Opinions

Δημήτρης Πιπεργιάς: Οι κερδοσκόποι των αγορών και οι διαρθρωτικές αλλαγές στην ηλεκτρική ενέργεια

Οι παραγωγοί ΑΠΕ είχαν τιμολογήσει ενέργεια που διέθεσαν στο σύστημα και στο δίκτυο, είχαν καταβάλει τον ΦΠΑ στο κράτος και περίμεναν μήνες για να πληρωθούν από τον κρατικό ΛΑΓΗΕ, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση ισχυριζόταν ότι «βελτιώνεται το επενδυτικό κλίμα»!

Στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 τα λιμνάζοντα συσσωρευμένα κεφάλαια αναζήτησαν «επενδυτική διέξοδο» στην «απελευθέρωση των αγορών» ηλεκτρικής ενέργειας. Μέχρι τότε ο ηλεκτρισμός δεν παρουσίαζε κερδοσκοπικό-επενδυτικό ενδιαφέρον, αφού η πρόβλεψη αποδόσεων ήταν μικρή και ο χρόνος αποσβέσεων εξαιρετικά μεγάλος. Εξάλλου, ήταν αυτή η απουσία «επενδυτικού» ενδιαφέροντος, σε συνδυασμό με την ανάγκη εξηλεκτρισμού της υπαίθρου και αξιοποίησης των εγχώριων πηγών (φράγματα, ορυχεία, υδροηλεκτρικά και θερμικά εργοστάσια, δίκτυα μεταφοράς και διανομής), εγχειρήματα που απαιτούσαν μεγάλα κεφάλαια και επιχειρήσεις κλίμακας, οδήγησε στην ίδρυση της ΔΕΗ και στις εξαγορές των ηλεκτρικών εταιρειών που υπήρχαν σε όλη την Ελλάδα (δεκαετίες ‘50-’70).

Ο χρόνος των αποσβέσεων των ενεργειακών επενδύσεων είναι δηλωτικός των παραπάνω. Η ΔΕΗ τον υπολόγιζε και τον υπολογίζει τουλάχιστον στην 25ετία. Οι ιδιώτες επενδυτές μετά βίας επενδύουν με ορίζοντα την 10ετία.

Η «απελευθέρωση των αγορών», που είναι κύρια επιδίωξη των νεοφιλελεύθερων οικονομικών προγραμμάτων σχεδόν όλων των συντηρητικών πολιτικών δυνάμεων, έχει σαν προκάλυμμα τη θεωρία ότι ο ανταγωνισμός θα εξασφαλίσει μείωση των τιμών στον καταναλωτή.

Το ηλεκτρικό ρεύμα από βασικό κοινωνικό αγαθό χαρακτηρίστηκε «προϊόν» και η λογική της κοινής ωφέλειας αντικαταστάθηκε από αυτήν της κερδοφορίας. Στην κατεύθυνση αυτή συνέβαλαν οι τεχνολογικές εξελίξεις στις μονάδες παραγωγής (θεαματική βελτίωση του βαθμού απόδοσης, μείωση κόστους, εισαγωγή νέων καυσίμων, κλπ.) και στη διαχείριση των συστημάτων Ηλεκτρικής Ενέργειας (πληροφορική, τηλεπικοινωνίες κλπ.).

Όπου όμως εφαρμόστηκε η «απελευθέρωση» είχε τα αντίθετα από τα θεωρητικά επιδιωκόμενα αποτελέσματα: αύξηση των τιμών στον τελικό καταναλωτή και πτώση όλων των δεικτών ποιότητας των προσφερόμενων αγαθών και υπηρεσιών.

Σημειώνεται ότι, στη χώρα μας, η τιμή του ρεύματος παρέμενε –μέχρι πρότινος- μία από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη και αυτό ήταν αποτέλεσμα της αξιοποίησης των εγχώριων ενεργειακών πόρων που έγινε τις περασμένες δεκαετίες, και την οποία απολάμβανε ο λαός και η εθνική μας οικονομία. Αντίθετα, τους καρπούς της «απελευθέρωσης των αγορών» τους απολαμβάνουμε την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, όταν μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο μέσα στο 2021, οι τιμές χοντρικής του ρεύματος υπερδιπλασιάστηκαν και του φυσικού αερίου τριπλασιάστηκαν.

Η «απελευθέρωση» της αγοράς και η «εποπτεία» του κράτους

Όπως ξέρουμε, τελικά η θεωρία της «απελευθέρωσης» επικράτησε και, μέσω οδηγιών της ΕΕ, έγινε υποχρέωση και για τη χώρα μας.

