«Πρόκειται, το δίχως άλλο, για μια αδιανόητη εκτροπή με σαφείς σκιές μεθόδευσης, για ένα βαρύ πλήγμα στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία και στη θεσμική αποστολή των μελών του κοινοβουλίου», δηλώνει η Αγγελική Αδαμοπούλου, με αφορμή την απόφαση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας να άρει την ασυλία της για έκφραση γνώμης, ενώ επισημαίνει: «Η απόφαση της πλειοψηφίας εγκαθίδρυσε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο προηγούμενο, ένα άτυπο «δεδικασμένο» με προεκτάσεις ολέθριες για την ελεύθερη πολιτική έκφραση».
«Η κυβέρνηση επιλέγει να ποινικοποιεί ευρύτερα την έκφραση στη δημόσια σφαίρα, ασκεί λογοκρισία στην ελεύθερη δημοσιογραφία, θέτει ασφυκτικούς περιορισμούς στην άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων και εφαρμόζει το δογμα νόμος, τάξη και αστυνομοκρατία. Η καταστολή και ο αυταρχισμός είναι η ψευδαίσθηση θωράκισής της απέναντι στους κοινωνικούς κλυδωνισμούς που προκαλούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές της», σημειώνει χαρακτηριστικά η βουλευτής του ΜέΡΑ25, με τη συνέντευξή της στο iEidiseis.
Γιατί θεωρείτε δίωξη και μάλιστα με πολιτικές σκοπιμότητες την άρση της ασυλίας σας κυρία Αδαμοπούλου;
Η έγκληση της Ένωσης Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας Κεντρικής Μακεδονίας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα στρατηγικής έγκλησης κατά τα πρότυπα των γνωστών διεθνώς strategic lawsuits against public participation (SLAPP), οπότε και ένδικες αξιώσεις και διωκτικά αιτήματα κατατίθενται και υποβάλλονται με σκοπό τη φίμωση της δημόσιας κριτικής σχετικά με ζητήματα κοινωνικού ή πολιτικού ενδιαφέροντος. Πραγματικός απώτατος σκοπός τέτοιων μηνύσεων δεν είναι η δικαίωση στη δικαστική υπόθεση, αλλά ο εκφοβισμός και στιγματισμός όσων ασκούν κριτική μέσω της ηθικής και οικονομικής εξουθένωσής τους.
Η άρση ασυλίας μου αποτελεί παρακολούθημα αυτής της λογικής. Πρόκειται, το δίχως άλλο, για μια αδιανόητη εκτροπή με σαφείς σκιές μεθόδευσης, για ένα βαρύ πλήγμα στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία και στη θεσμική αποστολή των μελών του κοινοβουλίου. Η απόφαση της πλειοψηφίας εγκαθίδρυσε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο προηγούμενο, ένα άτυπο «δεδικασμένο» με προεκτάσεις ολέθριες για την ελεύθερη πολιτική έκφραση. Συντασσόμενοι με την στρατηγικά καταχρηστική έγκληση ενός πρωτοβάθμιου συνδικαλιστικού σωματείου αστυνομικών, οι 162 συνάδελφοί μου επέλεξαν απολύτως συνειδητά ότι είναι σημαντικότερο για τους ίδιους και για τον πολιτικό μας πολιτισμό να χαϊδέψουν ένα προσφιλές ακροατήριο παρά να περισώσουν την τιμή του κοινοβουλευτισμού από τον απόλυτο διασυρμό, παρά να σταθούν ενάντιοι στην χυδαία απόπειρα φίμωσης του δημόσιου πολιτικού λόγου. Μόνο έτσι, άλλωστε, εξηγείται η ασύλληπτη λογική του παραλόγου που αποτέλεσε τη βασική κατευθυντήρια παραδοχή τους, ότι δηλαδή μια ομιλία από το βήμα της Ολομέλειας μπορεί και να μην αποτελεί τελικά άσκηση βουλευτικού καθήκοντός ή πολιτική δραστηριότητα.
Επιμένετε ότι υπάρχουν αστυνομικοί που μπαίνουν στις πορείες και προκαλούν τα επεισόδια;
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας μου στην Ολομέλεια, κατέθεσα στα πρακτικά πλήθος ρεπορτάζ με φωτογραφικό υλικό, σοβαρές καταγγελίες πολιτικών προσώπων, πρώην Υπουργών Προστασίας του πολίτη, ακόμα και στελεχών της ΕΛΑΣ ως ενδεικτικές αναφορές, αντίστοιχες με τη δήλωσή μου. Το υλικό αυτό ήταν αρκετό για να αναδείξει τον φαρισαϊσμό κάποιων που έπεσαν από τα σύννεφα με την τοποθέτησή μου αυτή. Σε κάθε περίπτωση όμως, αξίζει να υπογραμμίσω ότι ταυτόχρονα με την επίμαχη δήλωση, από το βήμα της Βουλής είχα προτείνει στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, στον κ.Χρυσοχοϊδη, να πάρει μία νομοθετική πρωτοβουλία, προκειμένου το αστυνομικό Σώμα να εκσυγχρονιστεί, να εκδημοκρατιστεί και να εξοπλιστεί με τα κατάλληλα εκπαιδευτικά εργαλεία, κατ’ εφαρμογή και σε εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές πρακτικές, ώστε να ενισχυθεί θεσμικά στον προστατευτικό του ρόλο σε σχέση με την δημόσια ασφάλεια. Είναι συχνά τα ίδια τα συνδικαλιστικά σωματεία των Αστυνομικών που φέρνουν στο φως φαινόμενα παθογένειας εντός των κόλπων της ΕΛΑΣ και διεκδικούν ριζικές μεταρρυθμίσεις που να επιφέρουν τομές σε επίπεδο κατάρτισης, αξιολόγησης και επιχειρησιακού σχεδιασμού.
