Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, δήλωσε τη Δευτέρα (18/09) στη Βουλή πως «το νερό στον Βόλο δεν ήταν πόσιμο ούτε πριν από την πλημμύρα».
Συγκεκριμένα, σε επίκαιρη ερώτηση της επικεφαλής της «Πλεύσης Ελευθερίας», Ζωής Κωνσταντοπούλου, για το σχέδιο προστασίας της Δημόσιας Υγείας στη Θεσσαλία μετά τις πλημμύρες, η κ. Αγαπηδάκη απάντησε: «Ίσως να μην γνωρίζετε, κ. Κωνσταντοπούλου, ότι το νερό στον Βόλο δεν ήταν πόσιμο ούτε πριν από την πλημμύρα. Ο σωστός όρος – και το λέω γιατί έχει σημασία να το γνωρίζουν οι Έλληνες πολίτες – είναι νερό κατάλληλο για ανθρώπινη χρήση».
Ακόμα, η ίδια συμπλήρωσε: «Μέχρι τώρα, έχουμε κάνει 300 δειγματοληψίες, τις τελευταίες πέντε ημέρες σε όλες τις περιοχές. Σε συνεργασία με τις δημοτικές Αρχές δίνουμε στοιχεία για το πότε το νερό είναι κατάλληλο για ανθρώπινη χρήση, που σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορεί να το χρησιμοποιήσουν και για μπάνιο και για να πλύνουν το πρόσωπό τους και για βούρτσισμα δοντιών και για πότε δεν είναι, οπότε χρειάζεται να ακολουθήσουν άλλα μέτρα, όπως είπαμε στον Βόλο να βράζεται το νερό στους 100 βαθμούς και μετά από τρία λεπτά να το χρησιμοποιούν γι’ αυτές τις εργασίες».
Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας ανέφερε, επίσης, ότι η Θεσσαλία «δίνει» κάθε χρόνο κρούσματα ιού του Δυτικού Νείλου. «Το Υπουργείο Υγείας κάνει επιδημιολογική επιτήρηση κάθε χρόνο, όλο τον χρόνο και λαμβάνει μέτρα. Μόλις χθες, εντοπίστηκαν ζωντανές προνύμφες, έχουμε βάλει επιπλέον παγίδες, παίρνουμε δείγματα και για ενήλικα κουνούπια και από τα στάσιμα νερά για να εντοπίσουμε προνύμφες και να προβούμε σε προνυμφοκτονία προκειμένου για να μην έχουμε έξαρση κρουσμάτων του Δυτικού Νείλου», εξήγησε η κ. Αγαπηδάκη χαρακτηριστικά.
Επίσης, η ίδια ανέφερε ότι η Θεσσαλία ήταν η δεύτερη περιοχή της Ελλάδας σε συχνότητα κρουσμάτων λεπτοσπείρωσης, πριν από τις πλημμύρες. «Γι’ αυτό υπάρχει κινητοποίηση, προκειμένου να εντοπίζονται έγκαιρα τα κρούσματα και να αποτραπεί η εξάπλωση», συμπλήρωσε. Σε ό,τι αφορά στο σχέδιο για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων των πλημμυρών στη Θεσσαλία, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας αναφέρθηκε εκτενώς στην επιδημιολογική επιτήρηση προκειμένου να εντοπίζονται έγκαιρα λοιμώδη νοσήματα, όπως η γαστρεντερίτιδα.