Η καλήτερ’ ἡμέρα εἶν’ τὸ Σαββάτο
ὅλο ἀπὸ ἐλπίδα καὶ χαρὰ γιομάτο,
πίκρα καὶ πλῆξιν αὔριο
ἡ ὀκναῖς ὥραις θὰ φέρουν· νὰ φροντίζῃ
τοῦ καθενὸς ὁ νοῦς πάλι θ’ ἀρχίζῃ
γιὰ ταῖς δουλειαῖς, ποὺ θὲ νὰ ‘λθοῦν μεθαύριο.
(Από το «Σάββατο στο χωριό», του Τζάκομο Λεοπάρντι, μετάφραση του Λορέντσου Μαβίλη)
Ο Ιταλός ποιητής Τζιάκομο Λεοπάρντι (1798-1837), σε λίγους στίχους περιγράφει την προσμονή της γιορτής που έρχεται και διαπιστώνει ότι το Σάββατο (η παραμονή δηλαδή της Κυριακής) είναι πιο σημαντική μέρα και από την ίδια τη γιορτή. Γιατί η παραμονή είναι γεμάτη από ελπίδα και χαρά.
Η προσμονή για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκυο διήρκεσε ένα χρόνο παραπάνω, σε σχέση με την προκαθορισμένη διάρκεια μίας Ολυμπιάδας. Οι Αγώνες τελέστηκαν με πολλούς σημαντικούς περιορισμούς: χωρίς επισκέπτες στη διοργανώτρια πόλη και χωρίς φιλάθλους στις κερκίδες. Η αυλαία έπεσε με φαντασμαγορικό τρόπο. Και αν στην τελετή λήξης των Αγώνων της Αθήνας, οι Έλληνες είχαν καλέσει τον κόσμο στο τραπέζι του γάμου, οι Ιάπωνες μας προσκάλεσαν να διασκεδάσουμε σε ένα από τα πάρκα του Τόκυο. Εκεί που νέοι άνθρωποι παίζουν, τραγουδάνε, χορεύουν…
Η ώρα του απολογισμού
Η επόμενη μέρα, όμως, καθορίζει και τη στιγμή του απολογισμού. Γεννάται, λοιπόν, το ερώτημα: άξιζε τελικά τον κόπο; Το βασικό κριτήριο της απόφασης ήταν οικονομικό. Εκείνο που βάρυνε ήταν το κόστος που θα είχε η οριστική ματαίωση, που πολλοί το υπολογίζουν σε ζημιά 16 δισ.
Θα ήταν όμως άδικο, αν στη ζυγαριά της αποτίμησης έμπαιναν μόνο τα οικονομικά δεδομένα. Κι αυτό γιατί, ιδιαίτερα στην εποχή μας, την εποχή της πανδημίας και της περιβαλλοντικής – κλιματικής κρίσης, η ανθρωπότητα είχε ανάγκη να περάσει ένα μήνυμα ότι οι άνθρωποι μπορούν να τα καταφέρουν, όταν προσπαθούν μαζί.
Στο παραδοσιακό σύνθημα των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων «πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά» προστέθηκε η λέξη «μαζί». Εν τέλει, το μήνυμα που αφήνουν πίσω οι αγώνες είναι ακριβώς αυτό: Πως ενωμένοι οι άνθρωποι μπορούν, ακόμα και κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Μπορούν να συμβιώσουν σεβόμενοι το περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μπορούν να νικήσουν, να ξεπεράσουν τον εαυτό τους, αλλά και τους μύθους τους. Μπορούν να μονομαχήσουν και να είναι ανταγωνιστικοί, σεβόμενοι το συνάνθρωπο. Μπορούν να διακριθούν ακόμα και μέσα από την απλή συμμετοχή.
Η ντροπή του να είσαι δεύτερος
Για τη συνολική αποτίμηση, μπορεί κάποιος να επικαλεστεί πολλές μικρές ή μεγάλες ιστορίες. Οι Ιάπωνες αθλητές, για να λάβουν μέρος στους αγώνες, εμβολιάστηκαν άρον – άρον, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του ιαπωνικού πληθυσμού παρέμενε χωρίς προστασία από τον κορονοϊό. Η θλιβερή αυτή εξαίρεση, όπως και οι μεγάλες αντιδράσεις για την τέλεση των Αγώνων, επιβάρυνε με μεγαλύτερο άγχος τους αθλητές. Κάποιοι αυτούς, παρόλο που κατάφεραν να κατακτήσουν μετάλλιο, δήλωναν ότι είναι ντροπιαστικό που δεν πήραν το χρυσό!
Ο Isaiah Jewett, από τις ΗΠΑ και ο Nijel Amos, από την Μποτσουάνα, πήγαν στο Τόκυο με φιλοδοξία να κατακτήσουν ένα μετάλλιο και σίγουρα να συμμετάσχουν στον τελικό των 800 μ. Λίγο πριν την τελική ευθεία, του ημιτελικού των 800 μ. ο ένας σκόνταψε στα πόδια του άλλου και κουτρουβαλιάστηκαν στο έδαφος. Προετοιμασία πέντε ετών πήγε στράφι… Χωρίς δεύτερη σκέψη, έδωσαν τα χέρια, σηκώθηκαν και τερμάτισαν, για να αναδείξουν τη σημασία της συμμετοχής.
