«Μετά την εισβολή της Ρωσίας σε μία ανεξάρτητη χώρα, την Ουκρανία, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για ίσες αποστάσεις και ήξεις αφίξεις. Είμαστε χώρα μέλος της Ε.Ε και του ΝΑΤΟ και συντονιζόμαστε πλήρως με τους εταίρους μας» σημειώνουν κυβερνητικές πηγές στο ερώτημα του iEidiseis.gr για το σκεπτικό με το οποίο αποφάσισε η κυβέρνηση να συνδράμει την Ουκρανία και με στρατιωτικό υλικό αλλά και να αρθρώσει τόσο έντονα αντιρωσική ρητορική.
Συνεργάτες του πρωθυπουργού σημειώνουν ότι τη στιγμή που ο σοσιαλδημοκράτης Καγκελάριος της Γερμανίας Σόλτς, κάνει 180 μοιρών στροφή, στέλνει στρατιωτική βοήθεια και ανακοινώνει εξοπλιστικό πρόγραμμα «μαμούθ» ύψους 100 δισ. ευρώ, ο σοσιαλιστής ηγέτης της Πορτογαλίας – που είναι γεωγραφικά πολύ μακριά από την εστία του πολέμου –στέλνει βοήθεια, όταν η «ουδέτερη» Σουηδία συνδράμει, δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να μην σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Oι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι δεν είναι δυνατόν ειδικά η Ελλάδα, να μην κατηγορήσει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τον αναθεωρητισμό απ όπου κι αν προέρχεται, υπονοώντας ότι αν η χώρα κρατούσε σήμερα άλλη στάση έναντι της Μόσχας, θα το έβρισκε μπροστά την στην περίπτωση που ανοίξει η όρεξη του Ερντογάν στο άμεσο ή το απώτερο μέλλον.
Στο ενδοκυβερνητικό παρασκήνιο, ωστόσο, η επιλογή του πρωθυπουργού να βρεθεί η Ελλάδα στην αιχμή των χωρών που «κήρυξαν» τον πόλεμο στον Πούτιν – συνολικά 16 χώρες έχουν αποστείλει μέχρι στιγμής στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία – πολλά έμπειρα στελέχη της ΝΔ συνδέουν τη στάση της Αθήνας και με τις αναταράξεις που έχει μπροστά της η ελληνική οικονομία.
Όπως σημειώνουν οι παραπάνω πηγές, η ανησυχία για εκτροχιασμό του προϋπολογισμού είναι ήδη έκδηλη, καθώς και πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο προϋπολογισμός βρισκόταν στα όριά του, γι αυτό και είχαν αποσυρθεί τα σενάρια περί μείωσης των συντελεστών ΦΠΑ και ΕΦΚ στα καύσιμα.
Πάντα κατά τις ίδιες πηγές, με δεδομένο ότι οι ανάγκες θα αυξάνονται οι πιθανότητες για να καλυφθούν είναι δύο : είτε να διευρυνθεί το έλλειμμα από το 1,4% του ΑΕΠ που προβλέπεται, είτε να παρέμβει η ΕΚΤ και να επιδοτήσει με δικούς της πόρους τη στήριξη των νοικοκυριών από την ακρίβεια.
Σε κάθε περίπτωση, η τύχη της ελληνικής οικονομίας και οι δυνατότητες της Αθήνας να παράσχει στοιχειώδη στήριξη στους δοκιμαζόμενους πολίτες και τις επιχειρήσεις, είναι στα χέρια των Βρυξελλών. Εξ ου και η απόλυτη ευθυγράμμιση με την Ε.Ε.
Υπάρχουν, πάντως, και κάποιοι στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης που προβληματίζονται από την τροπή των εξελίξεων, καθώς παραδοσιακά η ελληνική διπλωματία διατηρούσε πάντα ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με τη Ρωσία, με το σκεπτικό ότι είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να παρέμβει στον Ερντογάν.
Από την άλλη πλευρά, αναγνωρίζουν ότι μετά την απόφασή του να εισβάλει σε μία ανεξάρτητη χώρα, τυχόν χαλαρή στάση εκ μέρους της Αθήνας, θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια της δυνατότητας να ζητήσει κυρώσεις έναντι της Τουρκίας, αν ο Ερντογάν ζηλέψει τον αναθεωρητισμό του Πούτιν.