Να ταράξει τα ήρεμα πολιτικά νερά των τελευταίων δύο μηνών και να σημάνει επί της ουσίας το τέλος της «ανακωχής» με την κυβέρνηση, μετά από δύο μήνες ήπιας και εποικοδομητικής αντιπολίτευσης προτάσεων επιχείρησε χθες ο Αλέξης Τσίπρας κατά τη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου. Σε ανάλογο tempo αναμένεται εξάλλου να κινηθεί και σήμερα, ανεβάζοντας τα ντεσιμπέλ της αντιπολίτευσης στην πρώτη του «αναμέτρηση» μετά από καιρό με τον Κ. Μητσοτάκη, αφού η επίκαιρη ερώτηση για το σκάνδαλο των voucher, όπως επισημαίνουν με νόημα από τον ΣΥΡΙΖΑ, «ουδέποτε απαντήθηκε από τον Πρωθυπουργό».
Η αναφορά του σε πρόωρες εκλογές μόνο τυχαία δεν ήταν. Αυτές είχε προεξοφλήσει εξάλλου και πριν από μία εβδομάδα στη συνέντευξή του στο newsbomb, όταν σημείωνε πως: «Πιστεύω ότι ο κ. Μητσοτάκης παρά την πανδημία, θέλει να κάνει εκλογές όσο πιο γρήγορα. Δεν έχω καμία αμφιβολία επ’ αυτού. Και σκέφτεται εκλογές όχι από υπερβολική σιγουριά αλλά από φόβο. Από φόβο ότι όσο περνάει ο καιρός θα βρίσκεται απέναντι στις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης που αυτός με την πολιτική του έχει ήδη γιγαντώσει».
Χθες, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να προχωρήσει ένα βήμα παραπάνω, προεξοφλώντας τις εκλογές είτε ως νομοτέλεια που θα έρθει μέσα από «την τεράστια ύφεση, την ανεργία και τα λουκέτα στην αγορά», που «θα έχουν την υπογραφή Μητσοτάκη» και που «καμία κυβέρνηση δε μπορεί να δικαιολογήσει», είτε ως τακτικισμό του Μεγάρου Μαξίμου για στήσιμο κάλπης πάνω στα δεδομένα της πανδημίας και πριν οι συνέπειες των πολιτικών επιλογών του φανούν στην τσέπη των πολιτών.
Δίχτυα σε σοσιαλιστές με το βλέμμα στο ΚΙΝΑΛ
Σε κάθε περίπτωση, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μία μέρα κατέστησε σαφή τον οδικό χάρτη που χαράσσει για το κόμμα του και τις ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις. Λίγες ώρες μόλις πριν τη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου είχε μπαράζ τηλεφωνικών επαφών με τον σοσιαλδημοκράτη Πρόεδρο του συγκυβερνώντος SPD, κ. Μπόργιανς και τον Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος Ιταλίας (PD), Νικόλα Ζινγκαρέτι για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της οικονομικής κρίσης, με τους οποίος μάλιστα συμφώνησε για επικείμενη συνεργασία των οικονομικών επιτελείων των κομμάτων τους για κοινές προτάσεις αντιμετώπισης της κρίσης.
Και μπορεί με τους δύο να βρήκαν κοινό τόπο στα περισσότερα ζητήματα που συζήτησαν, δηλαδή για την ανάγκη έκδοσης ευρωομολόγου, την σύσταση ενός ισχυρού Ταμείου Ανάκαμψης για την ΕΕ στα πρότυπα της ισπανικής πρότασης και την ανάγκη να μην μετατραπεί η κρίση του κορονοϊού σε ευκαιρία αναδιάρθρωσης της αγοράς εργασίας και της οικονομίας σε βάρος των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ωστόσο είναι σαφές πως ο Αλέξης Τσίπρας δεν κοιτά μόνο τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς αλλά και τον εν Ελλάδι αντίκτυπό τους, ως προοπτική δημιουργίας προϋποθέσεων προοδευτικής κυβέρνησης συνασπισμού την επομένη ενδεχόμενων εκλογών με απλή αναλογική.
Για αυτό το λόγο και τόνισε πως «εκλογές με απλή αναλογική θα είναι ταυτόχρονα και η ευκαιρία για τη διαμόρφωση ενός προϋποθέσεων προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας με στόχο την κοινωνική και οικονομική ανασυγκρότηση, με την εργασία και τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα όρθια», κλείνοντας το μάτι ως επί τω πλείστον στο Κίνημα Αλλαγής και τη Φώφη Γεννηματά, η οποία το τελευταίο διάστημα έχει θέσει – για πρώτη φορά τόσο ευδιάκριτα – σαφείς διαχωριστικές γραμμές με τη ΝΔ και είτε ακολουθεί είτε συμπίπτει με τη γραμμή που χαράσσει ο κ. Τσίπρας σε μία σειρά από ζητήματα: Η ενίσχυση του ΕΣΥ, επιδότηση μισθού αντί για αναστολή συμβάσεων, προστασία πρώτης κατοικίας, voucher και επιμονή σε παραίτηση ή αποπομπή του κ. Βρούτση, φίμωση της αντιπολίτευσης από ΜΜΕ και τελευταίο οι σημαντικές επιφυλάξεις για το επικείμενο άνοιγμα των σχολείων.
Στόχος της Κουμουνδούρου είναι το προσεχές διάστημα να αυξήσει το πρέσινγκ με σαφείς διαχωριστικές γραμμές προς την κυβέρνηση, φέρνοντας με τον τρόπο αυτόν και τα κόμματα της ήσσονος στη θέση να ξεκαθαρίσουν τις γραμμές τους. Σε ερωτήσεις πάντως για το κατά πόσο αυτή η προσπάθεια προγραμματικών συγκλίσεων συνεπάγεται και διαύλους επικοινωνίας της Κουμουνδούρου με τη Χαριλάου Τρικούπη, συνεργάτες του κ. Τσίπρα τονίζουν πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί με οποιοδήποτε κόμμα μόνο επί του πρακτέου, με βάση της ανάγκες της ευρείας κοινωνικής βάσης και με πολιτικές πρωτοβουλίες εντός της Βουλής και όχι πίσω από κλειστές πόρτες ως «συναλλαγή» σε επίπεδο ηγεσίας.