«Για πρώτη φορά θα έχουμε μαζικές εκποιήσεις πρώτης κατοικίας προς όφελος funds και τραπεζών. Την ίδια στιγμή οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απειλούνται πια με εξαφάνιση», τονίζει με συνέντευξή του στο iEidiseis ο Αλέξης Xαρίτσης, χαρακτηρίζοντας το νέο πτωχευτικό νόμο ως «νόμο-λαιμητόμο».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει η απάντηση στο ερώτημα ότι η κυβέρνηση επιμένει ότι δεν μπορεί να ενισχύσει τις αστικές συγκοινωνίες και να προχωρήσει σε προσλήψεις στην υγεία και την παιδεία για δημοσιονομικούς λόγους.
«Η κυβέρνηση ψεύδεται ασύστολα. Όλες οι ανάγκες που αναφέρατε θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν από το τρέχον ΕΣΠΑ, το οποίο συνοδεύεται από πλήρη ευελιξία όσον αφορά οποιαδήποτε δαπάνη σχετίζεται με την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού. Η κυβέρνηση είχε στη διάθεσή της στην αρχή της πανδημίας 7,5 δισ., για να προσλάβει επικουρικούς γιατρούς και νοσηλευτές, να ενισχύσει τις μεταφορές με συρμούς και προσωπικό και να πράξει τα δέοντα ώστε τα σχολεία να λειτουργήσουν με ασφάλεια για όλους. Και βέβαια να στηρίξει με ζεστό χρήμα επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Κι όλα αυτά χωρίς κανένα κόστος για τα δημόσια ταμεία», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο πρώην υπουργός και τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΖΑ.
Ο Αλέξης Χαρίτσης μιλάει για τις επενδύσεις που υποστηρίζει η κυβέρνηση ότι πάνε καλά, το ρόλο των τραπεζών, την πορεία της οικονομίας, αλλά και το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών και τη σχέση ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ.
Ο νέος πτωχευτικός ψηφίστηκε, έστω και μόνο από τις ψήφους της Νέας η Δημοκρατίας. Τι θα συμβεί από την 1η Ιανουαρίου που θα ισχύσει;
Πρόκειται για έναν βαθιά αντικοινωνικό νόμο, στον οποίο αντιτάχθηκαν δυναμικά σύσσωμη η αντιπολίτευση και όλοι οι κοινωνικοί εταίροι και φορείς που κλήθηκαν σε ακρόαση στη Βουλή, πλην των τραπεζών. Έναν νόμο-λαιμητόμο που θα οδηγήσει σε αναγκαστική πτώχευση επαγγελματίες, επιχειρηματίες και, για πρώτη φορά, και φυσικά πρόσωπα.
Για πρώτη φορά θα έχουμε μαζικές εκποιήσεις πρώτης κατοικίας προς όφελος funds και τραπεζών. Την ίδια στιγμή οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απειλούνται πια με εξαφάνιση.
Ενώ για πρώτη φορά θα έχουμε μαζικές εκποιήσεις πρώτης κατοικίας προς όφελος funds και τραπεζών. Την ίδια στιγμή οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απειλούνται πια με εξαφάνιση. Κι αυτό δεν το λέει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΓΣΕΒΒΕ προειδοποίησε ότι το 81% των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων κινδυνεύουν πλέον να οδηγηθούν σε πτώχευση με διαδικασίες fast track. Και αυτοί θα χάσουν όχι μόνο τις επιχειρήσεις αλλά και τα σπίτια τους, αφού πολλοί έχουν προσημειώσει τις κατοικίες τους.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση επέλεξε εν μέσω πανδημίας να πάρει αυτή την πρωτοβουλία κάνει τα πράγματα ακόμη πιο επικίνδυνα. Γιατί όταν ενώ αντιμετωπίζουμε το δεύτερο κύμα του κορονοϊού με το σύστημα υγείας ανοχύρωτο, την οικονομία σε ύφεση και την ανεργία στα ύψη, η κυβέρνηση δεν νομοθετεί για να ανακουφίσει την κοινωνία αλλά για να ευνοήσει τις τράπεζες, τότε δεν μιλάμε για κάτι μεμονωμένο. Αλλά για μέρος ενός συνολικού σχεδίου βίαιης αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας σε βάρος εργαζόμενων και μικρομεσαίων.
