Όταν γράφαμε τις παρακάτω αράδες δεν γνωρίζαμε για την ηχηρή, λόγω συμμετεχόντων στο πάνελ, παρουσίαση του ανά χείρας βιβλίου την Τετάρτη 4 Ιανουαρίου στο Κιλκίς, γενέθλιο τόπο ενός από τους συγγραφείς, αυτού του εξαιρετικά ενδιαφέροντος συλλογικού εκδοτικού εγχειρήματος. Ένα βιβλίο, στο οποίο πέντε πρόσωπα με δημόσιο λόγο και παρέμβαση, που προσδιορίζονται πολιτικά ως σοσιαλδημοκράτες, καταθέτουν τις σκέψεις τους και τις απόψεις τους για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας που ταυτίζεται, grosso modo, με αυτόν της κεντροαριστεράς. Μια επί το πλείστον επιτυχημένη προσπάθεια σύνθεσης μια ιστορίας πολιτικών ιδεών με την ήδη κατά συνθήκη εφαρμοσμένη σοσιαλδημοκρατική πολιτική, καθώς και μια επιδίωξη ή επιθυμία για μια εκκίνηση προς τα εμπρός, ως απάντηση στις σύγχρονες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές προκλήσεις.
Ένα από τα αφετηριακά ατού το βιβλίου είναι οι διαφορετικές ιδιότητες των πέντε συγγραφέων, της ιστορικού και καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Έφης Γαζή, του δικηγόρου και Α’ Αντιπροέδρου της Εθνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Γιάννη Ιωαννίδη, του καθηγητή Δημοσίου Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Ξενοφώντος Κοντιάδη, του διδάκτορα Συγκριτικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Γιάννη Μπαλαμπανίδη και του γιατρού του ΕΣΥ, εκδότη του newsletter «Ο Σόσιαλ ο Ντέμοκρατ ο σωστός» και μέλους της ΚΕ του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Στέφανου Παραστατίδη, στην ιδιαίτερη πατρίδα του οποίου θα γίνει η προαναφερόμενη παρουσίαση. Άνθρωποι με διαφορετικές εξειδικεύσεις, αλλά με κοινές ιδεολογικές αναφορές, που στο πλαίσιο των τεκτονικών αλλαγών, παγκοσμίως, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, επιχειρούν μια επανατοποθέτηση της σοσιαλδημοκρατίας σε αυτόν τα τον ταχύτατα εξελισσόμενο κόσμο.
Προφανώς τα κείμενα ακολουθούν αλφαβητική σειρά με βάση το επώνυμο του κάθε συγγραφέα, ωστόσο, η θεματική που ο καθένας έχει επιλέξει, σε συνδυασμό με την οικονομία χώρου που προϋποθέτει ένας τέτοιος συλλογικός τόμος, βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει το λόγο για τον οποίο γράφτηκε αυτό το βιβλίο. Το νήμα που συνδέει αυτές τις πέντε παρεμβάσεις είναι ταυτόχρονα και ο σκοπός τους: ο μετασχηματισμός της σοσιαλδημοκρατίας ώστε να αποτελέσει ελκυστική και αξιόπιστη επιλογή, βασισμένη στους βασικούς πυλώνες της «εφεύρεσής» της. Ή όπως αναφέρει η Έφη Γαζή ως στόχο, «η περιήγηση σε τόπους ιδεών» που συνδέονται με τρία κεντρικά ζητήματα, το «κοινωνικό ζήτημα», τη δημοκρατία και την έννοια της μεταρρύθμισης και η «πρόταση αξιοποίησης αυτών των ιδεών σε κάθε μελλοντικό σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα».
