Πολιτισμός

Ειρήνη Παπά: Ζωή σαν ταινία – Oι έρωτες και οι θρίαμβοι μιας ανυπότακτης καρδιάς

Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 χρονών η «σύγχρονη Καρυάτιδα» Ειρήνη Παπά.

Η Ειρήνη Παπά, που έφυγε από τη ζωή σήμερα, Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου, δεν επέτρεψε ποτέ στον εαυτό της να γεράσει. Από την ώρα που ένιωσε τις δυνάμεις της να την εγκαταλείπουν, αποσύρθηκε στο σπίτι της στην Πλάκα όπου έζησε τα τελευταία δέκα χρόνια μακριά από τα φώτα, με συντροφιά μόνο ελάχιστους πολύ κοντινούς της ανθρώπους. Η διάσημη ηθοποιός που έπασχε από Αλτσχάιμερ ήθελε η εικόνα της στην μνήμη των ανθρώπων να παραμείνει πάντα εκείνη της «ζωντανής Καρυάτιδας» όπως την περιέγραφαν τα ξένα Μέσα.

eirini papa1

Η γέννηση μιας ανυπότακτης καρδιάς

Η Ειρήνη Παπά γεννήθηκε στο Χιλιομόδι Κορινθίας στις 3 Σεπτεμβρίου του 1926 και το όνομά της ήταν Ειρήνη Λελέκου. Ήταν το τέταρτο παιδί -όλα κορίτσια- της οικογένειας Λελέκου και οι γονείς της ήταν εκπαιδευτικοί. Από αυτούς κόλλησε το «μικρόβιο» της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και το πάθος της για προσωπική πρόοδο και ανεξαρτησία.

Η οικογένεια Λελέκου μετακόμισε στην Αθήνα όταν η Ειρήνη ήταν 12 χρονών. Το νέο τους σπιτικού βρίσκονταν επί της οδού Ξενοκράτους στο Κολωνάκι. Η μετακόμιση αποτέλεσε ισχυρό σοκ για την νεαρή μαθήτρια που βρέθηκε ξαφνικά από το προστατευμένο περιβάλλον του χωριού στο «οχυρό» της αθηναϊκής αριστοκρατίας. Όμως, αντί να κάνει πίσω, η Ρηνούλα, όπως την αποκαλούσε η οικογένειά της, ακόνισε το επαναστατικό της πνεύμα. Στρατεύτηκε στο ΚΚΕ, αποφάσισε να γίνει ηθοποιός και παντρεύτηκε τον συγγραφέα Άλκη Παπά, όλα αποφάσεις που την έφεραν σε σύγκρουση με την οικογένειά της και ιδιαίτερα με την πιο «καθώς πρέπει» μητέρα της.

Η αρχή του μύθου της Ειρήνης Παπά

Από τον γάμο της με τον Άλκη Παπά (1943 – 1947), η Ειρήνη Παπά κράτησε μόνο το επίθετο. Όπως άλλωστε είπε χρόνια μετά σε συνεντεύξεις της, δεν ήταν προορισμένη για σύντροφος.
Η ζωή της πλέον περιστρέφονταν γύρω από το θέατρο και δη γύρω από την σχολή του Εθνικού όπου φοίτησε υπό τον Ροντήρη και την Παξινού. Όμως, η υποκριτική που διδάσκονταν οι σπουδαστές του Εθνικού εκείνης της εποχής φαίνονταν ήδη παρωχημένη στην μετέπειτα τραγωδό που ανυπομονούσε να πετάξει από πάνω της τις αλυσίδες του κλασικισμού.

Γι’ αυτό και καλοδέχτηκε την πρόταση του Αλέκου Σακελλάριου, ο οποίος, μαγεμένος από την ομορφιά της, της πρότεινε έναν ρόλο στην επιθεώρηση «Άνθρωποι… Άνθρωποι». Την ίδια χρονιά, το 1948, τελειόφοιτη της σχολής θα κάνει το κινηματογραφικό ντεμπούτο της στην ταινία «Χαμένοι Άγγελοι».

Θα είναι η πρώτη φορά που το κοινό έχει την ευκαιρία να απολαύσει σε γκρο πλαν το μοναδικό προφίλ της και η εντύπωση θα μείνει γραμμένη στη μνήμη όλων με ανεξίτηλα χρώματα.
Θα ακολουθήσει η «Νεκρή Πολιτεία» του Φρίξου Ηλιάδη, το 1951, με τον Γιώργο Φούντα, το πρώτο βήμα της Ειρήνης Παπά προς την διεθνή καριέρα.
Η «αποκάλυψη» της νέας σταρ έγινε στο Φεστιβάλ Καννών την άνοιξη του 1952 και το διαβατήριο για την Ιταλία έγινε πραγματικότητα.

Η ρωμαϊκή άνοιξη της Ειρήνης Παπά

Τα χρόνια που ακολούθησαν την «Νεκρή Πολιτεία» βρήκαν την Ειρήνη Παπά στη Ρώμη. Η Αιώνια Πόλη την καλοδέχτηκε και, σε αντίθεση με το Χόλιγουντ που ήταν ξένο στο ταμπεραμέντο και στους βιόρυθμούς της, το περιβάλλον ευνοούσε τα επαγγελματικά σχέδιά της και την ανάγκη της να βρίσκεται μια ανάσα από την Αθήνα.

