Ο Πόλεμος ευθύνη των στρατιωτικών ή των πολιτικών;
Η παλαιά φιλελεύθερη αντίληψη του 19ου αιώνα ότι οι στρατιωτικοί προτείνουν πόλεμο και οι πολιτικοί με μετριοπάθεια συγκρατούν την κατάσταση, για να δώσουν λύσεις μέσω διαπραγματεύσεων, είναι ξεπερασμένη. Στη χώρα μας υπήρχε ανέκαθεν δυσπιστία ανάμεσα στους στρατιωτικούς και στους πολιτικούς. Οι πρώτοι θεωρούνταν από τους πολιτικούς σαν κάποιοι τύποι με αρειμάνια μουστάκια που ήξεραν μόνο να διατάσσουν και να κάνουν πραξικοπήματα και οι πολιτικοί θεωρούνταν από τους στρατιωτικούς σαν κομματικοί παράγοντες.
Τελικά επικράτησε, διεθνώς, η αντίληψη της ενότητας στη θεώρηση των πραγμάτων με την ανώτατη ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων να σκέφτεται και πολιτικά και την πολιτική ηγεσία να είναι υποχρεωμένη να εξετάζει και τις κυριότερες πτυχές μιας ένοπλης σύγκρουσης ή ακόμη και τη διαχείριση μιας κρίσης. Μια κρίση με χαρακτηριστικά στρατιωτικής αντιπαράθεσης ή ακόμη περισσότερο ένας πόλεμος δεν μπορεί να διεξαχθεί πολιτικά στις στρατιωτικές του λεπτομέρειες, όμως οφείλει να καθοδηγείται πολιτικά και η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία θα πρέπει να ταυτίζονται στις αποφάσεις μια και έχουν κοινούς σκοπούς. Ο πόλεμος ήταν και είναι «συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα» όπως έλεγε ο Clauzewitz, άρα συνέχειά της και όχι το αντίστροφο.
Οι συγχύσεις και η έλλειψη έρευνας
Δεν υπάρχει πεδίο έρευνας με περισσότερες συγχύσεις τις τελευταίες δεκαετίες από την άμυνα και τις συγκρίσεις με τις τουρκικές δυνατότητες.
Η εύκολη για κάποιους μέθοδος αλλά και επιπόλαιη, είναι η ποσοτική σύγκριση. Άρματα με άρματα, αεροσκάφη με αεροσκάφη, φρεγάτες με φρεγάτες. Έτσι, η δημοσιογραφική ανάλυση αποκτά επιφάνεια ‘’επιστημονική’’ και αυτή με τη σειρά της επηρεάζει απευθείας τα πολιτικο-στρατιωτικά κέντρα των αποφάσεων, τα οποία θέλουν να εντυπωσιάσουν με την αγορά υπερσύγχρονων μέσων. Οι στρατιωτικοί περιχαρείς γιατί αποκτούν συστήματα υψηλής τεχνολογίας.
Οι πολιτικοί και αυτοί το ίδιο γιατί επικοινωνιακά εντυπωσιάζουν και συγχρόνως δέχονται τα συγχαρητήρια και την υποστήριξη μεγάλων κρατών-κατασκευαστών και οι εγχώριοι προμηθευτές φυσικά ενθυλακώνουν τα αξιοπρόσεκτα ποσοστά τους, εκτός από κάποια ποσά που διαρρέουν στους ενδιάμεσους.
Σε όλες τις επιστήμες υπάρχει η θεωρία, η έρευνα και η υλοποίηση με πολλές εφαρμογές. Στη συνέχεια επανεξετάζονται οι διάφορες εφαρμογές, γίνονται διορθώσεις η ακόμη και ριζικές αναθεωρήσεις.