Εκτιμάτε ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία ποινικοποιεί την πολιτική ζωή; Και γιατί να το πράξει η κυβέρνηση;
Η άρση ασυλίας μου είναι εξόφθαλμη περίπτωση ποινικοποίησης της δημόσιας κριτικής και του δημόσιου πολιτικού λόγου που στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα τιμωρητικής λογοκρισίας, χειραγώγησης και φαλκίδευσης του απεριόριστου δικαιώματος της γνώμης του Βουλευτή, όπως το κατοχυρώνει το άρ.60 του Συντάγματος. Όπως δήλωσε ο γενικός γραμματέας του ΜέΡΑ25, «σε ποιες χώρες έχει διωχθεί, ποινικά, βουλευτής για πράγματα που είπε από το βήμα της Βουλής; Έως σήμερα μόνο στην Ουγγαρία και στην Τουρκία. Από σήμερα, ελέω Κυριάκου Μητσοτάκη, και στην Ελλάδα – αρχής γενομένης με την άρση της ασυλίας της βουλεύτριας του ΜέΡΑ25 Αγγελικής Αδαμοπούλου. Το ότι αυτά που είχε πει η Αγγελική από το βήμα της Βουλής ήταν και ορθά και απολύτως τεκμηριωμένα δεν είναι το ζήτημα. Το ζήτημα είναι ότι διώκεται ποινικά βουλευτής για πράγματα που είπε από το βήμα της Βουλής! Η ελευθερία λόγου έχει νόημα μόνο αν εξασφαλίζει το δικαίωμα σε βουλευτές να πουν πράγματα που κάποιοι δεν θέλουν να ακούσουν.
Σήμερα, ο κ. Μητσοτάκης διέταξε τους βουλευτές του να ψηφίσουν την κατάργησή της – την κατάργηση της ελευθερίας του λόγου. Ούτε στα πέτρινα χρόνια της ΕΡΕ δεν είχαν τολμήσει κάτι τέτοιο»! Η κυβέρνηση επιλέγει να ποινικοποιεί ευρύτερα την έκφραση στη δημόσια σφαίρα, ασκεί λογοκρισία στην ελεύθερη δημοσιογραφία, θέτει ασφυκτικούς περιορισμούς στην άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων και εφαρμόζει το δόγμα νόμος, τάξη και αστυνομοκρατία.
-Η κυβέρνηση επιλέγει να ποινικοποιεί ευρύτερα την έκφραση στη δημόσια σφαίρα, ασκεί λογοκρισία στην ελεύθερη δημοσιογραφία, θέτει ασφυκτικούς περιορισμούς στην άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων και εφαρμόζει το δόγμα νόμος, τάξη και αστυνομοκρατία
Η καταστολή και ο αυταρχισμός είναι η ψευδαίσθηση θωράκισής της απέναντι στους κοινωνικούς κλυδωνισμούς που προκαλούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές της. Επιλογές με το πιο αντικοινωνικό πρόσημο που φτωχοποιούν, μειώνουν μισθούς και συντάξεις, αφήνουν ανοχύρωτη την υπό κατάρρευση δημόσια υγεία εν μέσω του οδοστρωτήρα της πανδημίας, ανοίγουν την κερκόπορτα σε μαζικούς πλειστηριασμούς, αυξάνουν τα κοινωνικά χάσματα και τις ανισότητες. Ο εξορμπανισμός της είναι η βίαιη απάντησή της στους κοινωνικούς κραδασμούς που συνεπάγεται η εκ μέρους της συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους δικαίου, είναι η απρόσφορη απόπειρά της να μειώσει το πολιτικό κόστος των επιλογών της.