Στην ιταλική πρωτεύουσα η Ειρήνη Παπά έζησε και τους δύο μεγάλους έρωτες της ζωής της -έστω και αν η ίδια δεν παραδέχτηκε ποτέ τον έναν. Με τον Αγά Χαν αρχικά, για τον οποίον λέγονταν ότι την καταδίωκε πεισματικά, και με τον Μάρλον Μπράντο στη διάρκεια γυρισμάτων το ’55.

Την σχέση της με τον Αγά Χαν δεν την παραδέχτηκε ποτέ – για τον Μάρλον Μπράντο μίλησε μετά από πολλά χρόνια. Και στις δύο περιπτώσεις το συμπέρασμα ήταν πως ο έρωτας θέλει χρόνο και αφοσίωση που η ίδια ποτέ δεν διέθεσε κανέναν άνδρα.

Η χρυσή δεκαετία του ‘60

«Τα κανόνια του Ναβαρόνε», παραγωγής 1960, όπου υποδύονταν μια αντιστασιακή δίπλα στους Γκρέγκορι Πεκ, Ντέιβιντ Νίβεν, Άντονι Κουίν και Άντονι Κουέιλ ήταν η δεύτερη μεγάλη «έξοδος» της Ειρήνης Παπά στην διεθνή αγορά. Η ταινία γνώρισε επιτυχία όμως τα περισσότερα σχόλια αφορούσαν στην μοναδική ομορφιά της σταρ, που ανακάλυπτε το αμερικανικό κοινό.

Ακολούθησαν η κινηματογραφική μεταφορά της «Αντιγόνης» από τον Γιώργο Τζαβέλα για την οποία απέσπασε το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και η περίφημη «Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη, το 1962. Εκεί ξεκίνησε και η φιλία της με τον Κύπριο σκηνοθέτη ο οποίος της πρότεινε τον εμβληματικό ρόλο της χήρας στον «Ζορμπά» (1964).

Η τεράστια επιτυχία του «Ζορμπά», που οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στην μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, οδήγησε στον θρίαμβο του «Ζ» (1968) του Κώστα Γαβρά, όπου υποδύθηκε την σύζυγο του Γρηγόρη Λαμπράκη. Το ίδιο διάστημα η Ειρήνη Παπά κάνει το ντεμπούτο της στην τηλεόραση με την «Οδύσσεια», μια ιταλική παραγωγή που προβλήθηκε σε πολλές χώρες, κάνοντας το πρόσωπό της γνωστό διεθνώς.

Γύρισε και άλλες ταινίες -καμία με την επιτυχία των προηγούμενων δύο- πριν η Ειρήνη ανακαλύψει την αγάπη της για την μουσική και το τραγούδι.

Η Ειρήνη Παπά της δισκογραφίας

Το πρώτο άλμπουμ με τη φωνή της Ειρήνης Παπά κυκλοφόρησε το 1969 και φέρει τον τίτλο «Ειρήνη Παππά – Σε ένδεκα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη». Ακολούθησε το 1972 το «666», το τελευταίο άλμπουμ του θρυλικού συγκροτήματος Aphrodite’s Child, εμπνευσμένο από την «Αποκάλυψη του Ιωάννη». Ήταν η πρώτη επαφή της ηθοποιού με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου με τον οποίο θα συνεργαστούν το 1978 τις «Ωδές», όπου ερμήνευσε δημοτικά τραγούδια και εκκλησιαστικούς ύμνους, και στις «Ραψωδίες» το 1986.

Η επιστροφή στην Ελλάδα

Παρά την μεγάλη επιτυχία της στο εξωτερικό -η ερμηνεία της ως Κλυταιμνήστρα στην «Ιφιγένεια» του Κακογιάννη προτάθηκε για Όσκαρ το 1978-, η Ειρήνη Παπά δεν απέφυγε τις ευθείες βολές από συναδέλφους και μη στην Ελλάδα.

Η συμμετοχή της στην παράσταση του σαιξπηρικού «Αντώνιος και Κλεοπάτρα», στο πλευρό του εκλιπόντα Κώστα Καζάκου, στο Ηρώδειο, προκάλεσε την αντίδραση του Δημήτρη Χορν που αμφισβήτησε το δικαίωμά της να πατήσει τα «άγια χώματα» του ρωμαϊκού ωδείου.

Εκείνη ωστόσο συνέχισε ακάθεκτη την καριέρα της, κυρίως στον κινηματογράφο που ήταν η μεγάλη αγάπη της. Οι ταινίες στις οποίες συμμετείχε είναι περισσότερες από 80.
Οι δύο τελευταίες είναι το «Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» το 2001 και το «Um Filme Falado» του Ντε Ολιβέιρα το 2003.

Στη συνέχεια επικέντρωσε τις προσπάθειές της στην αναβάθμιση της θεατρικής παιδείας και την διάδοση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας σε ολόκληρο τον κόσμο.

Το τελευταίο σπουδαίο δείγμα της προσφοράς της ήταν η δημιουργία του Σχολείου επί της οδού Πειραιώς, όπου στεγάζεται σήμερα η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.

https://www.instagram.com/p/CiDfFihrErp/?hl=el

https://www.instagram.com/tv/CifAJR3uSE4/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CQChEHfHGrU/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CievUrYOs8u/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CienLdJKAWF/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CiewNqbMnQs/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CifEGMms8a3/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CifCKpGjflr/?hl=el

https://www.instagram.com/p/CifBeqMLsvn/?hl=el

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα: Η Τουρκία από την πίσω πόρτα στην Ευρώπη;
Καυσόξυλα και πέλετ: Ανακοινώθηκε παρέμβαση στην τιμή
Chevron Right