Τα …ξίφη τους διασταυρώνουν ο Νίκος Μπίστης, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και ο Θεόδωρος Μαργαρίτης, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του Κινήματος Αλλαγής, σε «στρογγυλό τραπέζι» του iEidiseis, σε μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης.
Τα δυο στελέχη μιλούν για το τι λύσεις απαιτούνται την επόμενη ημέρα στην οικονομία, δίνουν τις πιθανότητές τους για το ενδεχόμενο ο πρωθυπουργός να στήσει κάλπες το φθινόπωρο, απαντούν γιατί τα κόμματά τους διαμαρτύρονται για τη στάση των μέσων ενημέρωσης τον καιρό της κρίσης.
Κυρίως, όμως, τοποθετούνται απέναντι στο ενδεχόμενο ομαλοποίησης των σχέσεων ΣΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ, τις δυνατότητες συγκρότησης κοινής δράσης, αλλά και δημιουργίας κοινού μετώπου των δυο κομμάτων –και δίνουν απαντήσεις που θα συζητηθούν.
Το «στρογγυλό τραπέζι» του Νίκου Μπίστη με το Θεόδωρο Μαργαρίτη στο iEidiseis, έχει ως εξής:
-Μπορεί ο κορονοϊός να μην είναι ακόμα αντιμετωπίσιμος, ωστόσο η μεγάλη συζήτηση στρέφεται πλέον στην επόμενη ημέρα. Θα ήθελα τις προβλέψεις σας για την πορεία της οικονομίας και την άποψή σας για τα πρώτα δείγματα γραφής από την κυβέρνηση Μητσοτάκη στον τομέα αυτό.
Ν.ΜΠΙΣΤΗΣ: « Οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες και αυτό είναι κοινός τόπος. Οι προβλέψεις του Ο.Ο.Σ.Α για ύφεση 10% προκαλούν ρίγος. Δυστυχώς η αιχμή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας ( τουρισμός , οικοδομή) οδηγεί σε μεγαλύτερη του μέσου ευρωπαϊκού όρου ύφεση. Για την αντιμετώπιση της κρίσης αναπτύσσεται μια συζήτηση κρίσιμη ως προς την κεντρική επιλογή. Ο Μάριο Ντράγκι συνθηματοποίησε την πρώτη επιλογή για εμπροσθοβαρή μέτρα τώρα με την φράση « whatever it takes». Η κυβέρνηση ενώ ορθά σε ευρωπαϊκή κλίμακα τάχθηκε υπέρ του κορωνοομόλογου στο εσωτερικό κινείται στην δεύτερη επιλογή της περιορισμένης αντιμετώπισης ώστε να μείνουν χρήματα για την επόμενη ημέρα.
Γι’ αυτό και ορθά η αντιπολίτευση στο σύνολο της θεωρεί τα μέτρα ανεπαρκή. Ο κίνδυνος με αυτή την επιλογή είναι η επόμενη ημέρα να βρει την χώρα με λιγότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν θα αντέξουν χωρίς να είναι βέβαιο ότι θα αντέξουν όλες οι μεγαλύτερες. Το αποτέλεσμα θα είναι η έκρηξη της ανεργίας. Δεν πρόκειται για αθώα επιλογή θεωρητικού χαρακτήρα. Είναι επιλογή του ΣΕΒ που βλέπει την κρίση σαν ευκαιρία για την ενίσχυση του μεγάλου κεφαλαίου που θα αντέξει στην κρίση και για αναδιάρθρωση στις εργασιακές σχέσεις σε βάρος των εργαζομένων. Υπέρ της εμπροσθοβαρούς λύσης συνηγορεί το γεγονός ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άφησε μαξιλάρι των 37 δις , ένα μέρος του οποίου μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί τώρα».
Θ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ: «Η κρίση αυτή απαιτεί μια ευρεία συναίνεση. Σε θέματα δημόσιας Υγείας δεν χωράνε μικροκομματικές στρατηγικές. Η χώρα μας φαίνεται ότι μέχρι στιγμής τα πήγε καλά. Η ορθή γραμμή του επιστημονικού επιτελείου με επικεφαλής τον Σ. Τσιόδρα, οι επιλογές της κυβέρνησης, η εποικοδομητική στάση της αντιπολίτευσης και ιδίως του ΚΙΝΑΛ, η αντοχή του ΕΣΥ, η αυταπάρνηση του υγειονομικού προσωπικού και η πειθαρχία της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών συνθέτουν τις εικόνες μίας Ελλάδας που μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες. Μιας Ελλάδας που μπορεί να γυρίσει σελίδα από την εποχή της εμφύλιας διαμάχης. Δυστυχώς όμως η κρίση αυτή έχει δραματικές συνέπειες στην Οικονομία και μάλιστα σε μια εποχή που είχαν δημιουργηθεί κάποιες προσδοκίες ανάκαμψης. Θα είναι λάθος να «πληρώσει το μάρμαρο» και πάλι ο κόσμος της εργασίας. Θα είναι λάθος η εμμονή στο νεοφιλελεύθερο δόγμα για την αντιμετώπιση των νέων προβλημάτων.
