Υγεία

Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη για clawback: Στον ΕΟΠΥΥ οι συνολικές επιστροφές φτάνουν στο 65%, στα νοσοκομεία ξεπερνούν το 70%

Υπάρχει υποχρηματοδότηση του φαρμάκου στη χώρα μας αλλά οι σχετικοί δημόσιοι πόροι παραμένουν πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των ασθενών.

«Το ζήτημα είναι τώρα μέσα από τη συνεργασία -και συνυπευθυνότητα- φαρμακευτικού κλάδου και Πολιτείας να προχωρήσουμε σε λύσεις που θα αποσυμπιέσουν τη δραματική κατάσταση που υπάρχει στην αγορά του φαρμάκου», αναφέρει η κ. Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη, πρόεδρος ΔΣ του Pharma Innovation Forum, που εκπροσωπεί στην Ελλάδα 26 ηγέτιδες εταιρείες έρευνας και ανάπτυξης φαρμακευτικών σκευασμάτων.

Οι επιπτώσεις του clawback στη στρατηγική των πολυεθνικών για την Ελλάδα και την έλευση νέων καινοτόμων φαρμάκων για τους σοβαρά πάσχοντες στη χώρα μας, είναι ένα ζήτημα άμεσα συνδεδεμένο με την φαρμακευτική δαπάνη αλλά και με την ισότιμη πρόσβαση των σοβαρά και χρόνια πασχόντων σε νέες, καινοτόμες και σωτήριες γι’ αυτούς θεραπείες. Με το θέμα των ελλείψεων σε γνωστά, παλιά φάρμακα να είναι πάντα στην επικαιρότητα, και τις τιμές των Μη Υποχρεωτικώς Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων (ΜΗΣΥΦΑ) να έχουν πάρει την ανηφόρα, το θέμα των καινοτόμων φαντάζει να απασχολεί λιγότερους πολίτες… Αλλά δεν είναι έτσι! Αφορά πολύ μεγάλη μερίδα των πολιτών καθώς τα σκευάσματα αυτά προορίζονται για την αντιμετώπιση διαφόρων μορφών καρκίνου, νευρολογικών χρονίων παθήσεων, ρευματικών νοσημάτων, αυτοάνοσων και πολλών άλλων σοβαρών νοσημάτων με -δυστυχώς- πολλούς αποδέκτες!

Το iEidiseis ζήτησε από την κυρία Λαμπρίνα Μπαρμπετάκη, προέδρο και διευθύνουσα σύμβουλος AbbVie Ελλάδας, Κύπρου & Μάλτας και πρόεδρο ΔΣ του PhARMA Innovation Forum, να μάς εξηγήσει τη σχέση clawback και στρατηγικής των εταιρειών στην Ελλάδα…

Όπως μάς είπε «εδώ και δέκα χρόνια, υπάρχει υποχρηματοδότηση του φαρμάκου στη χώρα μας και παρά τις τελευταίες ενέργειες, οι σχετικοί δημόσιοι πόροι παραμένουν πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες των ασθενών και τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το γεγονός αυτό, μαζί με τις υπάρχουσες στρεβλώσεις του συστήματος, οδηγούν σε μια συνεχή αύξηση των συνολικών υποχρεωτικών επιστροφών για τις επιχειρήσεις, που προκαλούν ένα δυσβάστακτο «βάρος» για όλες τις καινοτόμες θεραπείες, είτε αυτές διατίθενται μέσω των νοσοκομείων είτε μέσω του «καναλιού» του ΕΟΠΥΥ. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι στον ΕΟΠΥΥ οι συνολικές επιστροφές φτάνουν πλέον στο 65%, ενώ στα νοσοκομεία ξεπερνούν το 70%!».

Ποιες είναι η επιπτώσεις, ρωτήσαμε την κυρία Μπαρμπετάκη…

«Η συγκεκριμένη κατάσταση έχει φυσικά αρνητικές επιπτώσεις τόσο για τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις όσο και για τους ασθενείς, καθώς καθιστά αμφίβολη τη δυνατότητα των εταιρειών να φέρουν τις νέες θεραπείες στη χώρα μας και επομένως αμφίβολη την απρόσκοπτή πρόσβαση των ασθενών στη φαρμακευτική καινοτομία. Ταυτόχρονα, υπάρχει μια τάση αποεπένδυσης και χαμηλότερη προτεραιοποίηση της Ελλάδας για τη διάθεση των νέων θεραπειών και για νέες κλινικές μελέτες, καθώς δεν υπάρχουν πλέον κίνητρα επενδύσεων σε Ε&Α.

Ως συνέπεια του περιβάλλοντος αυτού, κινδυνεύουμε να χάνουμε σταδιακά τα τεράστια οφέλη της θεραπευτικής καινοτομίας για τους ασθενείς και συνολικά για το σύστημα υγείας, όπως είναι η καλύτερη θεραπευτική αντιμετώπιση, η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών, η κάλυψη ανεκπλήρωτων ιατρικών αναγκών, η εξοικονόμηση πόρων στα νοσοκομεία -με την αποφυγή χειρουργείων και τη μείωση των επισκέψεων-, η πρόσβαση σε κλινικές μελέτες».