Από την πλευρά μας θα κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε αυτές οι δυσοίωνες προβλέψεις να μην επιβεβαιωθούν. Το σχέδιο της κυβέρνησης για φτωχοποίηση της κοινωνίας μας και εξαφάνιση της μεσαίας τάξης προς όφελος των λίγων και ισχυρών φίλων της, θα βρει απέναντί του την ίδια την κοινωνία.
Με δεδομένο ότι εμβόλιο δεν έχει εξευρεθεί, ποια εκτιμάτε ότι θα είναι η κατάσταση στην εστίαση κατά τη χειμερινή περίοδο;
Ο κλάδος της εστίασης βρίσκεται ήδη αντιμέτωπος με λουκέτα, απολύσεις και συντριπτική κατάρρευση του τζίρου των επιχειρήσεων. Και για αυτό έχει μεγάλη ευθύνη η κυβέρνηση, που αντί με στοχευμένα μέτρα να στηρίξει ουσιαστικά έναν κρίσιμο κλάδο, επέλεξε να αφήσει χιλιάδες επιχειρήσεις και εργαζόμενους στην τύχη τους.
Δυστυχώς, η τραγική αυτή κατάσταση δεν περιορίζεται μόνο στην εστίαση αλλά και σε άλλους πολύ σημαντικούς κλάδους της οικονομίας. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι αποκαλυπτικά. Για τον Αύγουστο έχουμε μείωση των εξαγωγών κατά 14,2%, μείωση του τζίρου στη βιομηχανία κατά 15,1% και κατά 21% στο χοντρικό εμπόριο. Ενώ ειδικά στον τουρισμό και την εστίαση η κατάρρευση είναι συντριπτική: 78,8%.
Το πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση τους επόμενους μήνες θα εξαρτηθεί από τα αν θα αποφασίσει επιτέλους η κυβέρνηση να αξιοποιήσει τις αυξημένες δημοσιονομικές και χρηματοδοτικές δυνατότητες που έχει για να στηρίξει ουσιαστικά τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους.
Η κυβέρνηση, πάντως, επιμένει ότι εξαντλεί όλες τις δυνατότητες για προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών, για αγορά αστικών λεωφορείων, για νέες αίθουσες και προσλήψεις εκπαιδευτικών, ώστε να μην επιβαρύνει περαιτέρω τα δημοσιονομικά της χώρας…
Η κυβέρνηση ψεύδεται ασύστολα. Όλες οι ανάγκες που αναφέρατε θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν από το τρέχον ΕΣΠΑ, το οποίο συνοδεύεται από πλήρη ευελιξία όσον αφορά οποιαδήποτε δαπάνη σχετίζεται με την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του κορονοϊού.
Η κυβέρνηση είχε στη διάθεσή της στην αρχή της πανδημίας 7,5 δισ., για να προσλάβει επικουρικούς γιατρούς και νοσηλευτές, να ενισχύσει τις μεταφορές με συρμούς και προσωπικό και να πράξει τα δέοντα ώστε τα σχολεία να λειτουργήσουν με ασφάλεια για όλους.
Η κυβέρνηση είχε στη διάθεσή της στην αρχή της πανδημίας 7,5 δισ., για να προσλάβει επικουρικούς γιατρούς και νοσηλευτές, να ενισχύσει τις μεταφορές με συρμούς και προσωπικό και να πράξει τα δέοντα ώστε τα σχολεία να λειτουργήσουν με ασφάλεια για όλους. Και βέβαια να στηρίξει με ζεστό χρήμα επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Κι όλα αυτά χωρίς κανένα κόστος για τα δημόσια ταμεία.
Οι Περιφέρειες της χώρας φρόντισαν να λάβουν έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ήδη υλοποιούν προγράμματα για την στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με μη επιστρεπτέα ενίσχυση. Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση δεν έχει δώσει μια πειστική εξήγηση ως προς το γιατί δεν έχει υλοποιήσει ένα αντίστοιχο πρόγραμμα σε πανελλαδική κλίμακα.
Τους καλέσαμε με επίκαιρη επερώτηση που θα συζητηθεί αύριο στη Βουλή να μας απαντήσουν γιατί άφησαν αναξιοποίητα αυτά τα κονδύλια. Και με τι τρόπο σκοπεύουν έστω και τώρα να τα χρησιμοποιήσουν για να ανακουφίσουν την κοινωνία και να περιορίσουν την ύφεση.
