Είναι πολύ πιθανό η συμμετοχή πολιτών στην εσωκομματική ψηφοφορία για την εκλογή ηγεσίας του Κινήματος Αλλαγής να είναι μεγαλύτερη του 2017, εκτιμά με συνέντευξή του στο iEidiseis o Γιάννης Κωνσταντινίδης, αν. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και συγγραφέας. «Στη σημερινή αναμέτρηση κρίνεται πολύ περισσότερο η προσωπική τύχη των υποψηφίων, και φυσικά των κύκλων επιρροής τους, και όχι η δομή του κομματικού συστήματος», αναφέρει χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας «το ελληνικό κομματικό σύστημα φαίνεται να έχει ισορροπήσει σε έναν νέο δικομματισμό από το 2015 και μετά» και πως το ΚΙΝΑΛ «θα παραμείνει στον ρόλο ενός τρίτου κόμματος».
Τι κρίνεται στις σημερινές κάλπες για την εκλογή αρχηγού στο ΚΙΝΑΛ, κ. Κωνσταντινίδη;
Στην εποχή της προσωποποίησης της πολιτικής, κάθε αναμέτρηση για την εκλογή νέας ηγεσίας ενός κόμματος μπορεί δυνητικά να μεταβάλει τους συσχετισμούς δυνάμεων. Σκεφτείτε αν τα πράγματα στη χώρα θα ήταν τα ίδια, στην περίπτωση που ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είχε επικρατήσει του Βαγγέλη Μεϊμαράκη στην αναμέτρηση για την ηγεσία της ΝΔ το 2016 ή ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε επικρατήσει του Φώτη Κουβέλη στην αναμέτρηση για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ το 2008. Βέβαια, το ΚΙΝΑΛ είναι σήμερα ένα «τρίτο κόμμα», όχι ένα κόμμα εξουσίας. Και η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ του 2008, όταν και εκείνος ήταν ακόμα ένα «τρίτο κόμμα» αποδεικνύει τα πεπερασμένα όρια της ηγεσίας ως παράγοντα προσέλκυσης ψηφοφόρων σε ένα περιβάλλον δικομματισμού. Θα θυμάστε ίσως ότι την άνοιξη του 2008, αμέσως μετά την εκλογή του Αλέξη Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ απογειώθηκε δημοσκοπικά για κάποιους μήνες για να προσγειωθεί γρήγορα στα «χαμηλά» μόλις 18 μήνες μετά, στις εκλογές του 2009. Κατά συνέπεια, εκτιμώ ότι στη σημερινή αναμέτρηση κρίνεται πολύ περισσότερο η προσωπική τύχη των υποψηφίων, και φυσικά των κύκλων επιρροής τους, και όχι η δομή του κομματικού συστήματος.
Απορρίπτετε δηλαδή την πιθανότητα το ΚΙΝΑΛ υπό τη νέα ηγεσία του να αποτελέσει ξανά τον έναν από τους δύο πόλους του δικομματισμού;
Το ελληνικό κομματικό σύστημα φαίνεται να έχει ισορροπήσει σε έναν νέο δικομματισμό από το 2015 και μετά. Ο καθένας από τους δύο παίκτες έχει κάνει έναν κυβερνητικό κύκλο και οι πολίτες έχουν αρχίσει να αποκτούν τη συνήθεια της ψήφου για τον ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του μεγάλου αριθμού αναμετρήσεων, μεγάλης μάλιστα έντασης, κατά την περίοδο 2012-2019. Η εδραίωση ενός κόμματος ως κυβερνητικής επιλογής και η δημιουργία κομματικών ταυτίσεων στους ψηφοφόρους του εξασφαλίζει για αυτό μια θέση στον δικομματισμό. Από εκεί και μετά, οι ανατροπές είναι σπανιότατες και πάντως δεν είναι εφικτές για κάποιο κόμμα με το βαρύ παρελθόν του προγόνου του ΚΙΝΑΛ, του ΠΑΣΟΚ. Από τη στιγμή που ο δικομματισμός έχει αποδειχθεί λειτουργικός και επαρκής για την ελληνική κοινωνία και στο βαθμό που οι δύο ρόλοι του δικομματισμού είναι κατειλημμένες, το ΚΙΝΑΛ θα παραμείνει στον ρόλο ενός «τρίτου κόμματος».
Δεν υπάρχει ωστόσο περίπτωση το ΚΙΝΑΛ να αποκτήσει έναν κομβικό ρόλο μετά τις επόμενες εκλογές λόγω του εκλογικού συστήματος με το οποίο αυτές θα διεξαχθούν;
Η κομβικότητα που περιγράφετε μπορεί πράγματι να προκύψει στην περίπτωση που η Νέα Δημοκρατία –παρά την μάλλον βέβαιη επόμενη νίκη της– χάσει σημαντικό κομμάτι της δύναμης του 2019, κάτι που σε συνδυασμό με την απουσία του bonus εδρών θα την οδηγήσει στην αναζήτηση 30 περίπου εδρών για τον σχηματισμό κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Στην περίπτωση που το ΚΙΝΑΛ έχει εξασφαλίσει έναν τέτοιο αριθμό εδρών θα μπορούσε θεωρητικά να συνδράμει. Αυτή όμως δε θα ήταν μια απόφαση που θα έπαιρναν εύκολα ούτε η όποια ηγεσία του ΚΙΝΑΛ, ούτε η Νέα Δημοκρατία. Το ΚΙΝΑΛ θα κινδύνευε να καταστεί παρακολούθημα της Νέας Δημοκρατίας και να ακολουθήσει τον κατηφορικό δρόμο που συνήθως ακολουθούν οι πολύ μικρότεροι εταίροι μεγάλων κομμάτων σε κυβερνητικούς συνασπισμούς. Η δε Νέα Δημοκρατία θα μπορούσε εύκολα να πείσει την ελληνική κοινή γνώμη για την ορθότητα της επιλογής διεξαγωγής δεύτερων εκλογών με εφαρμογή του δικού της εκλογικού νόμου. Η πίστη πως η κυβερνητική σταθερότητα εξασφαλίζεται μόνο μέσω μονοκομματικών κυβερνήσεων είναι διάχυτη στο ελληνικό εκλογικό σώμα. Κοντολογίς, η όποια κομβικότητα του ρόλου του ΚΙΝΑΛ θα είχε πολύ σύντομη ημερομηνία λήξης.
