Η τεχνητή νοημοσύνη έχει διεισδύσει στους αλγόριθμους των διαφόρων πλατφορμών τόσο έντονα που καθίσταται πλέον υπέρμετρα δύσκολο έως αδύνατο για τον χρήστη να διακρίνει ανάμεσα στο τι πραγματικά τον ενδιαφέρει και συνειδητά επιλέγει να βλέπει στο διαδίκτυο, από αυτά που αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης δημιουργούν και τεχνηέντως του προωθούν προς «αμάσητη» κατανάλωση…
Για τους νέους μάλιστα, αυτό καθίσταται ακόμα δυσχερέστερο, καθώς στερούνται των απαραίτητων νοητικών δεξιοτήτων που θα τους επέτρεπαν να αξιολογούν ορθολογικά τις σωστές και λάθος πληροφορίες από τις οποίες κατακλύζονται… Δεδομένου μάλιστα ότι στόχος όλων των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης είναι να διατηρούν τους χρήστες τους δέσμιους για όσο περισσότερο χρόνο γίνεται, τα παιδιά, και δη κατά τα πρώιμα στάδια της ανάπτυξής τους, μετατρέπονται σε παθητικούς αποδέκτες ποικίλων ερεθισμάτων. Δίχως την απαιτούμενη ικανότητα κριτικής και ορθολογικής σκέψης, τα παιδιά δεν μπορούν να απαγκιστρωθούν από αυτή την πανίσχυρη παρόρμηση, παραμένοντας έτσι σε έναν αέναο φαύλο κύκλο ντοπαμίνης.
Όσο κι αν αγνοούμε ή αποδεχόμαστε αυτό το φαινόμενο, η προτεραιοποίηση της «ανθεκτικότητας» των παιδιών εν μέσω αυτής της τεχνολογικής επανάστασης δεν είναι απλώς μια ηθική επιταγή – είναι επιτακτική για το μέλλον των κοινωνιών μας. Το ρεύμα της τεχνολογίας και δη της τεχνητής νοημοσύνης μας κατακλύζει και πρέπει να μεριμνήσουμε να δράσουμε πριν μας παρασύρει… Οι αλγόριθμοι χειραγώγησης, τα εθιστικά σχεδιασμένα γνωρίσματα των πλατφορμών και τα επιχειρηματικά μοντέλα που εδράζονται στην «οικονομία της προσοχής» απομυζούν την ανθρώπινη δυναμική.
Πολυάριθμες έρευνες καταδεικνύουν ότι ο χρόνος που περνούν σήμερα τα παιδιά στον ψηφιακό κόσμο, είναι περισσότερος από αυτόν που αφιερώνουν σε δια ζώσης αλληλεπιδράσεις. Και οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι. Μια «επιδημία μοναξιάς» διασπείρεται και σταδιακά χάνονται βασικές κοινωνικές δεξιότητες, συμπεριλαμβανομένης της συναισθηματικής νοημοσύνης, της ψυχικής ανθεκτικότητας και της ικανότητας καλλιέργειας διαπροσωπικών σχέσεων. Επίσης, η συχνή έκθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει διαπιστωθεί ότι αυξάνει την υπερ-ευαισθησία στην οποιαδήποτε κοινωνική κριτική αλλά και την ευαλωτότητα στην κοινωνική σύγκριση, και οδηγεί σε υψηλά επίπεδα άγχους σε σύγκριση με τα παιδιά που εκτίθενται λιγότερο.
Παράλληλα, η χρήση γενικά ψηφιακών συσκευών και πολυμέσων καθιστά τους νέους λιγότερο συγκεντρωμένους και όλο και πιο ανεπαρκώς εφοδιασμένους για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του πραγματικού κόσμου… Επιπλέον, ανησυχητικές είναι οι έρευνες που καταδεικνύουν ανοδική τάση στη διάγνωση κατάθλιψης, αγχώδους διαταραχής και αυτοκτονικών επεισοδίων, συνδεόμενα άρρηκτα με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η συνεχής κοινωνική σύγκριση μπορεί να είναι ανελέητη και σκληρή στα μάτια των νέων και δη των εφήβων. Τελικά, η τεχνολογική επανάσταση υπονομεύει τις δυνατότητες των νέων και τροφοδοτεί τη μοναξιά και τις ψυχικές νόσους…
Πώς τα παιδιά θα μπορούσαν να παραμείνουν αλώβητα μπροστά σε αυτόν τον κυκεώνα πληροφοριών –συχνά ψευδών και μεροληπτικών– και σε αυτό το κύμα απομάκρυνσης από τον κοινωνικό ιστό και τις βαθύτερες κοινωνικές αξίες και δεξιότητες;
