«Το όφειλα στα παιδιά μου, είπα την αλήθεια και δικαιώθηκα» δήλωσε ο Τζόνι Ντεπ, λίγη ώρα μετά την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου και την δικαίωσή του.
Στη δήλωσή του ανέφερε επίσης ότι «από την αρχή, στόχος της αγωγής ήταν να αποκαλυφθεί η αλήθεια, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Το να λέω την αλήθεια ήταν κάτι που όφειλα στα παιδιά μου και σε όλους εκείνους που παρέμειναν σταθεροί στην υποστήριξή μου. Αισθάνομαι ήρεμα, γνωρίζοντας ότι τελικά το κατάφερα».
Ολόκληρη η δήλωσή του
«Πριν από έξι χρόνια, η ζωή μου, η ζωή των παιδιών μου, οι ζωές των πιο κοντινών μου, αλλά και των ανθρώπων που για πολλά, πολλά χρόνια με στήριζαν και με πίστευαν, άλλαξαν για πάντα.
Όλα εν ριπή οφθαλμού. Μέσω των ΜΜΕ μου αποδόθηκαν ψευδείς, πολύ σοβαρές και εγκληματικές κατηγορίες, οι οποίες προκάλεσαν ένα ατελείωτο μπαράζ μίσους, αν και δεν απαγγέλθηκαν ποτέ κατηγορίες εναντίον μου. Είχαν ήδη ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο δύο φορές μέσα σε ένα νανοδευτερόλεπτο και αυτό είχε σεισμικό αντίκτυπο στη ζωή και την καριέρα μου.
Και έξι χρόνια αργότερα, το σώμα των ενόρκων μου έδωσε πίσω τη ζωή μου. Το λέω με ταπεινότητα.
Η απόφασή μου να συνεχίσω αυτή την υπόθεση, γνωρίζοντας πολύ καλά το ύψος των νομικών εμποδίων που θα αντιμετώπιζα και το αναπόφευκτο, παγκόσμιο θέαμα στη ζωή μου, πάρθηκε μετά από αρκετή σκέψη.
Από την αρχή, στόχος της αγωγής ήταν να αποκαλυφθεί η αλήθεια, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Το να λέω την αλήθεια ήταν κάτι που όφειλα στα παιδιά μου και σε όλους εκείνους που παρέμειναν σταθεροί στην υποστήριξή μου. Αισθάνομαι ήρεμα, γνωρίζοντας ότι τελικά το κατάφερα.
Έχω κατακλυστεί από αγάπη, κολοσσιαία υποστήριξη και καλοσύνη από όλο τον κόσμο. Ελπίζω ότι η προσπάθειά μου να ειπωθεί η αλήθεια θα βοηθήσει και άλλους, άνδρες ή γυναίκες, που έχουν βρεθεί στην κατάστασή μου και ότι όσοι τους υποστηρίζουν δεν τα παρατάνε ποτέ.
Θέλω να αναγνωρίσω το ευγενές έργο της δικαστού, των ενόρκων, του δικαστικού προσωπικού και των αστυνομικών που θυσίασαν τον χρόνο τους για να φτάσουν σε αυτό το σημείο, καθώς και στην επιμελή και ακλόνητη νομική μου ομάδα που έκανε εξαιρετική δουλειά βοηθώντας με να αποκαλύψω την αλήθεια.
Τα καλύτερα έρχονται και ένα νέο κεφάλαιο επιτέλους ξεκίνησε.
Veritas numquam perit. Η αλήθεια δεν χάνεται ποτέ».
Η δίκη
Η δίκη διήρκεσε έξι εβδομάδες, με τους δύο ηθοποιούς να αναλύουν τις θέσεις τους και τον πρωταγωνιστή των «Πειρατών της Καραϊβικής» να δικαιώνεται νομικά, αφού η απόφαση χαρακτηρίζει «ψευδείς όλους τους ισχυρισμούς της Χερντ.
Το δραματικό έπος ξεκίνησε όταν ο 58χρονος Ντεπ, κατέθεσε αξίωση 50 εκατομμυρίων δολαρίων για συκοφαντική δυσφήμιση για ένα άρθρο του 2018 που έγραψε η Χερντ για την Washington Post, στο οποίο έμοιαζε να τον «φωτογραφίζει» για ενδοοικογενειακή κακοποίηση και βία σε βάρος της.
Ο ηθοποιός ισχυρίστηκε ότι η πρώην σύζυγός του τον δυσφήμησε στο άρθρο, κάτι που τον οδήγησε να χάσει ρόλους στον κινηματογράφο και άλλες δουλειές στο Χόλιγουντ.
Οι επτά ένορκοι έκριναν ότι ο τίτλος και τα αποσπάσματα ενός άρθρου γνώμης της Άμπερ Χερντ, που δημοσιεύτηκε το 2018, περιείχαν συκοφαντικά σχόλια για τη σχέση της με τον Τζόνι Ντεπ.
Το δικαστήριο έκρινε ότι ο Ντεπ έπεσε θύμα συκοφαντικής δυσφήμησης από την πρώην σύζυγό του και δικαιούται 15 εκατομμύρια δολάρια για αποζημίωση.
Σύμφωνα με την απόφαση, η Χερντ δυσφήμησε τον πρώην σύζυγό της στο άρθρο της στη Washington Post του 2018. Ο επικεφαλής της κριτικής επιτροπής απάντησε «ναι» σε όλες τις ερωτήσεις του εντύπου, ότι δηλαδή το άρθρο της Χερντ ήταν ψευδές και πως είχε στόχο να τον δυσφημίσει.
Συντετριμμένη η Άμπερ Χερντ
Η απόφαση του δικαστηρίου προκάλεσε έντονη «απογοήτευση» στην ηθοποιό, η οποία με αρκετά γρήγορα αντανακλαστικά έκανε μια ανάρτηση στο Twitter, όπου αναφέρει μεταξύ άλλων πως λυπάται «που τόσα πολλά στοιχεία δεν ήταν αρκετά για να αποδείξουν όσα βίωσε από τον πρώην σύζυγό της».
Όσα έγραψε
«Η απογοήτευση που νιώθω σήμερα δεν περιγράφεται με λόγια. Είμαι συντετριμμένη που ο όγκος των αποδεικτικών στοιχείων δεν ήταν κατέστη αρκετός για να σταθώ στη δυσανάλογη δύναμη, επιρροή και πειθώ του πρώην συζύγου μου.
Είμαι ακόμη πιο απογοητευμένη με το τι σημαίνει αυτή η ετυμηγορία για άλλες γυναίκες. Είναι οπισθοδρόμηση. Πάει πίσω σε μια εποχή που μια γυναίκα που μιλά ανοιχτά θα μπορούσε να ντροπιαστεί και να ταπεινωθεί δημόσια. Ανατρέπει την ιδέα ότι η βία κατά των γυναικών πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη.
Πιστεύω ότι οι δικηγόροι του Τζόνι κατάφεραν να κάνουν τους ενόρκους να αγνοήσουν το βασικό ζήτημα της ελευθερίας του λόγου, καθώς επίσης και τα στοιχεία που έπεισαν στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Λυπάμαι που έχασα αυτή την υπόθεση. Αλλά είμαι ακόμα πιο λυπημένη που φαίνεται ότι έχασα το δικαίωμα που νόμιζα ότι είχα ως Αμερικανή – να μιλάω ελεύθερα και ανοιχτά».