Εάν μπορούσαμε να κάνουμε ένα «σκληρό» lockdown, διάρκειας 2-3 εβδομάδων, θα ρίχναμε τα κρούσματα του νέου κορονοϊού σε πολύ μεγάλο βαθμό και σε συνδυασμό με τις καλές καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα, ίσως έπειτα να μη χρειάζονταν αυστηρότερα μέτρα στη χώρα.
Αυτό σημείωσε μεταξύ άλλων ο καθηγητής Γενετικής της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου της Γενεύης, Μανώλης Δερμιτζάκης, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, εκτίμηση με την οποία συμφώνησε ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής της πολυτεχνικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
Στο lockdown του Νοεμβρίου ο κόσμος εκμεταλλεύτηκε στο μάξιμουμ την δυνατότητα των μετακινήσεων, ενώ στου Μαρτίου δεν το έκανε τόσο επειδή φοβόταν, επεσήμανε ο Δερμιτζάκης, με τον κ. Σαρηγιάννη να συμπληρώνει πως στο πανεπιστήμιο έχουν κάνει τέτοια «σενάρια» με συνεχές lockdown, τ’ οποίο υποστήριξε πως έχει δείξει ότι θα είχαμε καλά αποτελέσματα με διψήφια νούμερα στα κρούσματα.
Αμφότεροι συμφώνησαν πως η εφαρμογή αυστηρότερου lockdown ως τις 11 Ιανουαρίου είναι σωστή απόφαση. «Από την στιγμή που η κυβέρνηση θέλει να ανοίξει τα σχολεία -που νομίζω πως είναι μια καλή απόφαση- ό,τι περισσότερο μπορεί να κάνει πριν ανοίξουν τα σχολεία νομίζω ότι θα βοηθούσε», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Δερμιτζάκης.
«Τα σχολεία είναι από τις ασφαλέστερες δραστηριότητες που έχουμε. Επομένως, αν πρέπει να αποφασίσουμε να ανοίξουμε μία, νομίζω τα σχολεία είναι η πιο σημαντική και λόγω ασφάλειας και λόγω συνεπειών από το να μην ανοίξουν», συνέχισε, ενώ, ερωτηθείς εάν είναι δυνατόν ν’ ανατραπεί η εν λόγω απόφαση βάσει νέων δεδομένων, σχολίασε πως για να γίνει κάτι τέτοιο πρέπει να έχουμε τεράστια αλλαγή στα κρούσματα, την οποία εκτίμησε πως δεν θα δούμε.
«Ο συνδυασμός λιανεμπορίου-click away και σχολείων είναι προβληματικός»
Υπογράμμισε, δε, πως οι εν λόγω κινήσεις (του κλεισίματος και του ανοίγματος) θα είναι έτσι για πολύ καιρό, καθότι διότι υπάρχουν δύο επιλογές: «Ή θα πάμε σε ένα πάρα πολύ αυστηρό lockdown -επιπέδου Μαρτίου- ή θα λειτουργούμε με αυτήν τη λογική» και πως «είναι δύσκολο μια κυβέρνηση να διαχειριστεί αυτό το ζήτημα, διότι δεν είναι μόνο η Ελλάδα, αλλά όλες οι χώρες μαζί που το αντιμετωπίζουν».
Εκτίμησε, μάλιστα, πως αυτό το άνοιγμα και το κλείσιμο θα γίνεται μέχρι να αρχίζουν να φαίνονται τα αποτελέσματα του εμβολιασμού. «Είτε θα ανοίγουμε και θα κλείνουμε, είτε θα έχουμε σκληρό lockdown», επεσήμανε. Όσον αφορά στο νέο στέλεχος του ιού, σημείωσε πως οι ανακοινώσεις των εταιρειών είναι προσεκτικές σχετικά με το εάν επηρεάζει τα εμβόλια. «Δεν λένε ότι δεν τα επηρεάζει, αλλά ότι μάλλον δεν τα επηρεάζει και ότι αυτό είναι δύσκολο να ελεγχτεί εργαστηριακά. Θα πρέπει να ελεγχτεί πληθυσμιακά», τόνισε.
Συμπλήρωσε, δε, πως δεν έχει πειστεί πως η μεταδοτικότητα του συγκεκριμένου στελέχους είναι αυξημένη: «Δεν θεωρώ ότι η μεταδοτικότητα του συγκεκριμένου στελέχους είναι τόσο μεγάλη που θα μας δημιουργεί πρόβλημα. Αλλά, επειδή υπάρχει δυναμική, μας δείχνει πόσο γρήγορα μπορεί να εξελιχθεί η μετάδοση και πόσο προσεχτικοί πρέπει να είμαστε συνολικά».
Παράλληλα, ο κ. Σαρηγιάννης ανέφερε πως το αυστηρότερο lockdown ήταν μια σωστή κίνηση. «Άρχισε να φαίνεται η αύξηση των κρουσμάτων από τις γιορτές», είπε, κι ενέμεινε πως τα σχολεία πρέπει ν’ ανοίξουν στις 25 Ιανουαρίου και όχι στις 11, δεδομένου πως δεν θ’ ανοίξουν μόνον τα σχολεία. «Ο συνδυασμός λιανεμπορίου-click away και σχολείων είναι προβληματικός. Θα δούμε αύξηση των κρουσμάτων αρχές Φεβρουαρίου», είπε χαρακτηριστικά. Συμφώνησε, τέλος, με την εκτίμηση πως είναι εύκολο να χαθεί ο έλεγχος και να φτάσουμε σε κλείσιμο αντίστοιχο του Μαρτίου.