Ένα ακόμα βήμα για το αίτημα για εκλογές έκανε χθες από το βήμα της Προγραμματικής Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ο Αλέξης Τσίπρας, κηρύσσοντας την έναρξη της «προεκλογικής περιόδου» με τη συμπλήρωση δύο ετών διακυβέρνησης ΝΔ με αιχμή του δόρατος το πρόγραμμα που ολοκληρώνεται στο τέλος του τριημέρου.
Δείτε ΕΔΩ αναλυτικά τις προγραμματικές δεσμεύσεις
«Οι θέσεις μας για το Νέο ΕΣΥ, την Εργασία, την Ανάκαμψη της Οικονομίας, την Παιδεία, τον Πολιτισμό, το Κοινωνικό Κράτος, την Ενίσχυση των Δημοκρατικών Θεσμών και την Καταπολέμηση της Διαφθοράς είναι τα πιο ισχυρά όπλα στα χέρια μας. Τα προγραμματικά μας διαπιστευτήρια στους πολίτες ως η επόμενη κυβέρνηση του τόπου» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στην προμετωπίδα του βρίσκονται το 800/35, δηλαδή άμεση αύξηση κατώτατου μισθού στα 800 ευρώ και υιοθέτηση – πρώτα πιλοτικά – του 35ωρου χωρίς μείωση μισθών, η ρύθμιση του πανδημικού χρέους με πρόβλεψη διαγραφής, η ισχυρή τόνωση του κοινωνικού κράτους με ανοικοδόμηση του Νέου ΕΣΥ με πόρους 7% του ΑΕΠ και έμφαση στην δημόσια δωρεάν Παιδεία με κατάργηση του νόμου Κεραμέως καθώς και η «πράσινη επανάσταση» ενάντια στην κλιματική κρίση που γίνεται κάθε μέρα και πιο ορατή διά γυμνού οφθαλμού.
Αν και ο κ. Τσίπρας απέφυγε να κάνει χρονική πρόβλεψη για τις κάλπες και αρκέστηκε να πει ότι «δεν θα αργήσουν», στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν πάντα στο μυαλό τους ενδεχόμενο εκλογικό αιφνιδιασμό το Σεπτέμβρη, σενάριο το οποίο αν και εξέταζε σοβαρά το Μέγαρο Μαξίμου φαίνεται να «καίγεται» λόγω της πανδημίας και της επέλασης της μετάλλαξης «Δέλτα» με τους πολίτες ακόμα ανεμβολίαστους σε ποσοστό άνω του 60%, καθώς και το Μεσοπρόθεσμο που κατέθεσε στη Βουλή ο Υπουργός Οικονομικών και συζητιέται αυτές της μέρες.
Σύμφωνα με αυτό και τις- υπεραισιόδοξες σύμφωνα με την Κουμουνδούρου – προβλέψεις του και δεδομένου ότι από το 2023 φαίνεται πως επιστρέφουν οι «απαράβατοι δημοσιονομικοί κανόνες» που έχουν ανασταλεί λόγω πανδημίας, το απώτατο όριο για να προκηρύξει εκλογές ο κ. Μητσοτάκης είναι ο Σεπτέμβρης του 2022. Και τούτο, διότι μετά το φθινόπωρο θα πρέπει να καταρτίσει τον Προϋπολογισμό του 2023, όπου θα αναγκαστεί να περιγράψει σαφή δημοσιονομικά – περιοριστικά μέτρα ώστε να «περάσει» από την Κομισιόν.
«Επιστροφή της Δικαιοσύνης»
«Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη απέτυχε και πρέπει να φύγει πριν δημιουργήσει και άλλα ερείπια, όσο πιο σύντομα τόσο καλύτερα για την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία» τόνισε χαρακτηριστικά, πρόσθεσε ότι «ξέρει ότι έχει αποτύχει και τώρα επενδύει ακόμα πιο πολύ στον διχασμό των πολιτών» και ζήτησε από το σύνολο του κόμματος να ριχτεί στη «μάχη για να επιστρέψει η Ελλάδα στο δρόμο της Δικαιοσύνης».
Πάνω στην αξία της «Δικαιοσύνης», που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του προγραμματικού τριημέρου του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας ξεδίπλωσε σπονδυλωτά το σύνολο της προγραμματικής δουλειάς που έχει γίνει τους τελευταίους έξι μήνες από το κόμμα και έχει παρουσιαστεί στις σχετικές θεματικές εκδηλώσεις.
