Καλλιτεχνικές δημιουργίες που δεν παρέμειναν γνωστές σε έναν στενό κύκλο φιλότεχνων ή ειδικών στη ζωγραφικής και την ιστορία της τέχνης, αλλά αναγνωρίστηκαν και αγκαλιάστηκαν από το ευρύ κοινό με μεταξοτυπίες ή και αφίσες ακόμα έργων του να κοσμούν ακόμη και καφετέριες. Ο Φασιανός, ίσως μαζί με τον Τσαρούχη, που ήταν περισσότερο παρών στη δημόσια ζωή, να είναι οι πιο αναγνωρίσιμοι ζωγράφοι στο ελληνικό κοινό.
Όσα ελληνόπουλα βρέθηκαν ως μαθητές στα δημοτικά σχολεία τη δεκαετία του 1980 είχαν μια ακόμη μεγαλύτερη τύχη. Να γνωριστούν με τον Αλέξη Φασιανό μέσω του εξωφύλλου του του τέταρτου τεύχους του βιβλίου της γλώσσας της ΣΤ’ Δημοτικού, που εισήχθη στα σχολεία το 1983. Μια εικόνα που θα μείνει χαραγμένη, αφού η εικόνα που παρέδωσε ο μεγάλος δημιουργός είναι εξαιρετικά εκφραστική και κατά την ταπεινή μας άποψη και χωρίς να γνωρίζουμε τη ακριβή έμπνευσή του, με την αισθητική αποτύπωση του αυτιού και του έντονου βλέμματος, κινητοποιεί την περιέργεια του μαθητή, ενώ ταυτόχρονα του δείχνει ότι τα μάτια και τα αυτιά είναι τα εργαλεία του για την κατάκτηση της γνώσης.
Η επιλογή ώστε έργα μεγάλων ζωγράφων δεν ήταν καινοφανής στη δεκαετία του 1980, αλλά προϋπήρχε. Ωστόσο, με την αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων μετά την έλευση του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία και την κατά συνέπεια αλλαγή των σχολικών εγχειριδίων, η αισθητική αποτύπωση στα σχολικά βιβλία ζει μια από τις πιο μεγάλες της στιγμές. Στα βιβλία της γλώσσας του δημοτικού επιχειρήθηκε με επιτυχή τρόπο η εναρμόνιση και η ισορροπία μεταξύ των νέων και σύγχρονων κειμένων με την εικαστική αποτύπωση, όπως πολύ σωστά έχουν επισημαίνει τόσο παιδαγωγοί όσο και ειδικοί της σημασίας της τέχνης στην εγκύκλιο εκπαίδευση.
Στο πλαίσιο αυτό δημιουργήθηκαν 22 τεύχη για τα βιβλία της γλώσσας του δημοτικού με τη συμμετοχή 20 συνολικά καλλιτεχνών, με το έργο του Αλέκου Φασιανού να κοσμεί, όπως προαναφέραμε το τέταρτο τεύχος της γλώσσας της ΣΤ’ Δημοτικού, Ίσως αυτό να μην είναι καθόλου τυχαίο, αφού τα παιδιά θα έβλεπαν το έργο στην τελευταία και πιο ώριμη φάση της μαθητείας τους στο Δημοτικό σχολείο. Τα υπόλοιπα τρία είχαν φιλοτεχνηθεί από τους επίσης σημαντικούς ζωγράφους Ράλλη Κοψίδη, Δημήτρη Μυταρά και Μίνω Αργυράκη. Ο φασιανός και οι υπόλοιποι καλλιτέχνες συμμετέχουν με αυτόν τον τρόπο στην ανανέωση της ελληνικής εκπαίδευσης, ενώ ταυτόχρονα αφήνουν μια πολύ σημαντική, αφού το εξώφυλλο ενός σχολικού βιβλίου και δη της γλώσσας, δεν είναι μόνο μια εικόνα μέσα σε αυτό, αλλά η εικόνα με την οποία ο μαθητής εξοικειώνεται περισσότερο απ’ όλες στην μαθητική του καθημερινότητα.