Συνεπώς πιστεύετε ότι Μαξίμου και Κουμουνδούρου θα έπρεπε να αδιαφορούν για το αποτέλεσμα των σημερινών εκλογών στο ΚΙΝΑΛ; Πιστεύετε ότι δεν υπάρχουν υποψήφιοι που θα προτιμούνταν από το Μαξίμου ή την Κουμουνδούρου;
Πιστεύω ότι οι ηγεσίες της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζουν ότι το ΚΙΝΑΛ δε θα απειλήσει τη θέση τους στο δικομματικό σκηνικό κατά το προσεχές μέλλον, ανεξαρτήτως του σημερινού αποτελέσματος. Επίσης, κανένας από τους δύο δεν είναι έτοιμος να συμμαχήσει με το ΚΙΝΑΛ για τους δικούς του λόγους ο καθένας. Η Νέα Δημοκρατία γιατί επιθυμεί διακαώς μια δεύτερη θητεία με δική της μονοκομματική πλειοψηφία και ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί επιθυμεί να επικρατήσει τελεσίδικα στον χώρο του παλαιού ΠΑΣΟΚ. Συνεπώς κανέναν από τους δύο δεν τον αφορά ποιος θα εκλεγεί στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Αυτό είναι ένα ερώτημα που ενδιαφέρει ωστόσο τους ψηφοφόρους των δύο μεγάλων κομμάτων, καθώς εκείνοι αντιλαμβάνονται τη σημερινή εκλογική αναμέτρηση ως μια ευκαιρία να φέρουν το ΚΙΝΑΛ πλησιέστερα στα «δικά τους» κόμματα. Για αυτό και είναι βέβαιο ότι στις σημερινές κάλπες θα προσέλθουν και ψηφοφόροι των δύο μεγάλων κομμάτων με την ψευδαίσθηση ότι η ψήφος τους για συγκεκριμένους υποψηφίους θα επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις με τη μορφή του ντόμινο.
Πιστεύετε ότι τα μεγέθη των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ που θα φτάσουν στην κάλπη του ΚΙΝΑΛ σήμερα θα επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα;
Δεν είναι εύκολο να προβλεφθούν τα μεγέθη αυτά και συνεπώς δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί η πιθανή επίδραση. Πάντως το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας δείχνουν να έχουν συγκεκριμένη προτίμηση, ενώ οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καθαρή προτίμηση, ενδέχεται να ευνοήσει τον «ευνοούμενο» της Νέας Δημοκρατίας σε περίπτωση που η προσέλευσή των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας είναι σημαντική αριθμητικά. Εκτιμώ πάντως ότι η ύπαρξη πολλών υποψηφίων με διαφορετικά προφίλ, με διαφορετικό παρελθόν και με ισχυρές δυνατότητες κινητοποίησης μελών του ΚΙΝΑΛ θα φέρει στις κάλπες έναν μεγάλο αριθμό ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ. Ο αριθμός αυτός θα περιορίσει τους ψηφοφόρους άλλων κομμάτων σε ένα μικρό κλάσμα του συνόλου όσων ψηφίσουν.
Εκτιμάτε ότι ο αριθμός εκείνων που θα ψηφίσουν σήμερα θα είναι μεγαλύτερος από εκείνον της κάλπης του 2017;
Είναι πιθανό να είναι μεγαλύτερος. Ο ανταγωνισμός για την πρόκριση στον δεύτερο γύρο μεταξύ τριών εκ των υποψηφίων μοιάζει να είναι μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο των εκλογών του 2017 και η αμφιβολία για το αποτέλεσμα είναι πάντα ένας παράγοντας ενίσχυσης της συμμετοχής. Επιπλέον, οι εκλογές του 2017 διεξήχθησαν σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία κυριαρχούσε η αντί-ΣΥΡΙΖΑ διάθεση που μοιραία έστρεφε την προσοχή του εκλογικού σώματος προς τη Νέα Δημοκρατία, το κόμμα που θα πετύχαινε την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι σημερινές εκλογές διεξάγονται υπό συνθήκες μερικής αποδρομής του αντί-ΣΥΡΙΖΑ συναισθήματος και αυτή είναι μια συνθήκη που αυξάνει το ενδιαφέρον για τις εξελίξεις σε όλα τα κόμματα, περιλαμβανομένου φυσικά και του ΚΙΝΑΛ. Και η δυνατότητα του ψηφοφόρου να επηρεάσει τα πολιτικά πράγματα μέσω μιας ουσιαστικά ανοιχτής σε όλους διαδικασίας εκλογής ηγεσίας είναι ακαταμάχητη, ακόμα και αν είναι απλώς μια δική του αίσθηση.