Το πρόβλημα δεν άπτεται μόνο της γονικής μέριμνας. Είναι κοινωνικό ζήτημα. Και η αντιμετώπισή του είναι κοινωνική επιταγή. Ωστόσο, σε πρώτο επίπεδο, οι γονείς θα πρέπει να προσπαθήσουν να καθυστερήσουν όσο γίνεται τη χρήση smartphone και μέσων κοινωνικής δικτύωσης –ιδανικά μέχρι την ηλικία των 16 ετών. Η δε γονική καθοδήγηση σχετικά με την κατάλληλη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι ζωτικής σημασίας: σαφή όρια για το τί είναι θεμιτό να καταναλώνουμε και να διαμοιραζόμαστε στο διαδίκτυο· διαρκής υπόμνηση ότι η αυθεντικότητα των μηνυμάτων στο διαδίκτυο δεν είναι δεδομένη· διασφάλιση ότι τα παιδιά διαθέτουν την ικανότητα να αμφισβητούν και να αξιολογούν κριτικά τα ποικίλα ερεθίσματα· τέλος, δίαυλοι επικοινωνίας και ανεκτικό περιβάλλον ώστε τα παιδιά να αισθάνονται άνετα να μοιραστούν τις πιθανές ανησυχίες που γεννιούνται από το διαδίκτυο. Συχνά –κι όχι άδικα– οι γονείς κατηγορούνται για το ότι πλέον είναι υπερβολικά προστατευτικοί ως προς την έκθεση των παιδιών τους στους κινδύνους του «έξω κόσμου», ενώ μεριμνούν πολύ λιγότερο για τους διαδικτυακούς κινδύνους στους οποίους εκτίθεται με σχετικά δυσανάλογη ελευθερία….
Παράλληλα, τα smartphone θα πρέπει να απαγορευτούν στα σχολεία, καθώς τα στοιχεία καταδεικνύουν ότι σχολικά περιβάλλοντα χωρίς κινητά συμβάλλουν στη βελτίωση της συγκέντρωσης, των ακαδημαϊκών επιδόσεων και της ψυχικής υγείας.
Σε κρατικό επίπεδο, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να θερμοθετήσουν αποτελεσματικούς κανονισμούς που θα καθιστούν τις εταιρείες τεχνολογίας υπόλογες για τη μη ανάληψη του «καθήκοντος φροντίδας» απέναντι στους νέους χρήστες… Μέσω αυστηρών κατευθυντήριων γραμμών, οι τεχνολογικοί κολοσσοί θα πρέπει να εξαναγκαστούν στην δημιουργία ασφαλών πλαισίων διαδικτυακής περιήγησης για παιδιά.
Τέλος, οι ίδιες οι εταιρείες τεχνολογίας μπορούν να ενισχύσουν τους μηχανισμούς και τις δικλείδες προστασίας των χρηστών τους. Ένας παιδοκεντρικός σχεδιασμός των δικτύων θα ήταν ικανός να περιχαρακώσει τους νέους από την ανεξέλεγκτη έκθεσή τους στην υπερπληθώρα ακατάλληλων ερεθισμάτων. Όσο σημαντικές και αν είναι οι κατασταλτικές ρυθμίσεις, το κλειδί βρίσκεται στην εξ αρχής δημιουργία λιγότερο επιβλαβών αλγορίθμων.
Η προστασία και η ασφάλεια της νέας γενιάς θα πρέπει τα επόμενα χρόνια να τεθεί στο επίκεντρο των πολιτικών και επιχειρηματικών προτεραιοτήτων. Αλλά και τα ίδια τα παιδιά, μπορούν να έχουν πλέον τα εργαλεία να αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που ελλοχεύουν… Η καλλιέργεια της κριτικής τους σκέψη θα πρέπει να προάγεται από πολύ νεαρή ηλικία, ώστε τα παιδιά να είναι σε θέση να κατανοούν ότι δεν είναι αληθείς όλες οι πληροφορίες που βλέπουν στο διαδίκτυο, όσο πειστικές κι αν φαίνονται. Ακόμα και φαινομενικά έγκυρες πηγές μπορεί να ενέχουν εσφαλμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες. Τέλος, τα παιδιά θα πρέπει να γνωρίζουν ότι έχουν και ψηφιακά δικαιώματα· ποια είναι αυτά και πώς να τα ασκούν. Ενδεικτικά, το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, είναι θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα που τυγχάνουν εφαρμογής και στον διαδικτυακό κόσμο.
Η προσκόλληση σε μια οθόνη, οι περιορισμένες διαπροσωπικές επαφές έχουν καταδικάσει τα παιδιά σε μια παιδική ηλικία που δεν είναι πλέον βασισμένη στο παιχνίδι, αλλά στο κινητό… Τα παιδιά βρίσκονται «διαρκώς αλλού» και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν καταλυτική επίδραση σε αυτό. Με μια επικοινωνία επιδερμική, κυνηγώντας τα likes, ακολουθώντας ανούσιους influencers, τα παιδιά παραγκωνίζουν το παιχνίδι, τους υγιείς φιλικούς δεσμούς· εν τέλει υποκαθιστούν την ίδια την πραγματική ζωή…