Και ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι η κυβέρνηση έχει αφήσει αναξιοποίητο και το μαξιλάρι ασφαλείας των 37 δισ. Ένα κληροδότημα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που δημιουργήσαμε ακριβώς για τέτοιες περιστάσεις.
Δεν είναι θέμα δυνατοτήτων λοιπόν ή, όπως το έθεσε ο κ. Μητσοτάκης, έλλειψης «λεφτόδεντρων». Όσο για τα περί επιβάρυνσης των δημοσιονομικών, επιτρέψτε μου να τα χαρακτηρίσω υπεκφυγές. Οι δημόσιες επενδύσεις στις κοινωνικές υποδομές, όπως η υγεία, παιδεία και οι μεταφορές, θα είχαν άμεσες, ευεργετικές επιπτώσεις στο ΑΕΠ της χώρας. Ενώ τα ουσιαστικά μέτρα ενίσχυσης των επιχειρήσεων και της εργασίας, θα στήριζαν παράλληλα και τα δημόσια έσοδα. Αντιθέτως, είναι ακριβώς οι επιλογές της κυβέρνησης που ήδη οδηγούν σε πλήρη εκτροχιασμό τον προϋπολογισμό – κοντά στα 10 δισ. η «τρύπα» στο 9μηνο, σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ. Ας βρουν λοιπόν άλλες δικαιολογίες για τις μεροληπτικές πολιτικές τους ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του.
Την πορεία της οικονομίας πώς την κρίνετε;
Η καθοδική πορεία της οικονομίας μας από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας η ΝΔ είναι κάτι αντικειμενικό και όχι ζήτημα προσωπικής κρίσης. Είναι αναντίρρητο γεγονός ότι η κυβέρνηση της ΝΔ παρέλαβε από τον ΣΥΡΙΖΑ μια οικονομία που έτρεχε με ρυθμούς ανάπτυξης 2,8%, με αναπτυξιακή πορεία επί 12 συνεχή τρίμηνα, και «κατάφερε» να την βάλει σε ύφεση πριν ακόμη τον κορονοϊό, με δύο συνεχόμενα αρνητικά τρίμηνα (4ο του 2019 και 1ο του 2020).
1 στους 3 εργαζόμενους έχει αμοιβή κάτω από τον κατώτατο μισθό και 1 στους 8 μέχρι 200 ευρώ! Η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ εκτιμά την ανεργία στο 21,2% για το τέλος του έτους και σε έκθεσή της η Εθνική Τράπεζα προειδοποιεί ότι οι απώλειες στον τζίρο των επιχειρήσεων μόνο για το 2020, θα φτάσουν τα 50 δισ. ευρώ.
Τα επίσημα στοιχεία σκιαγραφούν μια ζοφερή εικόνα στην εργασία, στις επιχειρήσεις και στο σύνολο της οικονομίας. Πέρα από την πρωτοφανή ύφεση 15,2% για το 2ο τρίμηνο του 2020, εξίσου ανησυχητικά είναι και τα ποιοτικά στοιχεία: 1 στους 3 εργαζόμενους έχει αμοιβή κάτω από τον κατώτατο μισθό και 1 στους 8 μέχρι 200 ευρώ! Η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ εκτιμά την ανεργία στο 21,2% για το τέλος του έτους και σε έκθεσή της η Εθνική Τράπεζα προειδοποιεί ότι οι απώλειες στον τζίρο των επιχειρήσεων μόνο για το 2020, θα φτάσουν τα 50 δισ. ευρώ. Ενώ σύμφωνα με μελέτη της ΓΣΕΒΕΕ 1 στις 3 μικρομεσαίες επιχειρήσεις σύντομα δεν θα μπορεί να καλύψει τις υποχρεώσεις της.
Πέρα από τα στοιχεία όμως, έκδηλη είναι η αγωνία που μας μεταφέρεται από τους παραγωγικούς φορείς και τους εκπροσώπους επιχειρήσεων και εργαζομένων στις συναντήσεις που έχουμε μαζί τους.
Πάντως η ύφεση, τα λουκέτα και η εκτίναξη της ανεργίας σε δυσθεώρητα ύψη, δεν αποτελούν νομοτέλεια. Προφανώς η κρίση λόγω πανδημίας έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία, όπως άλλωστε και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Μπορούν όμως οι επιπτώσεις αυτές να περιοριστούν σημαντικά με την υλοποίηση ενός ρεαλιστικού αλλά φιλόδοξου εμπροσθοβαρούς σχεδίου για τη στήριξη της οικονομίας.