Η καταστολή και ο αυταρχισμός είναι η ψευδαίσθηση θωράκισής της απέναντι στους κοινωνικούς κλυδωνισμούς που προκαλούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές της
Συνολικότερα πώς κρίνετε την πορεία της κυβέρνησης έως τώρα;
Βρισκόμαστε εν μέσω μίας πολυεπίπεδης κρίσης, υγειονομικής και οικονομικής, όμως η κυβέρνηση αποδεικνύει κάθε μέρα το φιάσκο της και τις παλινωδίες την στην υγειονομική διαχείριση της πανδημίας, αφήνοντας αποδυναμωμένο το ΕΣΥ και προστατεύοντας από την άλλη με όρους κρατικού προστατευτισμού τα ιδιωτικά θεραπευτήρια, στο όνομα της εμμονής της με τα ιδιωτικά ολιγαρχικά συμφέροντα. Παράλληλα, μη γενναία είναι τα μέτρα στήριξής της προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν καθημερινά τον κίνδυνο του λουκέτου, ενώ οι εργαζόμενοι γίνονται αποδέκτες αντεργατικών μεθοδεύσεων και πρακτικών, όπως είναι οι καταχρηστικές και παράνομες απολύσεις, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τα αμφιλεγόμενα προγράμματα εθελουσίας εξόδου και η επινοικίαση από θυγατρικές εταιρείες, χωρίς τις αντίστοιχες ασφαλιστικές δικλείδες.
Είναι στρατηγική η επιλογή της να καταργήσει την προστασία της πρώτης κατοικίας και να ανοίξει το δρόμο στους μαζικούς πλειστηριασμούς, να μειώνει τις κοινωνικές δαπάνες όταν η διασπάθιση του δημοσίου χρήματος με τη λίστα Πέτσα, τις απευθείας αναθέσεις και το κομματικό-επιτελικό κράτος, δεν έχει τέλος. Είναι μεθοδευμένη εκ μέρους της η διακυβέρνηση με όρους αδιαφάνειας και εξυπηρέτησης τραπεζικών και μεγαλοεπιχειρηματικών συμφερόντων με τον περιβόητο νόμο που οδηγεί στην απαλλαγή δεκάδων μεγαλοστελεχών τραπεζών, επιχειρηματιών, όταν από την άλλη εκπαραθυρώνονται και διώκονται με τον πιο αθέμιτο τρόπο Δικαστές που διερευνούν σκάνδαλα μείζονος κοινωνικού ενδιαφέροντος. Στο δε ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η μη επιβολή κυρώσεων εκ μέρους των Ευρωπαίων εταίρων αποτελεί ηχηρό διπλωματικό φιάσκο της κυβέρνησης που παραμένει θεατής παθητικός των εξελίξεων. Απεμπολώντας το βέτο της η κυβέρνηση εκτέθηκε στο εσωτερικό της, αλλά και διεθνώς.
Ναι, αλλά η εναλλακτική λύση; Τι προτείνετε;
Απέναντι στην πολύπλευρη αυτή ζοφερή κατάσταση, το ΜέΡΑ25 έχει καταθέσει τροπολογίες και προτάσεις νόμου με στοχευμένα, ρεαλιστικά και εμπροσθοβαρή μέτρα, όπως η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία μας για άμεση ενίσχυση του ΕΣΥ. Προτείνουμε τη λήψη μέτρων όπως μονιμοποίηση των επικουρικών του ΕΣΥ με εμπειρία και ειδικότητα, άμεση πρόσληψη ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού από τους καταλόγους που ήδη έχει το Υπουργείο, τουλάχιστον εβδομαδιαία δωρεάν τεστ όλου του προσωπικού του ΕΣΥ, επίταξη (και όχι ενοικίαση) με σκοπό την άμεση ένταξη στο ΕΣΥ των ιδιωτικών κλινικών και κέντρων αποκατάστασης που μπορούν να βοηθήσουν.
Παρομοίως, στα εθνικά θέματα έχουμε θέσει ως στόχο εξ’ αρχής την πολυμερή διαπραγμάτευση των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ όπου η Τουρκία δεν μπορεί να θέτει άλλα θέματα για γκρίζες ζώνες κλπ.Στο πλαίσιο αυτό ο γραμματέας του ΜέΡΑ25 κάλεσε τον πρωθυπουργό να συγκαλέσει διάσκεψη των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου χωρίς την επιδιαιτησία των μεγάλων, καθώς μια τέτοια πρωτοβουλία θα οδηγούσε είτε στην απομόνωση της Τουρκίας ή στην αναγνώριση από την πλευρά της Τουρκίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Κατά την συζήτηση και ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού καταθέσαμε στη Βουλή ολοκληρωμένη πρόταση νόμου για την προστασία των πολιτών από την εντεινόμενη οικονομική κρίση. Πρόκειται για μία πρόταση κρατικού προϋπολογισμού για το 2021 μαζί με πρόταση νόμου θεσμικών τομών που θα βοηθήσουν στην ανάκτηση εθνικής κυριαρχίας επί των εργαλείων χωρίς τα οποία κανένα κράτος δεν μπορεί να προστατεύει τους πολίτες του. Πρόκειται για μέτρα Ουσιαστικής Στήριξης των Μικρομεσαίων με Ολοσχερές κούρεμα των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών που ανεστάλησαν το 2020 – συγκεκριμένα €1568 εκ. το 2020. Πρόκειται για δίκαιες και αποτελεσματικές Φορολογικές Τομές και για Θεσμικές Τομές που απαιτούνται για την ανάκτηση εθνικής κυριαρχίας επί δημοσίων εσόδων, φορολογικού λογισμικού και, βέβαια, σε ό,τι έχει μείνει από την δημόσια περιουσία.