Και βέβαια θα υπάρχουν και επιπτώσεις επιχειρηματικού χαρακτήρα. Μιλήστε μας γι’ αυτές, επισήμανε το iEidiseis…

«Το ιδιαιτέρως προβληματικό πλαίσιο απειλεί ευθέως τη βιωσιμότητα και την ομαλή λειτουργία των καινοτόμων φαρμακευτικών επιχειρήσεων, ενώ καθιστά αμφίβολη την ομαλή συνέχιση της πολύπλευρης θετικής συνεισφοράς μας στο οικοσύστημα της υγείας.

Με άλλα λόγια, αμφιβάλλουμε πλέον για τη δυνατότητά μας ως καινοτόμες φαρμακευτικές επιχειρήσεις να συνεχίσουμε κανονικά τα εκατοντάδες προγράμματα υποστήριξης ασθενών, την κατ’ οίκον παράδοση φαρμάκων και νοσηλευτικών υπηρεσιών, την εκπαίδευση της ιατρικής και ακαδημαϊκής κοινότητας με την ίδια ένταση, την ενίσχυση της συνεργασίας μας με Πανεπιστήμια και ερευνητικούς φορείς, με συλλόγους ασθενών και επιστημονικές εταιρείες, την πραγματοποίηση ενημερωτικών δράσεων και εκπαίδευσης προς το ευρύ κοινό για ασθένειες, αλλά και τη δυνατότητα συμμετοχής μας σε δράσεις πρόληψης.

Επίσης, τονίζω ότι στις επιχειρήσεις μας διαθέτουμε ένα πολύ σημαντικό επιστημονικό δυναμικό και υψηλής εξειδίκευσης ανθρώπινο κεφάλαιο, που θέλουμε να διατηρήσουμε και να ενισχύσουμε, κάτι που όμως υπό τις παρούσες συνθήκες αδυνατούμε να κάνουμε. Σήμερα, οι εταιρείες μας απασχολούν 4.100 εργαζομένους και αντί να σχεδιάζουμε την αύξηση θέσεων προσωπικού και ανάπτυξης του κύκλου εργασιών μας, αναγκαζόμαστε σε αποφάσεις για απώλεια θέσεων εργασίας και συρρίκνωσης των δραστηριοτήτων μας».

Το μέλλον διαφαίνεται ζοφερό δηλαδή…, σχολιάζουμε για να λάβουμε την απάντηση:

«Δυστυχώς, τα παραπάνω δεν είναι πρόβλεψη για αυτά που θα συμβούν στο απώτερο μέλλον, αλλά αυτά που συμβαίνουν ήδη.

Σίγουρα θα πρέπει να βρούμε άμεσα λύσεις που θα εξασφαλίσουν ένα πιο βιώσιμο περιβάλλον τόσο για το «κανάλι» του ΕΟΠΥΥ όσο και για το «κανάλι» των νοσοκομείων. Από πλευράς μου, είμαι βέβαιη ότι υπάρχει περιθώριο να αυξηθεί η δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο και να προσεγγίσουμε τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, ειδικά στις παρούσες συνθήκες που η ελληνική οικονομία σημειώνει μια συνεχή ανάπτυξη με πρωτογενή πλεονάσματα».

Εσείς έχετε προτάσεις προς την Πολιτεία;

«Ως καινοτόμες φαρμακευτικές επιχειρήσεις έχουμε καταθέσει στην Πολιτεία συγκεκριμένες προτάσεις που θα μας βγάλουν από το αδιέξοδο και έχουμε υπογραμμίσει ότι στηρίζουμε τα μέτρα που θα φέρουν βιωσιμότητα στην αγορά του φαρμάκου, διόρθωση των στρεβλώσεων, αλλά και αύξηση της προβλεψιμότητας, της δικαιοσύνης και της διαφάνειας. Σε κάθε περίπτωση, είναι ξεκάθαρο ότι χρειάζεται ένα μείγμα δομικών μεταρρυθμίσεων και ενίσχυσης της χρηματοδότησης προς τα κανάλια που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, ώστε σταδιακά να προσεγγίσουμε τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

Αυτή είναι η σημαντική πρόκληση για τη νέα ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Και ομολογουμένως τα πρώτα σημάδια είναι θετικά, καθώς ο υπουργός Υγείας, κ. Άδωνις Γεωργιάδης, κατανοώντας το επείγον του προβλήματος, έχει ανοίξει το διάλογο με τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις. Το ζήτημα είναι τώρα μέσα από τη συνεργασία -και συνυπευθυνότητα- φαρμακευτικού κλάδου και Πολιτείας να προχωρήσουμε σε λύσεις που θα αποσυμπιέσουν τη δραματική κατάσταση που υπάρχει στην αγορά του φαρμάκου.

Μέσα από τη βελτίωση του περιβάλλοντος, οι καινοτόμες φαρμακευτικές επιχειρήσεις θα βρουν επιτέλους το ζωτικό χώρο να «αναπνεύσουν», να αναπτυχθούν και να ενισχύσουν το σημαντικό έργο που προσφέρουν προς τον ασθενή, το σύστημα υγείας και την οικονομία συνολικά».

 

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Υποτροφίες για μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία σε φοιτητές 18-26 ετών: Τα κριτήρια και οι αιτήσεις
Γκαζάκια σε είσοδο πολυκατοικίας στον Βύρωνα
Chevron Right