Πολιτική

Σωτήρης Σέρμπος: Να επιστρέψουμε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης

«Έχοντας ολοκληρώσει πολυάριθμους γύρους ενημέρωσης εταίρων, συμμάχων αλλά και τρίτων χωρών ως προς το μείζον θέμα της εθνικής μας ασφάλειας, είναι καιρός να επιστρέψουμε στο τραπέζι του σχεδιασμού, της διαβούλευσης και των αποφάσεων», τονίζει ο αναπληρωτής καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο.

Ο χρόνος αποτελεί μια κρίσιμη παράμετρο στη διεθνή πολιτική και οφείλουμε να τον αξιοποιήσουμε ωφέλιμα και προδραστικά. Έχοντας ολοκληρώσει πολυάριθμους γύρους ενημέρωσης εταίρων, συμμάχων αλλά και τρίτων χωρών ως προς το μείζον θέμα της εθνικής μας ασφάλειας, είναι καιρός να επιστρέψουμε στο τραπέζι του σχεδιασμού, της διαβούλευσης και των αποφάσεων. Ξεκινώντας από το φυσικό μας χώρο, εκείνον της Ε.Ε και της προσπάθειας ευθυγράμμισης του εθνικού συμφέροντος με τα σημερινά γεωπολιτικά διακυβεύματα που καλείται να επωμιστεί η Ευρώπη.

Σε δέκα ημέρες, η Γερμανία αναλαμβάνει την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. Με την καγκελάριο Μέρκελ να θέτει στο τραπέζι έως και την υστεροφημία της ως προς την πορεία της ενωμένης Ευρώπης. Με μια ατζέντα το λιγότερο φιλόδοξη και ιδιαίτερα απαιτητική, μεταξύ άλλων και για την Ελλάδα. Ως προς το σκέλος των εξωτερικών σχέσεων αλλά και της πολιτικής διεύρυνσης, αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία. Προκειμένου η χώρα μας να εκκινήσει τη συζήτηση ζητώντας την τοποθέτηση του πλέγματος των ευρωτουρκικών σχέσεων στο ευρύτερο περιβάλλον των γεωπολιτικών ανταγωνισμών που λαμβάνουν χώρα σε αυτό που ονομάζουμε ευρωπαϊκή γειτονιά και εγγύς εξωτερικό. Έχοντας υπόψη τις τρέχουσες δυναμικές των διατλαντικών σχέσεων στα πεδία της ασφάλειας και της άμυνας από κοινού με την αδήριτη ανάγκη για μια περισσότερο ισορροπημένη κατανομή βαρών μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού.

Σε αυτό το πλαίσιο, τα ζητήματα της ασφάλειας στο Νότο θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω της αναβάθμισης των ικανοτήτων της Ένωσης για παρέμβαση και διαχείριση κρίσεων. Οι οποίες και θα κληθούν να δοκιμαστούν στις γεωπολιτικές αρένες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Μεταξύ άλλων, ο αγώνας της Ευρώπης προκειμένου καταστεί περισσότερο στρατηγική, περιλαμβάνει την κριτική εξέταση μιας ποικιλίας εναλλακτικών μοντέλων διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης που θα ανατρέψουν το σημερινό αδιέξοδο μεταξύ Τουρκίας και Ε.Ε. Επιτρέποντας στην Ευρώπη να επεκτείνει τη θεσμική της περίμετρο, διεκδικώντας εκ νέου την επιρροή της από κοινού με την ικανότητα της για προβολή σταθερότητας με μεγαλύτερο βαθμό αποτελεσματικότητας. Τόσο ως προς την πρόληψη όσο και ως προς τη διαχείριση κρίσεων σε γεωγραφικές ζώνες που εξακολουθούν να διαμοιράζονται σε ανταγωνιστικές σφαίρες επιρροής.

Εκπονώντας μια εμπροσθοβαρή συμφωνία που θα σέβεται και θα αναγνωρίζει τον αυτοπροσδιορισμό των δύο μερών. Υπερβαίνοντας το παλαιότερο τουρκικό δίλημμα μεταξύ εξευρωπαϊσμού και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής. Μιας στρατηγικής σύμπραξης η οποία πέρα από την αναγνώριση των κοινών συμφερόντων μεταξύ των δύο μερών θα ξεδιπλώνεται στη βάση επιμέρους αρχών και αξιών, συμβατών με τις κεντρικές πολιτικές νόρμες της διεθνούς τάξης. Μετουσιώνοντας τις πολλαπλές διαστάσεις της ευρωπαϊκής ήπιας ισχύος σε γεωπολιτική επιρροή.

Για να το θέσουμε απλά. Στην περίπτωση της Τουρκίας, μια πολιτική μαστιγίου χωρίς καρότο είναι καταδικασμένη ν’ αποτύχει. Οδηγώντας σε επιδείνωση της διαπραγματευτικής θέσης τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου. Ταυτόχρονα, η Τουρκία δεν έχει κανένα λόγο ν’ αλλάξει πολιτική για όσο διάστημα η Ευρώπη παραμένει με «άδεια βιτρίνα» και δεν καταθέτει τη δική της ολοκληρωμένη πρόταση. Πόσο μάλλον όταν τα ευρωπαϊκά ρήγματα και η απουσία κοινού βηματισμού ως προς τη Λιβύη ανάμεσα σε Βερολίνο-Παρίσι-Ρώμη και κυρίως το ρήγμα Ιταλίας-Γαλλίας, οδήγησαν σε μεγαλύτερη ευθυγράμμιση των ιταλοτουρκικών συμφερόντων. Καταλήγοντας, ως προς τη Γαλλία, αξιολογείται έως και κοντόφθαλμη η προσέγγιση πως η γεωπολιτική θεώρηση του Παρισιού για την Αφρική από κοινού με τα ευρύτερα ανοίγματα προς τη Μόσχα, θα υπερκεράσουν τις έντονες ανησυχίες της ευρωατλαντικής κοινότητας για την ενίσχυση του ρωσικού αποτυπώματος, μετά τη Συρία και στην Ανατολική Λιβύη.

Κλείνοντας, τους μήνες που έρχονται, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να αποφύγει, κατά το δυνατόν, την καθοδήγηση οποιασδήποτε λήψης απόφασης για την εθνική ασφάλεια από την εσωτερική πολιτική. Τόσο διότι ο χειρισμός των εν λόγω θεμάτων θα πρέπει να προχωρά αυτόνομα, όσο και εξαιτίας της ανάγκης διαμόρφωσης συνθηκών συναίνεσης και διακομματικής υποστήριξης. Υπό το πρίσμα της ενεργητικής τους ευθύνης, είναι οι πολιτικές ηγεσίες που θα κληθούν να αναλάβουν την υποχρέωση να ηγηθούν.

Πέρα όμως από την ελληνική κοινή γνώμη υπάρχει και η τουρκική. Η βαθμιαία μεταστροφή τόσο του κυρίαρχου παραδείγματος όσο και του εθνικού αφηγήματος μεταξύ των δύο πλευρών του Αιγαίου, περιλαμβάνει και την επικοινωνία με τον τουρκικό λαό. Μέσω ομιλιών και συνεντεύξεων. Στην περίπτωση της Ρωσίας, το έχουν δοκιμάσει στο παρελθόν αμερικανοί πρόεδροι όπως ο Ρέιγκαν και ο Κλίντον. Γιατί όχι κι εμείς; Τόσο η αθόρυβη διπλωματία όσο και η αδιαμεσολάβητη επικοινωνία δύναται να παράξουν διόλου ευκαταφρόνητο κεφάλαιο ευεργετικών επενεργειών στην υπηρεσία διαχείρισης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Εν πάση περιπτώσει, η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα κάθε άλλο παρά σταμάτησε στον Κλαούζεβιτς.

*Ο κ. Σωτήριος Σέρμπος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Γιάννης Κορωναίος: Για το βίντεο του ΣΥΡΙΖΑ «ανέβηκαν στα κάγκελα» κυρίως αυτοί που έχουν «λερωμένη τη φωλιά τους»
Νίκος Μελέτης με αφορμή το βιβλίο «Η Συμφωνία που «γκρίζαρε» το Αιγαίο»: Το ερώτημα είναι εάν η ίδια η Τουρκία θέλει πια τον διάλογο
Chevron Right