Στη στρατιωτική επιστήμη υπάρχουν αυτά; Παγκόσμια φυσικά ναι, στη χώρα μας σε περιορισμένη κλίμακα. Υπήρχαν και στη χώρα μας; Ναι, αν ψάξει κάποιος θα βρει συγγράμματα ή μεταφράσεις πρωτοπόρων ξένων συγγραφέων, πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως του Δαβάκη, του προασπιστή της Πίνδου ή ακόμη παλιότερα του Βελισσαρίου, του απελευθερωτή των Ιωαννίνων, δεν θα βρει όμως σχεδόν κανένα τις δεκαετίες μετά το 1970. Η εξήγηση έχει σχέση με τις προτεραιότητες και τον «εσωτερικό» εχθρό.
Ο «εσωτερικός» εχθρός
Η δυσπιστία που επικράτησε μετά τον εμφύλιο, η προτεραιότητα στον εσωτερικό εχθρό και η ανάθεση της άμυνας των εξωτερικών από βορρά συνόρων στους συμμάχους, προκάλεσε
μια παραλυτική αδράνεια, η οποία δεν νέκρωσε μόνο την αποτελεσματικότητα των ενόπλων δυνάμεων αλλά και την ίδια τη θεωρία. Στις στρατιωτικές σχολές διδάσκονταν ετερόκλητα μαθήματα, χωρίς προσανατολισμό και η στρατιωτική εκπαίδευση παραμελήθηκε. Αντίθετα, επιβλήθηκε μια σκληρή πειθαρχία χωρίς περιεχόμενο και επιφανειακή, αναγκαία όμως για την μετεμφυλιακή περίοδο και μια ενασχόληση με θέματα ασφάλειας, απότοκος της αντίληψης του εσωτερικού εχθρού, που βρίσκεται δήθεν παντού. Μετά το 1974, μαζί με τη μεταφορά στρατιωτικών μονάδων στα ανατολικά σύνορα έγινε τεράστια προσπάθεια να καλυφθούν τα κενά με αγορές ακριβών οπλικών συστημάτων. Συντηρήθηκαν όμως οι παλιές θεωρίες και συνήθειες.
Το σημείο καμπής
Μετά τα γεγονότα στα Ίμια το 1996, διευκρινίστηκαν οι προθέσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο. Η άμυνα της νησιωτικής χώρας από την κλασική προστασία των μεγάλων νησιών επεκτάθηκε και στην προστασία των μικρονήσων και βραχονησίδων. Οι προτεραιότητες από την προάσπιση του εναερίου χώρου επεκτάθηκαν και στη θάλασσα. Η Τουρκία δεν απειλεί πλέον μόνο τα γειτονικά στις ακτές της νησιά αλλά φτάνει μέχρι και στη μέση του Αιγαίου, στον 25ο μεσημβρινό.
Αρχίζει η αμφισβήτηση όλων των στρατηγικής σημασίας νήσων, ακόμη και της Γαύδου. Οι υπερεξοπλισμοί που ξεκίνησαν τότε, όχι πάντοτε αναγκαίοι, με εμμονή σε ότι πιο καινούργιο υπήρχε, προσανατολίσθηκαν στην γερμανική αγορά, μια και υπήρχε η αντίληψη ότι έτσι ενισχύουμε την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και την Ε.Ε. σε αντιπαράθεση με την αμερικανική μονοκρατορία. Οι εξοπλισμοί συνοδεύτηκαν από διαφθορά και ενέτειναν την αντίληψη ότι όλα τα λύνει η ακριβή τεχνολογία. Δεν χρειάζονται μυαλά, δεν χρειάζονται νέες τακτικές, τα πράγματα θα τα παρασύρουν οι μηχανές. Ήταν η ίδια αντίληψη που κυριάρχησε στις βιομηχανικές χώρες την εποχή του μεσοπολέμου. Μόνο που εκεί συνδέθηκε ο πόλεμος με την πολιτική, όπως είναι φυσικό.