Η συμμετοχή της Χαντέλ Αμπούν από τη Λιβύη και της Κίμια Γιουσούφ από το Αφγανιστάν, στους Ολυμπιακούς Αγώνες διήρκησε κάτι λιγότερο από 13 δευτερόλεπτα. Τόσος χρόνος μεσολάβησε από τον πυροβολισμό του αφέτη, μέχρι τον τερματισμό των 100 μέτρων. Δεκατρία δευτερόλεπτα ήταν αρκετά για τις δύο νεαρές γυναίκες που έφτασαν στο Τόκυο, για να εκπροσωπήσουν δύο από τις πιο μαρτυρικές γωνιές του πλανήτη; Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι δεν άξιζε τον κόπο;
Οι μύθοι και οι απονομές
H Γιούλιμαρ Ρόχας, από τη Βενεζουέλα, με το άλμα της στα 15,67 μ., στο τριπλούν, συνέτριψε το μυθικό παγκόσμιο ρεκόρτης Ουκρανής Ινέσα Κράβετς, από το 1995. Ο Κουβανός παλαιστής της ελληνορωμαϊκής πάλης Μιχαΐν Νούνιεζ κατέκτησε το τέταρτο διαδοχικό χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, ξεπερνώντας το μύθο κάθε παλαιστή: του Ρώσου Αλεξάντερ Καρέλιν.
Ο Ινδός ακοντιστής Τσόπρα δεν ξεπέρασε κάποιον μύθο, καθώς, έγινε ο πρώτος Ινδός που κατακτάει χρυσό μετάλλιο στον στίβο. Κυρίως, όμως, έδωσε μερικές στιγμές σε μία χώρα που ρημάζεται από τη φτώχεια και την πανδημία.
Με την κατάκτηση του ασημένιου μεταλλίου στο πόλο, τα παιδιά της Εθνικής της Ελλάδας απέδωσαν στην ελληνική ομάδα υδατοσφαίρισης έναν τιμητικό τίτλο: αυτόν της πιο συνεπούς και πιο επιτυχημένης ελληνικής ομάδας σε όλα τα αθλήματα. Φόρεσαν ένα μετάλλιο που έλειπε από τη συλλογή αυτής της ομάδας και με την επιτυχία τους αυτή, το απένειμαν συμβολικά σε όλες τις προηγούμενες γενιές που τίμησαν το άθλημα, αλλά δεν μπόρεσαν να το κατακτήσουν.
Σε μία ξεχωριστή απονομή, ο Ιταλός άλτης Τζιανμάρκο Ταμπέρι και ο Καταριανός Μουτάζ Μπαρσίμπου ισοβάθμισαν στην πρώτη θέση, στον τελικό του ύψους, απένειμε ο ένας στον άλλον το χρυσό μετάλλιο, σπάζοντας το αυστηρό πρωτόκολλο της πανδημίας και προσφέροντας στον κόσμο, μία στιγμή σεβασμού και αναγνώρισης της αξίας του αντιπάλου.
Όλες οι παραπάνω είναι μερικές μόνο στιγμές, από αυτές που πάντα προσφέρουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες…
Ο φάρος και οι φύλακές του
Ο Σεμπάστιαν Κόε, Πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Στίβου, δήλωσε ότι «για όλους εμάς, οι Αγώνες του Τόκυο είναι ένας φάρος». Και πράγματι, έτσι είναι. Οι Αγώνες του Τόκυο είναι φάρος. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι φάρος και εν τέλει ο αθλητισμός είναι φάρος, για όλους. Ακόμα και αν το φως του φάρου, πολλές φορές θολώνει, από παράλογες αποφάσεις, όπως ο παράλογος αποκλεισμός της Ρωσίας από τους Αγώνες, οι παράλογες αποφάσεις των κριτών, σε ορισμένα αθλήματα ή ακόμα και η παράλογη απόφαση να γίνονται οι απονομές των μεταλλίων με μάσκες.
Έστω κι έτσι όμως, η στιγμή που ανοίγει τις πύλες του το Ολυμπιακό Στάδιο, που ανάβει η Ολυμπιακή φλόγα, που ξεκινάνε τα αγωνίσματα, που οι αποστολές των ομάδων υποδέχονται τους Ολυμπιονίκες, στο Ολυμπιακό Χωριό, παραμένουν μαγικές. Και στον τελικό απολογισμό, όποιος αγαπάει τον αθλητισμό δεν μπορεί παρά να πει: «Ναι, άξιζε τον κόπο!».
Η στιγμή που σβήνει η Ολυμπιακή φλόγα, συγκινεί πάντα. Γεμίζει μελαγχολία τους ανθρώπους, για τη γιορτή που τελειώνει. Όπως, θα πει και ο Λεοπάρντι το αύριο θα φέρει: «πίκρα και θλίψη».
Αλλά και πάλι… Στο Τόκυο, η φλόγα έσβησε με το τραγούδι μικρών παιδιών, που περνούσαν από το πάρκο… Στη Μόσχα, το 1980, έσβησε με το δάκρυ του Μίσα. Και στην Αθήνα, το 2004, με το φύσημα ενός μικρού κοριτσιού. Όταν η φλόγα σβήνει τέτοιον τρόπο, τότε η συγκίνηση για τη γιορτή που τελειώνει, εύκολα δίνει τη θέση της, στη συγκίνηση για την επόμενη γιορτή που έρχεται. Η νέα Ολυμπιάδα ήδη ξεκίνησε. Το Παρίσι μας περιμένει.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές μάστερ αθλητικού δικαίου και μάνατζμεντ – Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών CIES– FIFA)