Στην Ευρώπη και στην Ελλάδα είναι απαραίτητο να κυριαρχήσουν ρυθμίσεις που ευνοούν την αλληλεγγύη. Που στηρίζουν τα αδύναμα στρώματα. Το οικονομικό παράδειγμα της λιτότητας δεν συνιστά διέξοδο. Όσο αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει «λεφτόδεντρο» άλλο τόσο αλήθεια είναι ότι σε συνθήκες κρίσης κάποιοι πλουτίζουν ή κάποιοι λειτουργούν παρασιτικά. Όσο σημασία έχουν στην σύγχρονη εποχή οι κανόνες της αγοράς, άλλο τόσο φάνηκε η σημασία του κοινωνικού κράτους, η αξία των δημόσιων υπηρεσιών. Επομένως κάθε συζήτηση για την «επόμενη μέρα» έχει ανάγκη την αλλαγή του οικονομικού παραδείγματος το οποίο κυριάρχησε μέχρι σήμερα».
Μαργαρίτης: Συμβούλιο αρχηγών μετά την καραντίνα. Μπίστης: Το σενάριο υπάρχεικαι προετοιμάζουν την κοινή γνώμη
-Τι πιθανότητες δίνετε για πρόωρες κάλπες το φθινόπωρο; Εκτιμάτε ότι όντως ο πρωθυπουργός το σκέφτεται; Και γιατί;
Θ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ: «Όσοι εισηγούνται στον πρωθυπουργό πρόωρη προσφυγή στις κάλπες έχουν προφανώς προσβληθεί από τον ιό του μικροκομματισμού. Είναι δηλαδή μια νόσος στην πολιτική που δεν βάζει μπροστά την «υγεία» της κοινωνίας αλλά το στενό κομματικό παιχνίδι. Η Ελλάδα έχει νοσήσει βαριά από αυτή την κατάσταση. Από το 2010 μπήκαμε στην «εντατική» γιατί η έλλειψη εθνικής συνεννόησης έφερε μνημόνια με μεγάλο κόστος και παράταση της οικονομικής αβελτηρίας. Κατά συνέπεια μεσούσης της επιδημίας, με κίνδυνους αναζωπύρωσης το φθινόπωρο και με αβεβαιότητα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας κάθε συζήτηση για εκλογές συνιστά παραφροσύνη. Αντίθετα, σωφροσύνη είναι να υπάρξει σύγκληση του συμβουλίου των αρχηγών – μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων- και αναζήτηση μίας μίνιμουμ συμφωνίας για μέτρα ανάκαμψης».
Ν.ΜΠΙΣΤΗΣ: «Θεωρώ ανεύθυνη κάθε συζήτηση για εκλογές. Όμως είναι η κυβέρνηση που την πυροδότησε. Εμμέσως στον κεντρικό πολιτικό λόγο της, αμέσως μέσω φιλικών προς αυτήν ΜΜΕ και διαμορφωτών της κοινής γνώμης. Προφανώς, το σενάριο υπάρχει και προετοιμάζουν την κοινή γνώμη. Όμως το σενάριο αυτό μπορεί να το τινάξει στον αέρα η πορεία της πανδημίας, ένα πιθανό δεύτερο κύμα που όλοι απευχόμαστε αλλά οι επιστήμονες δεν αποκλείουν και άλλοι παράγοντες. Αν δει ότι του βγαίνει το εκλογικό σενάριο , ο πρωθυπουργός θα προβάλλει την αναγκαιότητα για ανανέωση της εντολής λόγω της νέας κατάστασης και της ανάγκης αντιμετώπισης της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Εξάλλου οι εκλογές δεν προαναγγέλλονται . Κρατήστε και ότι ο χρόνος μέχρι το φθινόπωρο είναι πολύς , τα προβλήματα μεγάλα και το σύνδρομο rally ‘round the flag ((συσπείρωση γύρω από την κυβέρνηση) γρήγορα υποχωρεί μόλις υποχωρήσει ο φόβος)».
