Το κάθε σπίτι θα πρέπει να δημιουργήσει τη δική του «φούσκα» τα Χριστούγεννα, επεσήμανε η Αθηνά Λινού, η οποία επέστησε την προσοχή των πολιτών στις επαφές που θα έχουν κατά τη διάρκεια των εορτών.
Μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN, η καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών εξήγησε πως τα άτομα που θα περάσουν μαζί τις γιορτές δεν θα πρέπει να αλλάζουν, ειδάλλως ο κίνδυνος διασποράς του νέου κορονοϊού θα αυξηθεί δραματικά. Σε όσους είναι εκτός της «φούσκας» μας, θα πρέπει να ευχηθούμε «τηλεφωνικά και ηλεκτρονικά», είπε χαρακτηριστικά.
Ειδικότερα, η κ. Λινού δήλωσε πως είναι δικαιολογημένες οι ανησυχίες για την επιλογή να επιτραπεί στις γιορτές η συνύπαρξη ως εννέα ατόμων και δύο οικογενειών, είναι ωστόσο δικαιολογημένη και η επιλογή της Πολιτείας να εφαρμόσει αυτό που επελέγη και σε άλλες χώρες: η τακτική της «κοινωνικής φούσκας» ή «κοινωνικής κάψουλας» (social bubble) όπως λέγεται. Σημείωσε, όμως, πως «το εφαρμόζουμε εν μέρει».
Σε Ευρώπη και ΗΠΑ, εξήγησε, η «κοινωνική κάψουλα» εφαρμόζεται μακροχρόνια, δύο, τρεις, τέσσερις μήνες από τις οικογένειες, που επιλέγουν να έχουν επαφή μόνο με μία ακόμη οικογένεια που επίσης δεν έρχεται σε επαφή με κανέναν άλλο, σε συμφωνία μεταξύ τους.
Προκειμένου να αποφευχθούν τριβές, έχουν δοθεί ακόμη και οδηγίες για την επιλογή της «άλλης» οικογένειας, ως προς τις αρχές που τηρεί, τους τρόπους προστασίας που εφαρμόζει, κτλ.
Η κ. Λινού σημείωσε ότι είναι μία πρακτική που επιλέγεται κυρίως όπου υπάρχουν μικρά παιδιά, ώστε να μην αισθάνονται απομονωμένα.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, μπορούν και προγραμματίζονται εναλλάξ επισκέψεις της μίας οικογένειας στην άλλη σε τακτικό ρυθμό, π.χ. ανά Σαββατοκύριακο.
Έτσι, θα μπορούσαν να περάσουν όλες τις γιορτές μαζί, 15-20 ημέρες. Να μην δουν κανέναν άλλον, αλλά μαζί. Ο κίνδυνος παραμένει σε κάποιο βαθμό, παραδέχθηκε, δεν είναι μηδενικός σε καμία δραστηριότητα. Αλλά εξαρτάται από τον αριθμό των ατόμων.
Όπως εφαρμόζεται στην Ελλάδα ωστόσο δεν έχει το ίδιο αποτέλεσμα, σύμφωνα με όσα είπε, γιατί με πέντε διαφορετικές επαφές τα Χριστούγεννα και πέντε άλλες την Πρωτοχρονιά, με συνάντηση με έναν Μανώλη, έναν Βασίλη, έναν Φώτη να γιορτάζουν, με όλους αυτούς να κάνουν το ίδιο, είναι τεράστια η διασπορά. Αυτό είναι το πρόβλημα.
Γι’ αυτό, η κα Λινού προέτρεψε «ας κάνουμε υπομονή», ή «ας χρησιμοποιήσουμε άλλους τρόπους. Είναι μία λύση γι’ αυτόν που δεν αντέχει να είναι μόνος του».
Κίνδυνος συνωστισμού στα κέντρα εμβολιασμού
Ερωτηθείσα για τον ερχομό του εμβολίου κατά τα τέλη του μηνός, απάντησε πως αυτή «είναι μια πολύ καλή εξέλιξη, εφόσον εγκριθεί στις 21 Δεκεμβρίου και αρχίσει να μεταφέρεται από το κέντρο παραγωγής στη χώρα μας. Νομίζω ότι ο ρόλος της χώρας θα είναι να εξασφαλίσει τον μέγιστο αριθμό δόσεων γρήγορα.
Γιατί μπορεί να έχει δεσμευτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να πάρουμε 25 εκατομμύρια δόσεις για να υπερκαλύψουμε τον ελληνικό πληθυσμό -ίσως δεν χρειαζόταν και τόσες πολλές- αλλά το θέμα είναι πότε. Αν τις πάρουμε τον Σεπτέμβριο δεν θα έχουμε τόσο ωφέλεια όσο αν πάρουμε μεγάλες ποσότητες μέσα στον Ιανουάριο.
Από κει και πέρα, εάν εξασφαλίσουμε τις δόσεις, το επόμενο είναι να εξασφαλίσουμε τη διαδικασία εμβολιασμού που να είναι τέτοια ώστε οι άνθρωποι να μην έρχονται σε επαφή, να μη δημιουργηθεί δηλαδή συνωστισμός στα κέντρα εμβολιασμού και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Και το τελευταίο και κύριο, το πιο σημαντικό, είναι να εκκινήσουμε γρήγορα επικοινωνιακούς τρόπους για να πείσουμε τον μέγιστο αριθμό των ανθρώπων να εμβολιαστούν. Πρέπει να φτάσουμε το 60%-70% του πληθυσμού, 13-14 εκατομμύρια δόσεις, είναι εξαιρετικά δύσκολο. Πρέπει να έχουν γίνει και οι δύο δόσεις και να περάσει και μία ακόμη εβδομάδα. Είναι πολύ μεγάλο εγχείρημα το να το έχουμε ολοκληρώσει ως τον Ιούνιο, για να ανοίξει ο τουρισμός».
Παράλληλα, εκτίμησε πως τα τελευταία μέτρα για τις εκκλησίες είναι στη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο τάχθηκε υπέρ του ανοίγματος των σχολείων με συγκεκριμένες πρακτικές εναλλαγής μαθητών και μείωσης του αριθμού τους ανά τάξη.
Κληθείσα, τέλος, να εκτιμήσει εάν υπάρχει πιθανότητα να δούμε και ένα τρίτο κύμα της πανδημίας, σημείωσε πως «αν καταφέρουμε να ελέγξουμε το δεύτερο κύμα και σε συνδυασμό με τον εμβολιασμό μέχρι τέλος Ιανουαρίου, ίσως μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη διασπορά».