Ο βασικός νόμος που οδήγησε στη σημερινή δομή της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας είναι ο ν. 2773/99.

Βασική διάταξη του νόμου «για την εύρυθμη και οικονομικά αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς» είναι αυτή του άρθρου 3 για την εποπτεία του κράτους, «η οποία ασκείται από τον αρμόδιο υπουργό στα πλαίσια του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας». Ο μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός «διαμορφώνεται σε δεκαετή και πενταετή κυλιόμενη βάση και προσλαμβάνει την μορφή απόφασης του αρμοδίου υπουργού και γνωστοποιείται στην αρμόδια διαρκή επιτροπή της Βουλής, λαμβάνει υπόψη του τα υπάρχοντα και πιθανολογούμενα ενεργειακά αποθέματα σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και τις τάσεις της διεθνούς αγοράς και αποσκοπεί: α) στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας, β) στην προστασία του περιβάλλοντος στα πλαίσια και των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, γ) στην ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας και δ) στην παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας και την επίτευξη υγιούς ανταγωνισμού με στόχο την μείωση του κόστους ενέργειας για το σύνολο των χρηστών και καταναλωτών».

Μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός δεν προέκυψε έκτοτε εξαιτίας των πιέσεων που ασκούσαν οι «επενδυτές» και των προθέσεων των εκάστοτε υπουργών να έχουν λυτά τα χέρια τους για τις «αναγκαίες» –και χρυσοφόρες πολλές φορές- διευθετήσεις. Το μείγμα καυσίμου ήταν και παραμένει βασικό στοιχείο του σχεδιασμού και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το κόστος, την κερδοφορία και άρα και τις τιμές του ρεύματος. Η εγκατάλειψη του εγχώριου λιγνίτη, στο όνομα της «προστασίας» του παγκόσμιου περιβάλλοντος, σε στιγμές βαθιάς κρίσης της εθνικής μας οικονομίας και μεγάλης ανάγκης αύξησης των εξαγωγών και μείωσης των εισαγωγών, σε συνδυασμό με την υποκατάστασή του από ακριβά εισαγόμενα καύσιμα, κερδοφόρες για λίγους εισαγωγές και κιλοβατώρες εξαρτώμενες απ’ τις καιρικές συνθήκες (ηλιοφάνεια, ταχύτητα ανέμου κ.λπ.) υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, υποσκάπτει τα θεμέλια της και οδηγεί σε πανάκριβο ρεύμα.

Η λειτουργία της αγοράς

Η γνώση των κανόνων και της λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (HE) όπως έχει διαμορφωθεί αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την κατανόηση των επιδιώξεων των μεγάλων συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στην αγορά ηλεκτρισμού, του δικού τους οικονομικού οφέλους και της γενικότερης ζημιάς που προκύπτει από κάθε «ρύθμιση» και κάθε «κανόνα».

Με βάση τα προβλεπόμενα από τους νόμους:

α) Κάθε μονάδα παραγωγής ΗΕ με καύσιμο το Φ.Α. που έχει διαθέσιμη εγγυημένη ισχύ (αποδεικτικό διαθεσιμότητας ισχύος) προσφέρει τις δυνατότητες της στον Ανεξάρτητο Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ ΑΕ). Η διαθεσιμότητα αυτή αμειβόταν από 45.000 έως 90.000 ευρώ/MW το χρόνο (είτε ενταχθεί είτε όχι στο σύστημα για παραγωγή) και η δαπάνη μετακυλίεται στους τελικούς καταναλωτές μέσω των παγίων χρεώσεων ισχύος.Η αμοιβή των ΑΔΙ συνεχίστηκε μέχρι το 2014. Έκτοτε έχουν αντικατασταθεί από τον Μεταβατικό Μηχανισμό Αποζημίωσης Ισχύος, τον νέο Μεταβατικό Μηχανισμό Αποζημίωσης Ευελιξίας (> 9.000€/MW) και τον Μακροχρόνιο Μηχανισμό Αποζημίωσης Επάρκειας Ισχύος.