Μπίστης: Η ΕΡΤ δεν άντεξε την Τρέμη! Μαργαρίτης: Ορισμένα ΜΜΕ είναι φερέφωνα
-Τα κόμματά σας διαμαρτύρονται για έλλειψη προβολής τους από τα μέσα ενημέρωσης. Πού το αποδίδετε; Και τι πρέπει να γίνει κατά τη γνώμη σας;
Ν. ΜΠΙΣΤΗΣ: «Νομίζω ότι μετά την κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου στην ενημέρωση πρώτη φορά βρισκόμαστε σε τέτοια κατάσταση. Η συγκέντρωση των ΜΜΕ σε λίγα χέρια και κυρίως τέτοια χέρια απειλεί ευθέως , όχι τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ αλλά την ίδια την Δημοκρατία. Υπάρχει ΕΣΡ; Βλέπει; Ακούει; Η ΕΡΤ δεν άντεξε την Όλγα Τρέμη που διέπραξε το σφάλμα να τηρεί μια στοιχειώδη ισορροπία. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε έντονα και σε όλα τα επίπεδα απέναντι σε αυτή την απαράδεκτη και πρωτοφανή κατάσταση. Πιστεύω ότι η αντίδραση θα ήταν πιο αποτελεσματική αν γινόταν από κοινού με το ΚΙΝΑΛ και άλλες δυνάμεις της αντιπολίτευσης. Αλλά αυτό πρέπει να το αποφασίσουν τα άλλα κόμματα που μέχρι στιγμής είναι διστακτικά στην κοινή δράση».
Θ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ: «Είναι αλήθεια ότι σε ορισμένα ΜΜΕ έχουμε μόνο ένα συνεχές λιβανιστήρι για τις επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη και την συστηματική αποσιώπηση των κινήσεων της Αντιπολίτευσης. Δεν προβλήθηκαν, για παράδειγμα, ούτε η οικονομική προσφορά του ΚΙΝΑΛ για την δημιουργία 5 νέων ΜΕΘ, ούτε άλλες πράξεις αλληλεγγύης (διανομή τροφίμων σε κοινωνικές δομές της Αττικής). Η ίδια η κυβέρνηση μάλιστα φάνηκε εξαιρετικά μίζερη στο να αναγνωρίσει την συναινετική πολιτική της αντιπολίτευσης. Τα ΜΜΕ όμως οφείλουν να προβάλουν όλες τις προτάσεις. Δεν μπορεί κάποια από αυτά να είναι φερέφωνα των υπουργών και μόνο, ενώ κάποια αλλά να αναγνωρίζουν ως πολιτικό σκηνικό το δικομματικό παιχνίδι. Έχουμε μόνο 6 κόμματα στην Βουλή και επομένως δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη η προβολή των θέσεων τους. Σε κάθε περίπτωση το ΚΙΝΑΛ αν χρειαστεί θα προχωρήσει σε δημόσιες καταγγελίες για περιορισμό του πλουραλισμού».
Μαργαρίτης: Θα ήταν λάθος το ΚΙΝΑΛ να έχει λογική «σκαντζόχοιρου». Μπίστης: Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για κυβέρνηση προοδευτικών δυνάμεων
-Από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον στην αντιπολίτευση, δεν θα πρέπει να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις των δυο κομμάτων; Υπάρχουν προαπαιτούμενα για μια τέτοια εξέλιξη; Και αν ναι, ποια;
Θ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ: «Έχω από καιρό μιλήσει για ομαλοποίηση των σχέσεων στην αντιπολίτευση. Η πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ για διεμβολισμό του ΚΙΝΑΛ δεν συνιστά σοβαρή πολιτική, ούτε πέτυχε το προηγούμενο διάστημα τα προσδοκόμενα. Αλλά και το ΚΙΝΑΛ δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχει μια φοβική στάση απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Θα ήταν λάθος να έχει μια στάση «σκαντζόχοιρου» σαν αυτή που είχε στο παρελθόν ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο πιο ισχυρό τότε ΠΑΣΟΚ. Ο διάλογος είναι στοιχείο της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού. Θέλω όμως να σημειώσω ότι στον ΣΥΡΙΖΑ απαιτούνται ορισμένες τομές. Δεν μπορεί ας πούμε να συνεχιστεί η συνύπαρξη ενός κόσμου της Αριστεράς με μια μερίδα στελεχών που θυμίζουν τον αυριανισμό. Ζήσαμε αυτό τον καιρό μια διγλωσσία από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η ηγεσία είχε μια σχετική στάση συναίνεσης ενώ μία μερίδα στελεχών διακινούσε θεωρίες συνομωσίας και πολεμικές τοποθετήσεις. Για να το πω πιο απλά. Δεν χωράνε μαζί Πολάκης και Ξανθός. Δεν είναι τα κόμματα ένα σούπερ μάρκετ που μπορείς να βρεις στα ράφια ότι προϊόν γουστάρεις. Γιατί έτσι καταργείται η αξιόπιστη πολιτική και δημιουργούνται εύλογες καχυποψίες για οτιδήποτε».
