ΕΟΠΥΥ, που είναι αναπόφευκτη λόγω της διαρκούς αύξησης του όγκου των συναλλαγών και των νέων εισαγωγών καινοτόμων φαρμάκων στην κατηγορία των ΦΥΚ.
Επιπλέον, ο ΠΦΣ έχει προτείνει σειρά μέτρων στην πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας όπως η αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης στο φάρμακο, ελάφρυνση των αυτόματων επιστροφών δαπανών για τους παρόχους, στήριξη των φθηνών φαρμάκων ώστε αυτά να συνεχίσουν να κυκλοφορούν και να είναι διαθέσιμα στην ελληνική αγορά, ευρεία ηλεκτρονική εφαρμογή θεραπευτικών πρωτοκόλλων και οδηγιών συνταγογράφησης, ψηφιακών αυτοματισμών και διαλειτουργικότητας του συστήματος, αναγνωρίζοντας στους φαρμακοποιούς επιπλέον δυνατότητες όπως άυλη εκτέλεση συνταγών, πρόσβαση στο φάκελο ασθενούς, υποκατάσταση γενοσήμων, αλλαγή σε υπάρχουσες μορφές συσκευασιών του ιδίου φαρμάκου, κ.α.
Εν κατακλείδι, στον τομέα του Φαρμάκου αλλά και της Υγείας γενικότερα, το φαρμακείο μπορεί να αποτελέσει έναν πρωτοβάθμιο κόμβο υγείας με προδιαγραφές εξατομικευμένης φαρμακευτικής φροντίδας και συμβουλευτικής, με παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας προς τους πολίτες και ενεργή συμμετοχή σε εθνικά προγράμματα πρόληψης και προάσπισης της Δημόσιας Υγείας.