β) Την προηγούμενη κάθε ημέρας υποβάλλονταν στον ΑΔΜΗΕ, από τους προμηθευτές και εξαγωγείς, δηλώσεις απαιτούμενου φορτίου ανά ώρα προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες των πελατών-καταναλωτών και από τους παραγωγούς και χονδρεμπόρους-εισαγωγείς προσφορές έγχυσης. Οι προσφορές έγχυσης αφορούν την ισχύ ανά ώρα που μπορούν να διαθέσουν την επομένη και για τους παραγωγούς επιπρόσθετα την τιμή διάθεσης που αντανακλά «τουλάχιστον» το μεταβλητό κόστος λειτουργίας (καύσιμο + λιπαντικά) της μονάδας παραγωγής. Οι προσφορές μπορεί να είναι για μεγάλο χρονικό διάστημα (30%) μηδενικές, αρκεί ο μέσος όρος των προσφορών να αντανακλά τουλάχιστον το μεταβλητό κόστος.

Από το 2018 με τον Ν. 4512 προβλέπεται η δημιουργία χρηματιστηρίου ενέργειας και ιδρύεται η εταιρεία Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας ΑΕ με μετόχους τον ΛΑΓΗΕ με 22%, τον ΑΔΜΗΕ με 20%, τον ΔΕΣΦΑ με 7%, το ΧΑΑ με 21%, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRP) με 20% και το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου με 10%. Η ΕΧΕ ΑΕ λειτουργεί από το 2019 και έχει αναλάβει, με απόφαση της ΡΑΕ, τη διαχείριση της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Επόμενης Ημέρας και της Ενδοημερήσιας Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, την εκκαθάριση και τον διακανονισμό των συναλλαγών της Αγοράς Επόμενης Ημέρας και Ενδοημερήσιας Αγοράς, καθώς επίσης την εκκαθάριση των θέσεων της Αγοράς Εξισορρόπησης.

γ) Με βάση τις δηλώσεις και τις προσφορές γίνεται ο ημερήσιος προγραμματισμός της επόμενης ημέρας. Ο προγραμματισμός αποβλέπει στη κάλυψη όλων των αναγκών σε ΗΕ. Επειδή η ΗΕ δεν αποθηκεύεται και η έλλειψη της οδηγεί σε διακοπές, ή ακόμη και σε blackout, κάθε στιγμή πρέπει να εισρέουν στο σύστημα ποσότητες ρεύματος που να καλύπτουν την ζήτηση. Οι εισροές προγραμματίζεται να προέρχονται κατά προτεραιότητα:

1. Από ΑΠΕ (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, μικρά υδροηλεκτρικά, υποχρεωτικά νερά για αρδεύσεις και υδροδοτήσεις, γεωθερμία – βιοαέριο κ.λπ.).

2. Από εισαγωγές.

3. Από μονάδες παραγωγής, ξεκινώντας από τη φθηνότερη. Παρέκκλιση γίνεται για λόγους ασφάλειας του συστήματος και γενικότερου συμφέροντος (κίνδυνοι blackout, τεχνικά ελάχιστα και ευελιξία των μονάδων, αντιμετώπιση πλημμυρικών φαινομένων κλπ.).

δ) Το απόγευμα της παραμονής, μετά την κατάρτιση του προγράμματος, γίνεται η εκκαθάριση των λογαριασμών και την τρίτη επομένη ημέρα –με βάση την εκτέλεση του- γίνονται οι εκκαθαρίσεις των αποκλίσεων από αυτό.

ε) Όλες οι εισροές από ΑΠΕ, εισαγωγές και μονάδες παραγωγής αποπληρώνονται με βάση την ακριβότερη τιμή έγχυσης ανά ώρα που ονομάζεται Οριακή Τιμή Συστήματος (ΟΤΣ).

Έτσι εξηγείται και το πάθος των ιδιωτών να αφαιρεθεί από τη ΔΕΗ σημαντικό ποσοστό από το ρεύμα πού παράγεται με καύσιμο τους φθηνούς λιγνίτες και η διαχείριση των υδροηλεκτρικών εργοστασίων να γίνεται με τρόπο που να δημιουργεί υψηλή ΟΤΣ. Έτσι η όποια ωφέλεια προκύπτει τόσο από το εθνικό μας καύσιμο όσο και από τα φθηνά υδροηλεκτρικά, να μετατραπεί άμεσα σε υψηλή κερδοφορία των συμφερόντων που ενεργοποιούνται στην αγορά ΗΕ με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις τιμές του ηλεκτρισμού. Πιστεύουν ότι αφαιρώντας από τη ΔΕΗ σημαντικές ποσότητες φθηνής ενέργειας θα πετύχουν υψηλότερη ΟΤΣ για περισσότερες ώρες την ημέρα, άρα μεγαλύτερα έσοδα στα ταμεία τους.

