Τη χορήγηση επιδόματος 1.000 ευρώ σε κάθε γιατρό που θα συνδράμει σε νοσοκομείο που αντιμετωπίζει το πρόβλημα της υποστελέχωσης, αποφάσισε το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (ΠΙΣ) μετά τη συνάντηση του προεδρείου του με την ηγεσία του υπουργείου Υγείας την Τρίτη.
Όπως αποφασίστηκε στη συνεδρίαση του ΠΙΣ που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη (17/7), η πρόσκληση θα αφορά στους γιατρούς που πρόσφατα έλαβαν τον τίτλο της ειδικότητας, ούτως ώστε να μην προχωρήσει το υπουργείο Υγείας σε λύσεις υποχρεωτικότητας, όπως έχει προαναγγείλλει. Όπως επισημαίνει ο ΠΙΣ, το ποσό αυτά ξεπερνά τα χρήματα που θα λάβει ο γιατρός για δύο εφημερίες επί τρεις μήνες.
Επιπλέον, με τη συνεργασία των Επιστημονικών Εταιρειών θα χορηγήσει τη δωρεάν συνδρομή για τρία Πανελλήνια συνέδρια σε κάθε γιατρό.
«Ο Πανελλήνιος ιατρικός Σύλλογος, ως επίσημος από το νόμο σύμβουλος της πολιτείας, αισθάνεται ότι έχει πράξει στο ακέραιο και έγκαιρα το καθήκον του και ξεπερνά σήμερα τις οικονομικές του δυνατότητες για να αποδείξει ότι ο ιατρικός κόσμος της χώρας επιτελεί το έργο του, ακόμη και όταν οι υπεύθυνοι των οικιών ημών εμπιπραμένων αυτοί άδουν» (κοινώς, το σπίτι καίγεται και αυτοί στα πανηγύρια), αναφέρει σε ανακοίνωσή του.
Εξαπολύοντας πυρά προς την κυβέρνηση, επισημαίνει ότι το πρόβλημα της υποστελέχωσης είναι αποκλειστική ευθύνη της πολιτείας σε ό,τι αφορά στις Παθολογικές Κλινικές, η οποία ουδέποτε συζήτησε σοβαρά τις προτάσεις του που καταθέτει κατ΄ επανάληψη από το 2022.
«Ουδέποτε θέσπισε ειδικά μέτρα για τις νησιωτικές και άγονες περιοχές, δεν τηρεί ούτε καν την πρόβλεψη του νόμου 4999/22 για αναπροσαρμογή του επιδόματος αγόνου, που όφειλε να υλοποιήσει έως τις 30/6/2023 και τώρα υπόσχεται να εκδώσει τη σχετική ΚΥΑ έως τα τέλη Αυγούστου, καθώς ουδεμία προπαρασκευαστική ενέργεια έχει γίνει για την αντιμετώπιση του από ετών διογκούμενου προβλήματος. Είναι προφανές ότι δεν μπορούν ή δεν προλαβαίνουν τρέχοντας από τηλεοπτικό σε τηλεοπτικό σταθμό και από ραδιόφωνο σε ραδιόφωνο», σχολιάζει.
Επίσης, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, εκφράζει την απογοήτευσή του για την επιστράτευση του κοινωνικού αυτοματισμού και του λαϊκισμού εις βάρος των γιατρών. Διαπιστώνει ότι η πολιτεία δεν διακρίνει την εφημερία και υπηρεσία σε Παθολογική Κλινική από την άσκηση εξωνοσοκομειακής ιατρικής.
Τονίζει ακόμη ότι οι γιατροί αντιμετωπίζουν ακατονόμαστες απειλές που περιπλέκουν το πρόβλημα και επισημαίνει ότι δεν έλαβε γραπτά και αναλυτικά τις ανάγκες του συστήματος, παρά τις αιτήσεις του και τις διαβεβαιώσεις που υπήρξαν από πλευράς Υπουργείου. «Σε κάθε περίπτωση εργαστήκαμε με την υπόθεση ανάγκης 39 ιατρών σε 14 Νοσοκομεία, χωρίς να ξέρουμε πόσοι και πού».