Στο κείμενο της Έφης Γαζή ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με τη θεωρία και τη βιβλιογραφία χωρίς να νομίζει ότι υπολείπεται διανοητικών εργαλείων να το παρακολουθήσει. Η αποσαφήνιση όρων, όπως «πρεκαριάτο», «μεταδημοκρατία» κ.ο.κ και ιδεών, από την ίδια τη συγγραφέα ή μέσω της παραπομπής σε σημαντικούς στοχαστές όπως η Σέρι Μπέρμαν προσφέρει μια τελική αίσθηση εξοικείωσης. Επιπλέον, πέρα από το αναγκαίο για την κατανόηση ιστορικό υπόβαθρο, τίθενται τα πολιτικά επίδικα με τρόπο που προκαλείται ο αναστοχασμός για την άποψή μας σχετικά με το αν γνωρίζουμε τη συνεισφορά των σοσιαλδημοκρατικών πολιτικών στις μεγάλες κοινωνικές κατακτήσεις του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους. Μια «αναδίφηση» στις δικές μας εμπειρικές και θεωρητικές προσλαμβάνουσες της σοσιαλδημοκρατίας αλλά και μια υπενθύμιση βασικών κατευθύνσεων για το μέλλον, όπως λόγου χάρη η προάσπιση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της δημοκρατίας ή η ελεύθερη πρόσβαση στα δημόσια και «κοινά» αγαθά.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης από την πλευρά του, «επιστρέφει» την περιβόητη φράση «There is No Alternative» ή αλλιώς «ΤΙΝΑ» του βικτωριανού φιλοσόφου Χέρμπερτ Σπένσερ, που έχει μείνει γνωστή από την εργαλειοποίησή της από τη Μάργκαρετ Θάτσερ και τους οπαδούς της πολιτικής της, στους σύγχρονους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού και των trickle-down economics, επιχειρηματολογώντας ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική από τη σοσιαλδημοκρατία. Με μια πιο θεσμική αλλά και καθαρά πολιτική θέαση ο συγγραφέας επισημαίνει την ανάγκη για μια «ηθικά μαχητική» ρεαλιστική εκδοχή της σοσιαλδημοκρατίας, τονίζει ότι «δεν έχει νόημα καμία ρητορική περί σοσιαλδημοκρατίας και Ενωμένης Ευρώπης, αν υπολαμβάνεται ότι δεν εννοούμε αυτά που λέμε», επιχειρεί να απαντήσει στο «λενινιστικό» ερώτημα «τι να κάνουμε» και ασκεί εποικοδομητική κριτική στη διακυβέρνηση των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων. Επιπλέον, κάτι που είναι εξαιρετικά χρήσιμο για τον Έλληνα αναγνώστη, προτείνει ένα ερμηνευτικό σχήμα ιστορικής αποτύπωσης της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα και τη συγκρίνει με τα ευρωπαϊκά πεπραγμένα, ενώ ταυτόχρονα οριοθετεί τη σχέση της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας με τους ένθεν κακείθεν πολιτικούς χώρους.
Το κείμενο του Ξενοφώντα Κοντιάδη αποτελεί ίσως το απόσταγμα των δημόσιων παρεμβάσεων του το τελευταίο διάστημα σχετικά με το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Τοποθετεί τη σοσιαλδημοκρατία στην «πολιτική κατηγορία της Αριστεράς ως πεδίου συνάντησης των ιδεών της προόδου, της δικαιοσύνης και της βούλησης να περιοριστούν οι ανισότητες μεταξύ των ανθρώπων». Αναφέρεται επίσης στις ιστορικές ρίζες της σοσιαλδημοκρατίας και στη σχέση της με το εργατικό κίνημα, ενώ ξεκαθαρίζει ότι για τη σοσιαλδημοκρατία την πρωτοκαθεδρία έχει η πολιτική. Θέτοντας έξι (6) προκλήσεις, με πρώτη τον επαναπροσδιορισμό της σοσιαλδημοκρατικής ταυτότητας, ο συγγραφέας προσπαθεί μαζί με την εν συνεχεία ανάλυσή του να απαντήσει στο πως η σοσιαλδημοκρατία θα ξαναβρεθεί στο προσκήνιο της πολιτικής και της κοινωνίας, επιμένοντας και αυτός στη σχέση με την ενοποιητική διαδικασία στην Ευρώπη και στον διάκρισή της από τις συντηρητικές νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τον «ισοπεδωτικό εξισωτισμό» της Αριστεράς. Τέλος, αναφέρεται στο παράδειγμα της Πορτογαλίας.
Ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας expert του ζητήματος (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ το βιβλίο του «Οk Boomer! Οι ιδέες της προόδου και της συντήρησης, δοκίμιο για την πολιτική σε ρευστούς καιρούς») ακολουθεί τον «δρόμο» του Αλέξις ντε Τοκβίλ, και μας παρουσιάζει τη σοσιαλδημοκρατία στην Αμερική. Μάλιστα, προχωρά στην «προκλητική υπόθεση εργασίας» που λέει ότι «η πολιτική Μπάιντεν παρουσιάζει τόσο διακηρυκτικά όσο και σε επίπεδο εφαρμοσμένης πολιτικής την πιο προωθημένη σοσιαλδημοκρατική ατζέντα διεθνώς». Ο συγγραφέας εστιάζει και σε αυτή του την σύντομη πραγματεία στη σχέση της σοσιαλδημοκρατίας και το «αίτημα για ισότητα με τις λαϊκές, εργατικές, επικίνδυνες τάξεις», ενώ επισημαίνει το πώς ο τραμπισμός εκμεταλλεύτηκε το χάσμα και το τραύμα μεταξύ των ελίτ που παράγουν σοσιαλδημοκρατική πολιτική και της εργατικής τάξης. Επιπλέον, αποδίδει τη δέουσα σημασία στον ρόλο της ριζοσπαστικής πτέρυγας του κόμματος των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ και μιλά για την ανάγκη μιας ισχυρής προοδευτικής ταυτότητας ως γεφυροποιό ανάμεσα στο πολωμένο εκλογικό σώμα.
Κι εκεί που ο αναγνώστης θεωρεί ότι είναι έμπλεος ιστορικών αναδρομών, θεωρητικών σχημάτων, ερμηνειών και προτάσεων για το μέλλον, έρχονται τα περιεκτικά και συμβολικού χαρακτήρα «hashtags» του Στέφανου Παραστατίδη να τον κρατήσουν σε μια επιπλέον εγρήγορση για τη ανάγκη της επανατοποθέτησης της σοσιαλδημοκρατίας στην ψηφιακή μας εποχή. Με ένα κείμενο που καταφέρνει, με «καταιγιστικό» τρόπο και μαχητικό λόγο, να χωρέσει την ιστορία, την παλαιότερη και σύγχρονη θεωρία, την κριτική στην μέχρι τώρα σοσιαλδημοκρατική εμπειρία και τη μετάβαση στη νέα εποχή, ο συγγραφέας δείχνει την πρόθεσή να μιλήσει κυρίως πολιτικά. Αναφέρεται όπως και ο Κοντιάδης στη σχέση της σοσιαλδημοκρατίας με το κράτος, ορίζοντας και πέντε (5) αρχές που πρέπει να το διέπουν, ενώ δίνει βάρος, όπως και οι «ομοτράπεζοί» του στο βιβλίο, στο ζήτημα της φορολογίας ως τομέα καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων, της επίτευξης ευημερίας και ως προνομιακό πεδίο εφαρμοσμένης πολιτικής της σοσιαλδημοκρατίας. Κλείνει το κείμενό του με τη γενική αρχή περί κοινού καλού και την αναγκαιότητα να βρεθεί πάλι στο επίκεντρο της πολιτικής ο άνθρωπος.
Έχοντας διαβάσει σχετικά πρόσφατα το βιβλίο του Axel Honneth «Η ιδέα του σοσιαλισμού, Μια προσπάθεια επικαιροποίησης» (ΠΟΛΙΣ) και προσδοκώντας να διαβάσουμε σύντομα κάποια από αυτά που αναφέρονται στα κείμενα του ανά χείρας βιβλίου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι συγγραφείς, των οποίων τα βιογραφικά παρατίθενται στο τέλος του βιβλίου, κάνουν ένα σημαντικό βήμα για τα ελληνικά δεδομένα, με το εγχείρημά τους για μια ολιστική προσέγγιση και ανάλυση, που θα ανταποκρίνεται στα σύγχρονα δεδομένα και στις προκλήσεις του μέλλοντος. Ένα κατά τη γνώμη μας, ιδιαίτερο κοινό χαρακτηριστικό, με εξαίρεση το κείμενο του Γιάννη Μπαλαμπανίδη που δεν καταπιάνεται παρά μόνο «αμερικανικά» με αυτό, αποτελεί η οριοθέτηση από τους συγγραφείς της σοσιαλδημοκρατίας σε σχέση με ελληνικές εκδοχές της ριζοσπαστικής Αριστεράς, κρατώντας μάλλον σαφείς αποστάσεις. Από την άλλη πλευρά, όποιος πραγματικά νοιάζεται για το μέλλον του κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα και την Ευρώπη, με μια πολιτική συμπερίληψη ιδεών και δικαιωμάτων, καθώς και για ην καταπολέμηση των ανισοτήτων, καλό θα είναι να διαβάσει αυτό το βιβλίο και να αντλήσει ιδέες για ατομικούς και συλλογικούς επαναπροσδιορισμούς…
Το εξώφυλλο του βιβλίου: