Opinions

Δημήτρης Ακριβούλης: Άλλο κοινή γνώμη, άλλο κοινή λογική

Αντί να κάνουμε «επί τέλους το βήμα μπροστά», όπως μας παρακινεί η υπουργός, φοβάμαι πως θα κάνουμε 55 (χρόνια) πίσω. Κι όταν έρθει το κακό, κανείς δεν θα θυμάται τους αρμόδιους υπουργούς για τις «αγαθές» προθέσεις τους.

Οι κυβερνήσεις έχουν συχνά την ψευδαίσθηση ότι η κοινή γνώμη παραμένει διαρκώς στο πλευρό τους, τουλάχιστον μέχρι να ταρακουνηθούν δημοσκοπικά ή να ξυπνήσουν εκλογικά στην έρημο του Πραγματικού. Η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει ψευδαισθήσεις. Και αν έχει κάποιες, τις χρηματοδοτεί και τις απολαμβάνει αυτάρεσκα. Το βέβαιο είναι ότι κυβερνά με την κοινή γνώμη στο πλάι της. Ο τελευταίος ανασχηματισμός πείθει ότι η κυβέρνηση έχει επενδύσει πολλά σε αυτήν τη ρομαντική συνύπαρξη. Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις απλώς επιβεβαιώνουν το προφανές, ακόμη και σε σχέση με ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα και ιδεολογικά φορτισμένα ζητήματα του νομοθετικού της έργου: την αστυνόμευση του Πανεπιστημίου. Στο προκείμενο όμως η κυβέρνηση συγχέει την κοινή γνώμη με την κοινή λογική. Και η ιστορία έχει δείξει ότι σε ανάλογες περιπτώσεις το τίμημα δεν το πληρώνει απαραίτητα η κυβέρνηση, αλλά η δημοκρατία.

Οι διατάξεις του νομοσχεδίου που ευφημιστικά τιτλοφορείται «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας, Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις»σχετικά με τη σύσταση και δράση ειδικής Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (ΟΠΠΙ) εγείρουν μία σειρά από νομικά και πολιτικά ζητήματα. Θα αναφερθώ εδώ συνοπτικά σε τρία από αυτά, σημαντικά.

Το πρώτο ζήτημα αφορά την αντισυνταγματικότητα των σχετικών διατάξεων. Δεν θα αναπτύξω τη νομική βάση του ισχυρισμού. Επισημαίνω μόνον πως η συνταγματική κατοχύρωση του πλήρους αυτοδιοικήτου των Πανεπιστημίων είχε ήδη παραβιαστεί με την προηγούμενη εξίσωση του πανεπιστημιακού με τον δημόσιο χώρο (άρθρο 64 παρ. 3 Ν. 4623/2019). Με άλλα λόγια, το σημερινό νομοσχέδιο ρυθμίζει τεχνικά τις λεπτομέρειες αυτής της παραβίασης και ασφαλώς θα γεννήσει τις διοικητικές πράξεις που θα προσβληθούν ενώπιον του ΣτΕ. Όψιμες λοιπόν πολλές από τις πρόσφατες εκπλήξεις και αντιδράσεις όσων τότε σιώπησαν. Σε κάθε περίπτωση, κανένα από τα ως τώρα επιχειρήματα των υποστηρικτών του νομοσχεδίου (αναγκαιότητα νέας ρύθμισης, αναποτελεσματικότητα ισχύοντος καθεστώτος, πόσο δε μάλλον η σύμφωνη κοινή γνώμη) δεν νομιμοποιεί την παραβίαση συνταγματικής διάταξης. Το Σύνταγμα αναθεωρείται με διαδικασίες που το ίδιο ορίζει, ούτε δημοσκοπικά ούτε χειρουργικά. Η κυβέρνηση υπερβαίνει την εντολή της και δεν είναι η πρώτη φορά.

Το δεύτερο ζήτημα αφορά τη σύγχυση των ορίων μεταξύ αστυνομίας και στρατού, που οι σχετικές διατάξεις επιτείνουν. Η σαφήνεια της διάκρισής τους καθορίζει αποφασιστικά το περιεχόμενο και τη λειτουργία της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Μια απλή ανάγνωση των διατάξεων που ρυθμίζουν το νομικό καθεστώς των ειδικών φρουρών, από τα γενικά κριτήρια εισαγωγής στο σώμα (π.χ. προϋπηρεσία στις Ειδικές Δυνάμεις) και το κοινό πλαίσιο λειτουργίας με αυτό των συνοριακών φυλάκων, μέχρι τα ειδικότερα εξαιρετικά καθήκοντα (προανακριτικά) και την ανεπαρκή εκπαίδευση των μελών της ΟΠΠΙ, εν προκειμένω, πείθουν ότι η κυβέρνηση θεωρεί το Δημόσιο Πανεπιστήμιο όχι απλώς ως «χώρο ανομίας», αλλά ως λίκνο τρομοκρατικής δράσης. Το ενδιαφέρον είναι ότι η ιστορία έχει αποδείξει ακριβώς το αντίστροφο: η ανάθεση εξαιρετικών αστυνομικών καθηκόντων, η σύσταση ειδικών αστυνομικών δυνάμεων και η ολοένα και εντεινόμενη προσφυγή στην «παραστρατιωτική αστυνομία» είναι ενδεικτική λιγότερο της ιδιάζουσας μορφής των ενίοτε κινδύνων παρά της αυταρχικότητας του Κράτους. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλα τα παραπάνω παρατηρούνται ιστορικά σε περιόδους μειωμένης (ή καθόλου) δημοκρατίας.

Τρίτον, τα δύο παραπάνω προβλήματα γεννούν παραδόξως μία πολιτική ευκαιρία και υποχρέωση: να αναδειχθεί το ζήτημα σε κεντρική βάση ευρύτερης συνεννόησης στον αριστερό και κεντροαριστερό χώρο. Οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι, επίσημα τουλάχιστον και για άλλους λόγους, η εξέλιξη αυτή δεν ευδοκιμεί επί του παρόντος. Όμως οι γέφυρες δεν έχουν αποκοπεί. Το παράδειγμα της κοινής δράσης στην περίπτωση της επετείου του Πολυτεχνείου δείχνει ότι η σύμπνοια δεν είναι αδύνατη και μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός. Η υπόθεση της Παιδείας δεν είναι μόνον κεφαλαιώδης συμβολικά και ουσιαστικά. Συνοψίζει το πνεύμα όσων σήμερα τιμούμε στο όνομα του Πολυτεχνείου.Vite!

Προφανώς και δυστυχώς, όπως τουλάχιστον αποτυπώνεται από τη δημοσκοπική απεικόνιση της κοινής γνώμης που η κυβέρνηση επικαλείται σήμερα ως «κοινή λογική», η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας δυσκολεύεται να συμμεριστεί τη σπουδαιότητα των παραπάνω ζητημάτων. Η τεχνική, υπολογιστική κρίση καθορίζει πλέον το πνεύμα των καιρών. Το ερώτημα ωστόσο παραμένει: κατά πόσο θα μπορούσε μία κοινή γνώμη που διαμορφώνεται και ενεργοποιείται με οδηγό πρωτίστως τον φόβο και το συναίσθημα παρά την ελεύθερη βούληση, να αντιμετωπίζεται από την κυβέρνηση ως ενδείκτης της κοινής λογικής, στην οποία η κυβέρνηση απλώς «αποκρίνεται» και υπηρετεί;

Αναφερόμενη στη γενικότερη φιλοσοφία των προτεινόμενων διατάξεων κατά την παρουσίαση του νομοσχεδίου ενώπιον των μελών της διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Νίκη Κεραμέως ανέφερε: «Το νομοσχέδιο το οποίο εισάγουμε προς ψήφιση είναι νομοσχέδιο κοινής λογικής.» Αφού αιτιολόγησε τις θέσεις της, κατέληξε: «Και επειδή ακριβώς όλα αυτά είναι κοινή λογική, θετικά στο νομοσχέδιο αυτό στέκεται η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας … Ας κάνουμε επί τέλους το βήμα μπροστά.»

Αν η κ. υπουργός (μαζί της και η κυβέρνηση) αισθάνεται ότι η κοινή γνώμη ορίζει εκτός απ’ την ορμή της και το μέτρο των πραγμάτων, τότε οφείλει να αναλογιστεί αν αυτή η γνώμη είναι και ορθή. Αν θέλει η κοινή λογική να είναι το μέτρο των πραγμάτων, ας είναι ως ορθοφροσύνη (bonsense): η ικανότητα να διακρίνουμε λογικά το ορθό από το λάθος, ηθικά το καλό από το κακό.

Ακόμη κι αν δεχθούμε τη λογική της κυβέρνησης, ότι η ρύθμιση της αστυνόμευσης θα θεραπεύσει ένα κακό (την «ανομία στα Πανεπιστήμια») που γέννησε ο «εκφυλισμός» μιας συνταγματικής διάταξης (πλήρες αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων) και μιας νομοθετικής που ήδη καταργήθηκε (πανεπιστημιακό άσυλο), η κυβέρνηση οφείλει να αναλογιστεί τον αναπόφευκτο εκφυλισμό της δικής της ρύθμισης. Τα δεινά που θα επιφέρει θα είναι σίγουρα χειρότερα από όσα η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα θεραπεύσει. Η προσχηματική διαβούλευση του νομοσχεδίου και οι ως τώρα δηλώσεις της υπουργού, καθώς και του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, έχουν ήδη πείσει ότι η ρύθμιση δεν είναι αφελής. Αμφότεροι διαβλέπουν τα δεινά, τα αποδέχονται ως πιθανά μα αναγκαία και επιμένουν με την παρόρμηση της σύμφωνης κοινής γνώμης.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση επεμβαίνει χειρουργικά στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Ο «εκφυλισμός» του ασύλου ήταν η πρόφαση της κατάργησής του το καλοκαίρι του ’19. Η «δυσλειτουργία» του πλήρους αυτοδιοικήτου των Πανεπιστημίων θα οδηγήσει πλέον στην παραβίαση ενός συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος. Προσωπικά δυσκολεύομαι να διαφοροποιήσω τη σπουδαιότητα των δύο ζητημάτων. Οφείλουμε όμως όλοι να συμφωνήσουμε στο απαραβίαστο του Συντάγματος. Δεν είναι σίγουρα η πρώτη φορά ιστορικά που η επέμβαση σε συνταγματικά κατοχυρωμένους θεσμούς είναι χειρουργική. Αυτό είναι που καθιστά τη ρύθμιση επικίνδυνη για την Παιδεία και τη δημοκρατία στη χώρα. Έτσι αντί να κάνουμε «επί τέλους το βήμα μπροστά», όπως μας παρακινεί η υπουργός, φοβάμαι πως θα κάνουμε 55 (χρόνια) πίσω. Κι όταν έρθει το κακό, κανείς δεν θα θυμάται τους αρμόδιους υπουργούς για τις «αγαθές» προθέσεις τους.

(Ο Δημήτρης Ακριβούλης είναι Αναπλ. Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, συντονιστής (με τον Καθηγητή Κυριάκο Κεντρωτή) της σειράς Ανοιχτών Διαλέξεων διεθνούς πολιτικής θεωρίας PoliticsFirst, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων και ένας από τους τέσσερις νομικούς που συνέταξαν και υπέγραψαν στο όνομα της Πρωτοβουλίας Πανεπιστημιακών την πρόσφατη σχετική Επιστολή προς την Α.Ε. την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πρόσφατη δημοσίευση:
BeyondSuspicion: HumanitarianInterventionandtheHermeneuticsofSuspicionandNaïveté, Λονδίνο: Routledge (Interventions), υπόέκδοση)

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Θόδωρος Τσίκας: Ο εθνολαϊκισμός παραμερίζει την ψύχραιμη σκέψη
Απόστολος Γκλέτσος: Ζητώ συγγνώμη, ναι, τώρα που το σκέφτομαι έχει συμβεί
Chevron Right