Το τουρκικό στρατιωτικό δυναμικό
Στην Τουρκία, οι στρατιωτικοί με βάση το κεμαλικό σύνταγμα ήταν η άρχουσα τάξη που αποφάσιζε για τον πόλεμο και την ειρήνη και επόμενα είχαν την ευθύνη και σχεδίαζαν μεθοδικά και σε βάθος χρόνου. Μέχρι το 1974 οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν είχαν ιδιαίτερη μαχητική αξία. Δεν είχαν εμπειρία από τον Β΄Π.Π., στην Κορέα είχαν γελοιοποιηθεί σε αρκετές περιπτώσεις και η επιχείρηση στην Κύπρο παρά την επιτυχία γι αυτούς ήταν μια απλή αποβίβαση και όχι απόβαση που πέτυχε χάριν των ελληνικών λαθών και της ελληνικής αδράνειας, η οποία προκλήθηκε από την εμμονή στον ‘’εσωτερικό’’ εχθρό και την αντιπατριωτική και φοβική στάση της στρατιωτικής χούντας. Το αμερικανικό εμπάργκο όπλων, μετά την εισβολή, έδωσε την πρώτη ώθηση στην τουρκική αμυντική βιομηχανία, η οποία στηριγμένη σε εθνικά κεφάλαια και χωρίς δεσμεύσεις έφτασε να παράγει προϊόντα υψηλής τεχνολογίας.
Οι τουρκικές στρατιωτικές αγορές στόχευαν εκεί που έδειχναν τα στρατηγικά σχέδιά τους. Στην αρχή έδωσαν προτεραιότητα σε αποβατικά, μετά σε αεροσκάφη για να ισορροπήσουν το ελληνικό πλεονέκτημα, κύρια με τα Mirage, μετά σε μεταχειρισμένα άρματα Leopard, για να ισορροπήσουν της ελληνική αγορά σε καινούργια Leopard, μετά σε φρεγάτες και κορβέτες, όταν έβαλαν σαν δόγμα την κυριαρχία στις θάλασσες.
Προς το τέλος του προηγούμενου αιώνα δεν ισορρόπησαν απλά αλλά έχουν πλέον αποκτήσει σημαντικό ποσοτικό πλεονέκτημα. Τελευταία, δίνουν βάρος στα θέματα Intelligence, αγοράζοντας αλλά και παράγοντας πολλούς τύπους drones, ακόμη και εξοπλισμένων, την παρουσία των οποίων βλέπουμε μέχρι και στη Λιβύη. Η κατασκευή μαζί με την Ισπανία, μικρού αεροπλανοφόρου, αλλά και η προμήθεια μεταφορικών αεροσκαφών μεγάλου βεληνεκούς (Α-400Μ) δείχνουν τις προθέσεις για επιχειρήσεις σε μακρινές περιοχές, σε μια προσπάθεια να θεωρηθεί περιφερειακή δύναμη. Οι συμμαχίες της με Κατάρ, Σουδάν, Λιβύη, πρέπει να υποστηριχτούν και στρατιωτικά. Το πρόσφατο τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, σε συνδυασμό με την σταδιακή απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από την Μεσόγειο και την Ευρώπη, για να μεταφερθούν, πιθανόν, στον Ειρηνικό και τις παραπάνω τουρκικές δυνατότητες, δείχνουν τους κινδύνους από μια αναπλήρωση του κενού από την Τουρκία.
Το ελληνικό δυναμικό
Οι ελληνικές στρατιωτικές αγορές μέχρι τα μνημόνια, αποσκοπούσαν σε μαζική αγορά υψηλής τεχνολογίας, χωρίς να διασφαλίζεται η υποστήριξη, που συνήθως αποτελεί το 75% του κόστους, για 20 περίπου χρόνια. Έτσι, την περίοδο των μνημονίων, η κατάσταση επιβαρύνθηκε με προβλήματα συντήρησης, σε ασφυκτικό οικονομικό περιβάλλον. Το 85% περίπου των δαπανών άμυνας δίνονται για αμοιβές προσωπικού, τα κονδύλια μειώθηκαν, η θητεία μειώθηκε και αυτό αποστέρησε από προσωπικό, η απουσία σοβαρής δομής, η αμυντική βιομηχανία, ανέκαθεν προβληματική, υπέστη μεγάλη ζημιά από εμμονή της τρόϊκας, που επιδίωκε την νέκρωσή της για να εξαρτηθούμε από τις γερμανικές βιομηχανίες και να προσανατολισθούμε εκ νέου σε νέες αγορές, οι οποίες και θα επιβάρυναν εκ νέου το χρέος. Παράλληλα, διατηρήθηκε και υλικό που θα έπρεπε να έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια, όπως τα ελικόπτερα Χιούϊ (UH-1H) της εποχής Βιετνάμ.
Σε ότι αφορά τη δομή των Ενόπλων Δυνάμεων, κύρια του Στρατού Ξηράς, η μελέτη που παρέδωσα σαν υφυπουργός Άμυνας το Ά εξάμηνο του 2015, αντανακλά τις απόψεις μου. Δεν αντέχουμε να συντηρούμε τόσες πολλές μονάδες. Ούτε μπορούμε να έχουμε το μισό στρατό στα βόρεια σύνορα, όπου δεν υπάρχει στρατιωτική απειλή, για λόγους συντήρησης των τοπικών κοινωνιών και ψηφοθηρικούς λόγους. Δεν χρειάζονται τόσες ειδικές δυνάμεις, που στην ουσία δεν είναι ειδικές δυνάμεις. Δεν μπορούμε να συντηρούμε τόσο μεγάλο αριθμό εκπαιδευτικών αεροσκαφών, όταν πετάει μικρός αριθμός και είχαν παραγγελθεί για εξωστρατιωτικούς λόγους. Δεν χρειάζεται σπατάλη του λιγοστού προσωπικού σε καθήκοντα περιμετρικής φύλαξης στρατοπέδων αντί της επιχειρησιακής εκπαίδευσης.
Δεν χρειάζεται αυτές τις μέρες να παραγγέλλουμε νέα ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα όταν έχουμε παλιότερα που κάνουν τη δουλειά τους.
Δεν χρειάζονται σπατάλες ενώ έχουμε προβλήματα συντήρησης.
Και τώρα τι κάνουμε για την Άμυνα;
- Ανταλλακτικά-ανταλλακτικά-ανταλλακτικά (κύρια για μαχητικά και μεταφορικά αεροσκάφη, φρεγάτες αλλά και για τα άλλα κύρια υλικά και μέσα).
- Εκπαίδευση ρεαλιστική, σύμφωνα με τις επιχειρησιακές απαιτήσεις, ημέρα και νύχτα.
- Μείωση των στρατηγείων και μονάδων.
- Εκσυγχρονισμός φρεγατών στα ελληνικά ναυπηγεία. Όχι αγορά μη δοκιμασμένων μέσων.
- Αξιοποίηση όλων των υπαρχόντων μέσων παλαιών και σύγχρονων (όπως τα ελικόπτερα ΝΗ-90).
- Εκσυγχρονισμός των αντιαεροπορικών των νησιών.
- Προμήθεια συστημάτων Intelligence και drones.
- Προμήθεια ταχύπλοων για τα νησιά.
Οι πολεμικές επιχειρήσεις θα κριθούν από την μεταφορά μαχητικής ισχύος από νησί που δεν απειλείται σε απειλούμενο ή από ακτή σε ακτή. Το ίδιο για τον Έβρο για χερσαίες ταχυκίνητες μονάδες ή ελικόπτερα. Θα πρέπει την κρίσιμη στιγμή, να πετύχουμε υπεροχή σε τόπο και χρόνο. Και αυτό γίνεται με ταχυκίνητες, ευέλικτες μονάδες, ελικόπτερα και ταχύπλοα. Η κινητικότητα (ευελιξία) θα μας σώσει όχι η υπεροπλία.