Ν. ΜΠΙΣΤΗΣ: «.Νομίζω ότι επιβάλλεται. Και τα βήματα που έχουν γίνει είναι δειλά. Αντιλαμβάνομαι ότι το πρόσφατο παρελθόν έχει επιβαρύνει τις σχέσεις των κομμάτων. Ο ΣΥΡΙΖΑ τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του ήταν ακραία επιθετικός στον χώρο της κεντροαριστεράς και το ΚΙΝΑΛ μέχρι χτες αναπόσπαστο κομμάτι του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Αυτή την ιδιαίτερα βολική για την δεξιά κατάσταση πρέπει να την αφήσουμε πίσω μας. Σε όλη την Ευρώπη – ιδιαίτερα στον Νότο- οι δυνάμεις της Αριστεράς, των Σοσιαλιστών και των Πρασίνων προσπαθούν να βρουν κοινό βηματισμό και προοδευτική πρόταση απέναντι στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Και αυτό που βαραίνει είναι ο κεντρικός πολιτικός λόγος των κομμάτων .Παρατηρώ ότι ο Τσίπρας και όλα χωρίς εξαίρεση τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εδώ και μήνες μιλάνε καθαρά για κυβέρνηση των προοδευτικών δυνάμεων. Η απλή αναλογική αντικειμενικά διευκολύνει μια τέτοια προσέγγιση. Είναι προφανές που απευθύνονται . Το ΚΙΝΑΛ ενώ έχει αρχίσει να κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί να κάνει παράλληλα και διμέτωπο. Κριτική ανάμεσα στα δυο κόμματα, θα γίνεται και μπορεί να είναι και χρήσιμη. Παράλληλα όμως με την προγραμματική όσμωση και την κοινή δράση».
Μπίστης: Σταθερά να μπαίνουν οι βάσεις για προοδευτική διακυβέρνηση. Μαργαρίτης: Κοινές δράσεις οφείλουν να υπάρχουν
-Κοινές δράσεις και κοινές πρωτοβουλίες μπορεί να υπάρχουν; Και αν ναι, σε ποιους τομείς και με τι σκοπό και προοπτική;
Ν. ΜΠΙΣΤΗΣ: «Σε ζητήματα υπεράσπισης των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων . Στην επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα οι θέσεις των δυο κομμάτων σχεδόν ταυτίζονται. Η Βουλή είναι πεδίο κοινής δράσης και συντονισμού. Άμεση επιδίωξη της κοινής δράσης και του αναγκαίου συντονισμού είναι η υπεράσπιση των λαϊκών στρωμάτων, της μεσαίας τάξης που είχε αυταπάτες και τώρα πιέζεται , των δημοκρατικών ελευθεριών όλων χωρίς εξαίρεση των πολιτών . Και όσο βέβαια διαρκεί η πανδημία πρώτη προτεραιότητα είναι η υπεράσπιση της υγείας και της ζωής όλων των πολιτών. Και όταν τελειώσει η οικοδόμηση ενός πιο ισχυρού δημόσιου συστήματος υγείας που απέδειξε την αξία του για το κοινό καλό .
Αλλά η κοινή δράση δεν πρέπει να έχει μόνο αμυντικό χαρακτήρα. Πρέπει σταθερά και μεθοδικά να μπαίνουν οι βάσεις για την προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας στις νέες συνθήκες».
Θ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ: «Κοινές δράσεις οφείλουν να υπάρχουν. Απορρίπτω προκαταβολικά κάθε θεώρηση που θυμίζει «αντιδεξιά μέτωπα» όπως φυσικά θεωρώ άχρηστο το «Αντί- Σύριζα σύνδρομο». Δεν χρειαζόμαστε στην εποχή μας ούτε ένα ριμέικ του Μένιου Κουτσόγιωργα για την μάχη ανάμεσά στο «Φως και στο σκοτάδι» ούτε και μια λογική ρεβανσισμού απέναντι στην Ριζοσπαστική Αριστερά. Το ΚΙΝΑΛ ως σοβαρό σοσιαλδημοκρατικό σχήμα στήριξε την κυβέρνηση σε δύσκολες αποφάσεις, όπως ας πούμε για την αντιμετώπιση της πανδημίας ή την ένταση στα σύνορα του Έβρου. Και πολύ καλά έκανε. Με τον ίδιο τρόπο αν η κυβέρνηση επιδιώξει περαιτέρω συρρίκνωση των εργασιακών δικαιωμάτων και συμφερόντων θα ήταν χρήσιμη μια κοινοβουλευτική συνεννόηση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ αποτελεί άλλωστε μια συνετή αντιπολιτευτική δύναμη. Στηρίζει ορθές επιλογές αλλά ασκεί και εποικοδομητική κριτική. Επομένως σε θέματα που υπάρχει ανάγκη συνεννόησης -στην αντιπολίτευση- όπως είναι τα εργασιακά μπορούν να αναζητηθούν κοινές δράσεις.