Αλλά και με ένα γενναίο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων, που σε συνδυασμό με τους σημαντικούς ευρωπαϊκούς πόρους, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ, θα οδηγήσουν στην ανασυγκρότηση της οικονομίας μας.
Και ο ρόλος των τραπεζών απέναντι στις επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες;
Ο ρόλος που θα έπρεπε να έχουν οι τράπεζες είναι ξεκάθαρος: αυτός του χρηματοδότη της πραγματικής οικονομίας. Και όταν μιλάμε για πραγματική οικονομία δεν μπορούμε να αφήνουμε απέξω τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν το 99,7% του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων.
Κι όμως, ενώ οι ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον πρόσβαση σε ρευστότητα μέσω της ΕΚΤ που αγγίζει τα 50δισ., έως και με αρνητικά επιτόκια μάλιστα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ασφυκτιούν λόγω έλλειψης ρευστότητας, αφού εκτός από έλλειψη άμεσων μέτρων στήριξης από την κυβέρνηση, εξακολουθούν να μην έχουν ουσιαστική πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό. Στην πραγματικότητα μέχρι και τον Ιούλιο, εν μέσω δηλαδή πανδημίας και με τις ανάγκες να έχουν πολλαπλασιαστεί, είχαμε μείωση των δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Και αυτό γιατί το 50% της δανειοδότησης κατά τους μήνες της πανδημίας δόθηκε σε μόλις 6 πολύ μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους.
Αντί η κυβέρνηση να πιέσει τις τράπεζες στην κατεύθυνση της ουσιαστικής ενίσχυσης των χορηγήσεων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, με τον νέο Πτωχευτικό νομοθέτησε ουσιαστικά σε βάρος της ίδιας της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων αυτών.
Αντί η κυβέρνηση να πιέσει τις τράπεζες στην κατεύθυνση της ουσιαστικής ενίσχυσης των χορηγήσεων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, με τον νέο Πτωχευτικό νομοθέτησε ουσιαστικά σε βάρος της ίδιας της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων αυτών. Και από την άλλη, δεν αξιοποιεί επαρκώς τα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχει στη διάθεσή της, όπως η Αναπτυξιακή Τράπεζα την οποία είχε την προνοητικότητα να δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, που ειδικά στην παρούσα φάση πρέπει να λειτουργήσει ως παράλληλος χρηματοδοτικός πυλώνας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ο Άδωνις Γεωργιάδης μας προϊδεάζει για έκρηξη επενδύσεων το επόμενο διάστημα. Η δική σας εκτίμηση;
Είναι αρκετά βολικό να μιλά κανείς για έκρηξη επενδύσεων στο μέλλον. Είναι ένας τρόπος αποπροσανατολισμού από το τι συμβαίνει σήμερα. Γιατί η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ οδήγησε σε ιστορικό χαμηλό 20ετίας το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων το 2ο εξάμηνο του 2019. Και ας είναι γνωστός ο ρόλος των δημοσίων επενδύσεων στην μόχλευση και προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων αλλά και στην αντιστροφή του κλίματος ανασφάλειας που κυριαρχεί στην οικονομία. Την ίδια στιγμή προκάλεσε τεράστιες καθυστερήσεις στον Αναπτυξιακό νόμο και στην πληρωμή δράσεων και έργων του ΕΣΠΑ. Ενώ πέρα από επικοινωνιακές φιέστες δεν έχει να παρουσιάσει πρόοδο σε κανένα από τα μεγάλα έργα, όπως ο οδικός άξονας Πάτρας -Πύργου, ο ΒΟΑΚ και βεβαίως το Ελληνικό.
Το αφήγημα περί δήθεν φιλο-επενδυτικής και φιλο-αναπτυξιακής κυβέρνησης της ΝΔ, έχει καταρρεύσει πλήρως.
Η εσωστρέφεια είναι ένας από τους λόγους που δεν αντιστρέφει την κατάσταση ο ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν νομίζω ότι σε αυτή τη συγκυρία οι πολίτες σκέφτονται με όρους εκλογών. Αυτό που τους «καίει» είναι να παραμείνουν όρθιοι σε αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη και επιδεινώνεται από την πολιτική της κυβέρνησης σε όλα τα κεντρικά μέτωπα: αντιμετώπιση πανδημίας, οικονομία, εξωτερική πολιτική.