Η επιμονή στην αξία της Δικαιοσύνης δεν αποτελεί τυχαία επιλογή της Κουμουνδούρου, καθώς οι πολιτικές ακραίας άμβλυνσης των ανισοτήτων που ακολουθεί η ΝΔ υπό τις οδηγίες Μητσοτάκη καθιστούν σύμφωνα με αξιωματούχους του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη «επιστροφής της στην εργασία, την οικονομία, την κοινωνία και εν τέλει την ίδια τη ζωή».
Όχι απλά διακυβέρνηση αλλά κυβέρνηση
Η χθεσινή ομιλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε ωστόσο αρκετές ειδήσεις για τη στρατηγική που φαίνεται να αναδιαμορφώνει η Κουμουνδούρου με την έξοδο από την καραντίνα και την επέλαση νομοθετικών πρωτοβουλιών που χαρακτηρίζονται «βαθιά αντιλαϊκές» (εργασιακό, ασφαλιστικό κλπ).
Πρώτα από όλα, ο κ. Τσίπρας είχε μία ποιοτική μεταβολή στη ρητορική του: Ενώ μέχρι πρότινος μιλούσε για προοδευτική διακυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ όταν θα πάρει διερευνητική εντολή μετά την απλή αναλογική, χθες ανέβασε σημαντικά τον πήχη μιλώντας ξεκάθαρα για νίκη, την οποία μάλιστα χαρακτήρισε «μονόδρομο». «Οι πολίτες να ξέρουν ότι νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές έστω και με μία ψήφο, σημαίνει ότι την επόμενη μέρα η χώρα θα έχει μία προοδευτική κυβέρνηση που θα κλείσει την παρένθεση της παρακμής».
Με τον τρόπο αυτό, είναι σαφής η πρόθεσή του για να τονώσει το ηθικό του «στρατεύματος» και να συσπειρώσει το εκλογικό ακροατήριο, να αμφισβητήσει «κάποιες δημοσκοπήσεις», να στείλει μήνυμα πως διαβλέπει ραγδαία επιδείνωση της φθοράς Μητσοτάκη και ΝΔ από το φθινόπωρο άμα τη εφαρμογή επί του πρακτέου των αντιλαϊκών νομοσχεδίων και να δώσει χαρακτήρα έκτακτης ανάγκης στην δουλειά όσμωσης με την κοινωνία, τις επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες που πρέπει να εντατικοποιήσει το επόμενο διάστημα το κόμμα με προοπτική τις κάλπες της απλής αναλογικής.
Δεύτερον, πέρα από τους εργαζόμενους και τη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, ο κ. Τσίπρας δείχνει πως επενδύει σημαντικά σε δύο ακόμα κοινωνικές ομάδες με ιδιαίτερη δυναμική, οι οποίες έχουν δεχθεί αλλεπάλληλα πλήγματα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη: Οι νέοι και οι άνθρωποι του Πολιτισμού. Και αν οι δεύτεροι έχουν ειδικό τραπέζι για τις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ στην δεύτερη μέρα της συνδιάσκεψης, οι πρώτοι είχαν την τιμητική τους σε πολλά σημεία της ομιλίας του κ. Τσίπρα, ο οποίος κατέληξε: «Δεν υπήρξε ποτέ κυβέρνηση που να στοχοποίησε τόσο τις νέες και τους νέους. Για τη σημερινή κυβέρνηση οι νέοι είναι Υπερμεταδότες στην πανδημία, παραβατικοί στις πλατείες, τεμπέληδες στα θρανία, αργόσχολοι στη δουλειά».
Αν και επέλεξε να στείλει σαφέστατα μηνύματα και στο εσωτερικό του κόμματος, επέλεξε να μην ανεβάσει τα ντεσιμπέλ, κάτι που φαίνεται πως θα ακολουθηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια του τριημέρου με επικέντρωση στα μείζονα του προγράμματος.
Χαρακτήρισε «προϋπόθεση νίκης» ένα «κόμμα που θα χωρά πολλούς και πολλές», ένα «που αντιλαμβάνεται πέρα για πέρα την ευθύνη απέναντι στο λαό, στραμμένο στον αντίπαλο, όχι στον εαυτό του. Σύγχρονο, ανοιχτό, νεανικό, όχι ένα κόμμα φοβικό και αγκυλωμένο. Αυτό είναι το κόμμα που θα βγει νικητής στις επόμενες εκλογές».
Τέλος, έκανε αναφορά στην ανάγκη «να διαφυλάττουμε ως κόρη οφθαλμού την εσωκομματική δημοκρατία, αλλά και την ενότητα στη βούληση και τη δράση».