Η πληρωμή της παραγωγής των ΑΠΕ και της συμπαραγωγής, που έχουν εγγυημένες τιμές, γίνεται από τον Λειτουργό Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ ΑΕ) ο οποίος εισπράττει την αμοιβή των σχετικών εισροών στο σύστημα με την καθοριζόμενη ΟΤΣ και τα ειδικά τέλη (Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αέριων Ρύπων ή ΕΤΜΕΑΡ, ΕΡΤ κλπ.) και καταβάλλει, από τον ειδικό λογαριασμό που τηρείται γι’ αυτό τον σκοπό, την αμοιβή που καθορίζουν τα μακροχρόνια συμβόλαια των παραγωγών. Ο λογαριασμός αυτός, τις περιόδους της ακριβής KWH είναι πλεονασματικός γιατί οι ΟΤΣ (και άρα οι εισορές του) υπερβαίνουν τις εγγυημενες τιμές των ΑΠΕ (και άρα τις εκροές του), και τις περιόδους που η ενέργεια είναι φθηνή (και άρα οι εγγυημένες τιμές των ΑΠΕ υπερβαίνουν τις ΟΤΣ) είναι ελλειμματικός.

Από την Ημερήσια Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΗΑΗΕ) ή Χρηματιστήριο Ηλεκτρικής Ενέργειας, αγοράζουν ηλεκτρικό ρεύμα οι προμηθευτές και εξαγωγείς με βάση τις δηλώσεις φορτίου και χρεώνονται με βάση την ΟΤΣ. Η αμοιβή των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται τόσο από την ισχύ όσο και από τις εγχύσεις που πραγματοποιούν οι μονάδες παραγωγής, εισπράττουν δηλαδή αμοιβή τόσο από τα αποδεικτικά διαθεσιμότητας ισχύος (ΑΔΙ) όσο και από τις εισροές τους στην ημερήσια αγορά.

Όλα τα παραπάνω καθορίζονται από νόμους αλλά και από τους κώδικες που διαμόρφωσαν και διαμορφώνουν τους κανόνες λειτουργίας της ημερήσιας αγοράς. Η ΡΑΕ (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) εισηγείται, μετά από «διαβούλευση» με τους «παίκτες» της αγοράς, τους κώδικες που έχουν τη μορφή κυβερνητικών (υπουργικών) αποφάσεων και έτσι «εγγυάται» την «εύρυθμη λειτουργία της αγοράς»…

Η αγορά ηλεκτρισμού έχει διαμορφωθεί πάνω στα κοινόχρηστα, πλέον, δίκτυα μεταφοράς και διανομής και αφορά το σύνολο των καταναλωτών. Κάθε καταναλωτής μπορεί να επιλέξει τον προμηθευτή του. Η ΔΕΗ προσαρμόστηκε νομοθετικά στη νέα πραγματικότητα και διασπάστηκε οργανωτικά και λειτουργικά «για να εξασφαλιστεί ανεξαρτησία και κοινοχρηστικότητα των δικτύων» τα οποία παραχώρησε σε δύο νέες εταιρίες Μεταφοράς και Διανομής ΗΕ.

Έτσι χωρίστηκε στις:

α) ΔΕΗ ΑΕ: παραγωγό ΗΕ αφενός με θερμοηλεκτρικά και μεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια (στα θερμικά εργοστάσια χρησιμοποιεί σαν καύσιμα τους εγχώριους λιγνίτες, το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο) και προμηθευτή – έμπορο ΗΕ αφετέρου,

β) ΑΔΜΗΕ ΑΕ: διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς. Στην εταιρεία αυτή ελέγχει το 51% των μετοχών. Το ποσοστό της μειοψηφίας μοιράζεται μεταξύ του στρατηγικού μετόχου (της κινεζικών συμφερόντων StateGrid Europe Ltd.) ο οποίος συμμετέχει και στη διοίκησή της και μικρομετόχων μέσω του ΧΑΑ.

γ) Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ): διαχειριστή του δικτύου διανομής και διαχειριστή των αυτονόμων δικτύων νήσων (θυγατρική της ΔΕΗ ΑΕ). Η ΔΕΗ μετέχει στον ΔΕΔΔΗΕ με 51%. Το υπόλοιπο 49% πουλήθηκε στο αυστραλέζικο fundMacquarie το οποίο μετέχει στη διοίκησή της με οικονομικό Δ/ντή και 4 μέλη στο 11μελές ΔΣ της, ενώ έχει λόγο και στον διορισμό επιχειρησιακού Δ/ντή.

