Οι μελέτες που βασίζονται στην ανίχνευση αντισωμάτων στο αίμα για να υπολογίσουν το ποσοστό ενός πληθυσμού που μολύνθηκε από τον κορονοϊό δείχνουν αναμφίβολα στοιχεία μικρότερα της πραγματικότητας, καθώς τα αντισώματα εξαφανίζονται σταδιακά από τον οργανισμό, σύμφωνα με μελέτη των αμερικανικών Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης των ασθενειών (CDC) που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τετάρτη.
Η πτώση του επιπέδου των αντισωμάτων δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι οι άνθρωποι διατρέχουν τον κίνδυνο να ξαναμολυνθούν, καθώς άλλα στοιχεία του ανοσοποιητικού συστήματος συνεχίζουν να προστατεύουν και να παρεμβαίνουν μετά την αρχική λοίμωξη. Η πραγματική διάρκεια της ανοσίας δεν είναι ακόμη γνωστή.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ ΜΠΕ, τα CDC πήραν και εξέτασαν το αίμα 3.000 και πλέον φροντιστών υγείας σε 13 νοσοκομεία των ΗΠΑ από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο του 2020: 194 άνθρωποι (6%) είχαν αντισώματα κορονοϊού.
Σχεδόν δυο μήνες αργότερα, 156 μεταξύ αυτών έκαναν ξανά τεστ: στο 94% μεταξύ αυτών, το επίπεδο των αντισωμάτων είχε μειωθεί. Στο 28% το επίπεδο των αντισωμάτων είχε πέσει κάτω από το όριο που δείχνει γενικότερα μια προηγουμένη λοίμωξη .
«Τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι τα ορολογικά τεστ που πραγματοποιήθηκαν σε μια στιγμή Α αναμφίβολα θα υποεκτιμήσουν τον αριθμό των ανθρώπων που είχαν μολυνθεί κατά το παρελθόν από τον ιό SARS-CoV-2 κι ότι ένα αρνητικό ορολογικό τεστ δεν αποκλείει απαραίτητα μια προηγουμένη λοίμωξη», τονίζουν οι συντάκτες της μελέτης.
Όσο περισσότεροι συμμετέχοντες είχαν τα συμπτώματα, τόσο περισσότερο το επίπεδο των αντισωμάτων ήταν υψηλό. Το άλλο συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι είναι λάθος, σε ατομικό επίπεδο, να στηριχθεί κανείς σε ένα ορολογικό τεστ για να καθορίσει αν μολύνθηκε ή όχι στο παρελθόν από τον κορονοιό.