Μεταφορά προσωπικού από την βόρεια Ελλάδα και το εσωτερικό, όπου πλέον δεν υπάρχει στρατιωτική απειλή, στις μονάδες των ανατολικών συνόρων, με παράλληλη φροντίδα για τη διαβίωσή τους.
Διακλαδική (Joint) χρησιμοποίηση των μέσων και διοίκησή τους. Ο πόλεμος δεν γίνεται με αεροπλάνο εναντίον αεροπλάνου, πλοίο εναντίον πλοίου και άρμα εναντίον άρματος. Κερδίζει όποιος σπάσει την αλυσίδα του άλλου στον δυνατό του κρίκο ή τοπικά στον ασθενή κρίκο.
Άμεσες προσλήψεις και ενίσχυση ρευστότητας των αμυντικών βιομηχανιών.
Αποδέσμευση από ασφυκτικούς κανόνες της Ε.Ε. σε ότι αφορά τους διαγωνισμούς για ανταλλακτικά. (Κάτι που τηρείται μάλλον μόνο από εμάς).
Η σημερινή κρίση με την Τουρκία. Γεωπολιτική ή οικονομική αντιπαράθεση;
Η ιστορική και πολιτική ανάλυση διαπιστώνει τάσεις και εκτιμά δυνατότητες και δεν προβλέπει γεγονότα. Η ποσοτική ανάλυση από μόνη της δεν μπορεί να προβλέψει τη δυναμική σε ορισμένο χρόνο και τόπο, πολύ περισσότερο όταν παραβλέπει τη βούληση των αντιπάλων. Στην περίπτωση μιας ελληνο-τουρκικής κρίσης τύπου Ιμίων ή θερμότερου επεισοδίου, με πιθανότητες επέκτασης σε ολοκληρωτική σύγκρουση, ξέρουμε με σχετική σιγουριά ότι δεν θα εμπλακούν αρχικά τρίτες δυνάμεις. Επόμενα, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε έξυπνα και σκληρά την πρόκληση. Η τουρκική πλευρά για να πετύχει τους σκοπούς της δεν θα υπολογίσει απώλειες και το ίδιο οι μερικές απώλειες δεν πρέπει να σταθούν εμπόδιο στην υπεράσπιση κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Η Τουρκία με πλεόνασμα γεωπολιτικού δυναμικού και ενέργειας κοιτάζει αδιάκοπα πέρα από τα σύνορά της. Η Ελλάδα από το 1974 έχει περιορισθεί σε μια «παθητική αυτοσυντήρηση», με διστακτικότητα ενώ είναι στραμμένη στην βοήθεια των ‘’συμμάχων’’ που ποτέ δεν θα προστρέξουν, τουλάχιστον στην πρώτη φάση μιας ένοπλης σύγκρουσης.
Η αντίδραση στο πρώτο πλήγμα, και αυτό δεν είναι ο πρώτος πυροβολισμός, αλλά μια συνδυασμένη ενέργεια κλίμακος, πρέπει να είναι άμεση και ισχυρή, με προσβολή των κέντρων βαρύτητας του εχθρικού δυναμικού. «Άλλο ο αμυντικός χαρακτήρας του πολέμου κι άλλο η αμυντική διεξαγωγή του πολέμου». Η υποχωρητικότητα που δείχνει η σημερινή κυβέρνηση στον Έβρο και στο Αιγαίο δεν είναι «υπέρβαση του εθνικισμού» ούτε «ευρωπαϊκή» αντίληψη. Η «συνεκμετάλλευση» δεν είναι η λύση γιατί αυτή είναι οικονομική αντιμετώπιση των θεμάτων κυριαρχίας και αυτό είναι νεοφιλελευθερισμός και λάθος. Η λύση είναι να αντιμετωπίσουμε αποφασιστικά τις προκλήσεις όχι επιζητώντας την σύγκρουση αλλά ούτε με παραλυτική αδράνεια.