δ) ΔΕΗ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΑΕ: διαχειριστή όλων των εγκαταστάσεων ΑΠΕ της ΔΕΗ ο οποίος προσπαθεί να μεγαλώσει (;) την παρουσία της ΔΕΗ στο τομέα αυτό (θυγατρική της ΔΕΗ ΑΕ).

Διαγκωνισμός συμφερόντων

Από το 1999, όλες σχεδόν οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες πήραν θέσεις για την απελευθέρωση. Παρά τις προβλέψεις του νόμου, μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός δεν καταρτίστηκε και μάλιστα το 2001, στην έναρξη των διαδικασιών αδειοδότησης νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής (με βάση τον Ν. 2773/99, οι άδειες εκδίδονταν από τον υπουργό μετά από γνωμοδότηση της ΡΑΕ), εκδηλώθηκε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον που αύξανε την ισχύ κατά 50%. Επιπλέον, προκειμένου να αφεθεί χώρος για τους ιδιώτες επενδυτές, απαγορεύτηκε στη ΔΕΗ να κατασκευάσει νέα εργοστάσια και όσες νέες μονάδες αδειοδοτήθηκαν ήταν σε αντικατάσταση παλαιών.

Η «απελευθέρωση» της αγοράς δημιούργησε περίεργες συσπειρώσεις και παράλογες απαιτήσεις. Για παράδειγμα, προέκυψε η συσπείρωση των αδειούχων υποψήφιων «παραγωγών» η οποία έγινε και θεσμικός συνομιλητής, προωθώντας αιτήματα και πετυχαίνοντας ρυθμίσεις που αντιστρατεύονταν τις αρχές της ελεύθερης αγοράς και του ανταγωνισμού. Το έργο της συνέχισε με επιτυχία ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ανεξαρτήτων Εταιριών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ), ο οποίος, με διαδοχικές τροποποιήσεις των κανονισμών, πέτυχε το ρίσκο των «επενδυτών» να καλυφθεί απόλυτα με τις πάγιες χρεώσεις από τους καταναλωτές και έτσι τα μέλη του να προστατευθούν απολύτως από τον ανταγωνισμό, εξασφαλίζοντας σίγουρη κερδοφορία.

Το 2004 κατασκευάστηκαν οι πρώτες ιδιωτικές θερμοηλεκτρικές μονάδες (3 αεριοστροβιλικές) μετά από εγγυήσεις και την υπογραφή μακροχρόνιας σύμβασης επικουρικών υπηρεσιών (Ν. 3175/03), για να ακολουθήσει η μονάδα των ΕΛΠΕ (Ενεργειακή Θεσσαλονίκης) που έγινε με πολιτική απόφαση και σε λάθος σημείο για την ευστάθεια του συστήματος (στο βορρά αντί για το νότο). Αναπτύχθηκαν όμως οι χονδρεμπορικές εταιρίες που εξασφάλισαν εισαγωγές, κυρίως τη Βουλγαρία, αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη.

Το καλοκαίρι του 2008, η ΟΤΣ με την οποία γίνονταν οι αγοραπωλησίες ηλεκτρισμού ξεπέρασε τα 120 ευρώ/KWH. Η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου –οι οποίες ακολουθούν με εξάμηνη υστέρηση τις τιμές του πετρελαίου- σε συνδυασμό με την υψηλή ζήτηση οδήγησε την ΟΤΣ σε ιστορικά υψηλά. Είχαμε τότε αλλεπάλληλες ανατιμήσεις των τιμών της ΗΕ με αποτέλεσμα οι εισαγωγείς και παραγωγοί να καταγράφουν υπερκέρδη και η ΔΕΗ σημαντικές ζημιές.

Καθιερώθηκε τότε η Ρήτρα Αναπροσαρμογής Καυσίμων, η οποία όμως δεν εφαρμόστηκε γιατί επήλθε η παγκόσμια οικονομική κρίση και η θεαματική αποκλιμάκωση των τιμών του πετρελαίου.

Νέα έκρηξη των τιμών της Οριακής Τιμής Συστήματος έγινε το φθινόπωρο του 2021.

Η ΟΤΣ ξεπέρασε τα 400€/KWH. Η Ρήτρα Αναπροσαρμογής Καυσίμου αντικαταστάθηκε από τη Ρήτρα Οριακής Τιμής Συστήματος. Με αυτήν προστατεύθηκαν όλοι οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας από τις αυξήσεις της ΟΤΣ. Πάνω από ένα όριο, που ο κάθε πάροχος όρισε, οι παίκτες της αγοράς μετακύλισαν τις αυξήσεις στους καταναλωτές, υπερδιπλασιάζοντας τις τιμές της ΗΕ.