Ταυτόχρονα, πρόκειται για περίοδο κοινωνικών διεργασιών και αναζητήσεων που υπερβαίνουν την τρέχουσα συνθήκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητά απάντηση σε μια τεράστια πρόκληση: την συγκρότηση ρεαλιστικής και ταυτόχρονα ριζοσπαστικής προγραμματικής πρότασης που θα ακουμπά στις αγωνίες της κοινωνικής πλειοψηφίας μέσα σε αυτή την νέα, αχαρτογράφητη ακόμα, κατάσταση. Αυτό δεν μπορεί να γίνει ούτε με έτοιμες συνταγές του παρελθόντος ούτε με υπερβατικά σχήματα που δεν επικοινωνούν με τη ζώσα πραγματικότητα. Είμαι πεπεισμένος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανταποκριθεί και πάλι σε αυτή την ιστορική πρόκληση. Όχι με όρους κομματικού πατριωτισμού, αλλά επειδή αυτό αποτελεί ανάγκη της ίδιας της κοινωνίας.
Εκτιμάτε ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία;
Η κυβέρνηση θα έρθει πολύ σύντομα αντιμέτωπη με τα αποτελέσματα των καταστροφικών της πολιτικών. Η κοινωνία μας βιώνει μια υγειονομική κρίση που συνοδεύεται από τεράστιες επιπτώσεις και στην οικονομία. Ενώ την ίδια στιγμή αυξάνεται και η ένταση στα εθνικά μας ζητήματα. Η κυβέρνηση έχει επιλέξει να τα αντιμετωπίσει όλα αυτά όχι βάσει ενός σχεδίου προστασίας της κοινωνίας, αλλά μόνο με επικοινωνιακά στρατηγήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο και με το δεδομένο των ανεύθυνων crash test περί πρόωρων εκλογών στα οποία υπέβαλλε την κοινωνία μόλις πριν λίγους μήνες, εν μέσω πανδημίας, δεν θα με εξέπληττε μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Σε αυτό το πλαίσιο και με το δεδομένο των ανεύθυνων crash test περί πρόωρων εκλογών στα οποία υπέβαλλε την κοινωνία μόλις πριν λίγους μήνες, εν μέσω πανδημίας, δεν θα με εξέπληττε μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Δική μας δουλειά όμως δεν είναι να κοιτάμε τη γυάλινη σφαίρα. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στην κοινωνία να είμαστε έτοιμοι για την εναλλακτική πρόταση διεξόδου από την πολλαπλή κρίση που δημιουργεί η πολιτική της κυβέρνησης και αυτό ακριβώς θα πράξουμε.
Και η στρατηγική σας έναντι του ΚΙΝΑΛ;
Ενώ η σοσιαλδημοκρατία διεθνώς επιχειρεί να απαγκιστρωθεί από τον ασφυκτικό και καταστροφικό για την ίδια εναγκαλισμό με τον νεοφιλελευθερισμό, το ΚΙΝΑΛ επιμένει σε έναν παράδοξο δρόμο αυτοαπομόνωσης, λειτουργώντας σε κρίσιμα ζητήματα ως παρακολούθημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Για εμάς, ο διάλογος με άλλες πολιτικές δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικές δεν μπορεί να γίνεται αφηρημένα – πρέπει να εδράζεται σε συγκεκριμένες απαντήσεις στα καυτά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία: η αντιπαράθεση με την κυβέρνηση στο αντικοινωνικό νομοσχέδιο για τον Πτωχευτικό είναι ένα τέτοιο, πολύ πρόσφατο παράδειγμα. Θα φανεί το προσεχές διάστημα αν μπορεί αυτή η μάχη να λειτουργήσει ως εφαλτήριο για τη διαμόρφωση ενός ευρύτερου μετώπου με εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που αντιλαμβάνονται την ανάγκη να μπει τέλος στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές μιας κυβέρνησης που στρέφεται ευθέως ενάντια στην κοινωνική πλειοψηφία. Με όλους εκείνους που συντάσσονται υπέρ της συγκρότησης ενός προοδευτικού, ρεαλιστικού και κοινωνικά δίκαιου σχεδίου για την επόμενη μέρα.