Ο εμβολιασμός των παιδιών για κοινές ασθένειες όπως είναι η μινιγγίτιδα και η ιλαρά είναι ευρέως αποδεκτός. Τι ισχύει, όμως, για το εμβόλιο κατά του κορονοϊού;
Ορισμένες χώρες, όπως είναι οι ΗΠΑ, έχουν ήδη εμβολιάσει εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά και εφήβους. Από την άλλη, χώρες όπως η Βρετανία και η Ελλάδα εμβολιάζουν μαζικά τους ενήλικους πληθυσμούς, ωστόσο δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε μια απόφαση για όσους είναι κάτω των 18.
Φυσικά, ο εμβολιασμός δεν αποτελεί επιλογή για ορισμένα -φτωχότερα- έθνη, όπου τα εμβόλια δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των ευάλωτων πληθυσμών.
Τα ερωτήματα, λοιπόν, στα οποία καλούνται να απαντήσουν οι αρμόδιοι είναι δύο, με το πρώτο να είναι επιστημονικής φύσης: Μπορεί ο εμβολιασμός των παιδιών να σώσει ζωές; Η απάντηση εδώ είναι σίγουρα περίπλοκη και διαφέρει από χώρα σε χώρα.
Ταυτόχρονα, υπάρχει μια ηθική διάσταση στο ζήτημα, η οποία γεννά ένα δεύτερο ερώτημα: Θα μπορούσαν να σωθούν περισσότερες ζωές, εάν οι δόσεις που προορίζονται για τα παιδιά διατεθούν τελικά στις ευπαθείς ομάδες και τους επαγγελματίες υγείας των λιγότερο προνομιούχων κρατών, που αντιμετωπίζουν ελλείψεις;
Τα παιδιά δεν κινδυνεύουν εξίσου από τον κορονοϊό
Ένα επιχείρημα που επικαλούνται οι πολέμιοι της χορήγησης εμβολίων κατά της COVID-19 σε παιδιά, είναι ο σημαντικά μικρότερος κίνδυνος που αντιμετωπίζουν αυτά από τον ιό.
Πράγματι, τόσο οι ζωές, όσο και η υγεία των παιδιών δεν απειλούνται στον ίδιο βαθμό από τον κορονοϊό, με σχετική έρευνα να εκτιμά πως το ποσοστό των παιδιών που πέθαναν εξαιτίας της πανδημίας ήταν χαμηλότερο από 2 στα 1.000.000.
«Ευτυχώς, ένα από τα ελάχιστα καλά αυτής της πανδημίας είναι ότι τα παιδιά επηρεάζονται πολύ σπάνια από αυτή τη μόλυνση. Τα συμπτώματα είναι συχνά πολύ ελαφριά, ή δεν υπάρχουν καθόλου», είπε ο καθηγητής Adam Finn, από την Μεικτή Επιτροπή Εμβολιασμού του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ακόμα και τα παιδιά που έχουν υποκείμενα νοσήματα σπάνια εμβολιάζονται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
«Αν και τα εμβόλια φαίνεται να είναι πολύ ασφαλή, είναι σημαντικό να ζυγίζουμε τα οφέλη και το ρίσκο», αναφέρει σχετικό άρθρο του BBC.
Ποιες χώρες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τον εμβολιασμό των παιδιών
Ένα έμμεσο πλεονέκτημα που παρέχει ο εμβολιασμός των ανήλικων πληθυσμών μιας χώρας, είναι ο περιορισμός της διασποράς της πανδημίας σε ομάδες περισσότερο ευάλωτες στον ιό.
Η ανάπτυξη της λεγόμενης ανοσίας της αγέλης (μείωση της εξάπλωσης του ιού όταν ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού έχει ανοσία στον ιό), επομένως, αποτελεί βασικό επιχείρημα όσων τίθενται υπέρ του εμβολιασμού των παιδιών.
«Τα μικρότερα παιδιά δεν μεταδίδουν τον ιό στο βαθμό που το κάνουν τα μεγαλύτερα. Ωστόσο, σίγουρα υπάρχουν δεδομένα που υποστηρίζουν πως τα παιδιά που βρίσκονται στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση μπορούν να διασπείρουν τον ιό, κάτι που θα επηρέαζε τον ρυθμό της εξάπλωσης της πανδημίας συνολικά», εξηγεί ο δρ. Adam Kucharski, από το Πανεπιστήμιο Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου.
«Στην Βρετανία, πάνω από το 25% των εφήβων ηλικίας 16 με 17 ετών έχει αντισώματα στον κορονοϊό. Επίσης, τα κρούσματα της πανδημίας είναι πολλά και το ίδιο ισχύει για τους εμβολιασμούς. Επομένως, είναι πιθανό να υπάρχει αρκετή ανοσολογική κάλυψη ως προς τα παιδιά και να μην χρειαστεί να τα εμβολιάσουμε», προσθέτει ο ίδιος.
Ωστόσο, όπως αναφέρει ο Kucharski, για τις χώρες με μικρότερα κύματα της πανδημίας, που δεν έχουν το ίδιο επίπεδο αντισωμάτων ενάντια στον ιό, ο εμβολιασμός των μικρότερων ηλικιακών ομάδων ίσως να είναι μονόδρομος.
Η ηθική διάσταση
Κάτι που οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας είναι πως, όταν ένα παιδί κάνει το εμβόλιο, τότε υπάρχει μια δόση λιγότερη για κάποιον που -ίσως- να το χρειάζεται περισσότερο.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προτρέπει τις πιο εύπορες χώρες να αναβάλουν τα σχέδιά τους για ανοσοποίηση των παιδιών και να δωρίσουν τα εμβόλια αυτά σε χώρες που βρίσκονται αντιμέτωπες με ελλείψεις.
Η άποψη αυτή βρίσκει σύμφωνους πολλούς επιστήμονες, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν συμμετάσχει στην παρασκευή των ίδιων των εμβολίων.
Ο καθηγητής Andrew Pollard, που «έτρεξε» τις κλινικές δοκιμές για το εμβόλιο Oxford-AstraZeneca χαρακτήρισε ως «ηθικά εσφαλμένη» την ιεράρχηση του εμβολιασμού των παιδιών ως ζήτημα πρώτης προτεραιότητας.
«Εάν υπήρχε απεριόριστο απόθεμα εμβολίων, τότε θα μπορούσαμε να συνεχίζουμε να εμβολιάζουμε τα παιδιά άνω των 12 ετών, αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι. Εν τέλει, πρόκειται για μια πολιτική απόφαση, όταν αναρωτιόμαστε αν πρέπει να εμβολιάσουμε τα παιδιά, ή να δώσουμε προτεραιότητα στους ενήλικους που πεθαίνουν ανά χιλιάδες σε άλλες χώρες», είπε η Eleanor Riley, καθηγήτρια ανοσολογίας στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.