Σε ολομέτωπη σύγκρουση με τον Περισσό προχωράει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την αντιπαράθεση για το γιορτασμό του Πολυτεχνείου εν μέσω του κορονοϊού, να μην αποτελεί παρά την κορυφή του παγόβουνου στις σχέσεις των δυο χώρων!
Η επιλογή του Κυριάκου για τη σύγκρουση με το ΚΚΕ, σπάει μια «οικογενειακή παράδοση» της οικογένειας Μητσοτάκη, που πάντοτε επεδίωκε μια «καλή σχέση» με το ΚΚΕ. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε ταχθεί πριν ακόμα το 1974 υπέρ της νομιμοποίησης του ΚΚΕ, ενώ αναλαμβάνοντας την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας απέφευγε τη σύγκρουση μαζί του. Εκμεταλλευόμενος δε την πίεση που ασκούσε στην αριστερά ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ΄80, άνοιξε διαύλους επικοινωνίας με τον Χαρίλαο Φλωράκη και τον Λεωνίδα Κύρκο, που οδήγησαν ως τη συγκυβέρνηση του ΄89, μια επιλογή που τόσο πλήρωσε η αριστερά στο σύνολό της. Έκτοτε, μάλιστα, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπήρξε ιδιαίτερα προσεκτικός έναντι του ΚΚΕ, παρά τη σφοδρή αντιπαράθεση μαζί του, ενώ στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και η Ντόρα Μπακογιάννη. Η δε αλήθεια είναι πως την πολιτική Κωνσταντίνου Μητσοτάκη έναντι του ΚΚΕ είχε ακολουθήσει και ο Κώστας Καραμανλής, ως πρόεδρος της ΝΔ και ως πρωθυπουργός, ενώ οι πολύ καλές προσωπικές σχέσεις και η «χημεία» του με την Αλέκα Παπαρήγα είχαν συζητηθεί ουκ ολίγες φορές!
Ο νυν πρωθυπουργός, ωστόσο, προχωράει σε άλλη κατεύθυνση. Η συνολική στρατηγική του για ηγεμονία στο πολιτικό σκηνικό και η επιλογή του για πλήρη αναδιάρθρωση του ελληνικού καπιταλισμού, ανεξαρτήτως του πόσο αποτελεσματική θα είναι, του επιβάλλει να αφήσει στην άκρη τις όποιες αβρότητες και να συγκρουστεί ευθέως με τον Περισσό, μια δύναμη που φέρεται αποφασισμένη να παλέψει και να αντιπαρατεθεί στα σχέδιά του.
Η απαγόρευση της γιορτής του Πολυτεχνείου και οι απειλές για παρέμβαση της αστυνομίας και σύγκρουση με όλους την επιχειρήσουν, επισφραγίζει το νέο τοπίο που δημιουργείται μετά την αλλαγή κυβέρνησης το καλοκαίρι του 2019. Ο Περισσός αναμένεται να είναι στην πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση για τις αλλαγές στον εργασιακό νόμο, το ασφαλιστικό, την αντιμετώπιση του νέου πτωχευτικού κώδικα, τις αλλαγές που προωθούνται στην παιδεία. Επιπλέον, διαθέτει μέσω και του ΠΑΜΕ, ισχυρές και μη συμβιβασμένες συνδικαλιστικές δυνάμεις, αλλά και οργανωμένες δυνάμεις στα Πανεπιστήμια και, έως ένα βαθμό και στα σχολεία. Αποτελεί, δηλαδή, εμπόδιο, πρωτίστως στους μαζικούς χώρους, για την προώθηση των κυβερνητικών πολιτικών. Παράλληλα, η επιθετική πλέον πολιτική «εκσυγχρονισμού» της ελληνικής οικονομίας και των θεσμών από την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι τέτοιας έντασης που δεν έχει ανάγκες ένα «σαβουάρ βιβρ» με το ΚΚΕ. Αντιθέτως, έχει στόχο να ξεμπερδεύει με όλα τα εμπόδια, επιδιώκοντας την μακροχρόνια ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία της στην ελληνική κοινωνία. Στην κατεύθυνση αυτή η σύγκρουση με το ΚΚΕ αποτελεί πλέον επιλογή, αλλά και μονόδρομο, έστω και αν έχει ως κίνδυνο την επίσπευση της δημιουργίας ενός αντικυβερνητικού κοινωνικού μετώπου, που ενδέχεται να δημιουργήσει προοπτικά «πολιτική ασφυξία» στην ηγεσία της ΝΔ.
Μένει, πάντως, να δούμε εάν τελικά θα χρησιμοποιηθεί η αστυνομία όταν το ΚΚΕ επιχειρήσει την πορεία προς το Πολυτεχνείο, έστω και με όλα τα προβλεπόμενα υγειονομικά μέτρα. Η κυβέρνηση, άλλωστε, πιστεύει ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο θα «εξευμενίσει» τη δεξιά της πτέρυγα, για την κατάργηση των παρελάσεων, το κλείσιμο των ναών και άλλα μέτρα που αναγκάστηκε να λάβει για την αντιμετώπιση της πανδημίας.