Το πάρτι των κερδών που είχαν στήσει οι ιδιώτες παραγωγοί και εισαγωγείς δημιούργησε ισχυρά κίνητρα για να κατασκευαστούν και νέες ιδιωτικές μονάδες παραγωγής.

Σήμερα έχουν ενταχθεί στο σύστημα και μπορούν να το τροφοδοτήσουν με ηλεκτρικό ρεύμα οι παρακάτω ιδιωτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, όλες με καύσιμο το εισαγόμενο Φ.Α.:

1. Elpedison-Θίσβη 410 MW

2. Ενεργειακή Θεσσαλονίκης 390 MW

3. Protergiacc 433 MW

4. Αλουμίνιον ΑΕ 334 MW

5. Ήρων Θερμοηλεκτρική I 50 MW

6. Ήρων Θερμοηλεκτρική II 50 MW

7. Ήρων Θερμοηλεκτρική III 50 MW

8. Ήρων II Βοιωτίας 423 MW

9. KORINTHOS POWER 434 MW

Οι παραλογισμοί (;) των «ρυθμίσεων» όμως παρέμειναν και επιτάθηκαν με την οικονομική κρίση, αφού με πολλαπλάσια εγκατεστημένη ισχύ καλύπτεται μικρότερη ζήτηση.

Η κρίση μάλιστα οδήγησε σε νέα προκλητικά αιτήματα εκ μέρους των «επενδυτών» τα οποία δυστυχώς η ΡΑΕ υιοθετούσε και η κυβέρνηση δεχόταν.

Η κυβέρνηση της ΝΔ ήταν αναμενόμενο να έχει καλύτερη «ακοή». Έτσι, αποφάσισε να ικανοποιήσει ένα βασικό αίτημα των ιδιωτών παραγωγών και να καταργήσει τη λιγνιτική παραγωγή, απεντάσσοντας απ’ το σύστημα όλες τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ μέχρι το 2028. Στην απόφασή της αυτή ενέταξε και τη μονάδα V Πτολεμαΐδας, ισχύος 830 MW, που δεν έχει τελειώσει ακόμη! Αυτόν τον τρόπο διάλεξε για να αξιοποιήσει τη μεγαλύτερη επένδυση στη χώρα, αξίας πάνω από 1,4 δις ευρώ.

Την απόφασή της αυτή η κυβέρνηση την έντυσε με περιβαλλοντικό μανδύα, διανθισμένο με αναφορές στην «πρωτοπορία της Ελλάδας στην πράσινη μετάβαση», εξασφαλίζοντας έτσι την αφωνία της αντιπολίτευσης και αμηχανία στις περιοχές Μεγαλόπολης, Κοζάνης, Πτολεμαΐδας, Αμυνταίου και Φλώρινας που πρόκειται να απερημωθούν.

Η απόφαση αυτή έχει και ευρύτερα καταστροφικά αποτελέσματα, γιατί έχει απιδεινώσει το οικονομικό ισοζύγιο της χώρας και δημιουργήσει ισχυρότατες πιέσεις στην πλειοψηφία των καταναλωτών ενέργειας λόγω των εξοντωτικών αυξήσεων στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου.

Την ίδια περίοδο, Γερμανία και Πολωνία διατηρούν τις δικές τους μονάδες λιγνίτη και άνθρακα μέχρι το 2040, εξασφαλίζοντας απαλλαγή από τους σχετικούς ρύπους.

Ακόμη όμως και με την επιβάρυνση των ρύπων, οι μονάδες λιγνίτη (έχουμε αποθέματα αξίας άνω του 1 τρις ευρώ) είναι πιο οικονομικές από τις μονάδες φυσικού αερίου και τις εισαγωγές.

Αυτή την περίοδο, το ενεργειακό ισοζύγιο καλύπτεται κατά το 1/3 από μονάδες εισαγόμενου Φ.Α. και κατά περίπου άλλο 1/3 από εισαγωγές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου της υπερχρεωμένης χώρας μας.

Ηλεκτρική ενέργεια και Μνημόνια

Τις επιδιώξεις των ιδιωτικών συμφερόντων που επικαλούνται –για να εξασφαλίσουν την κερδοφορία τους- την περαιτέρω «απελευθέρωση της αγοράς», προώθησαν τα μνημόνια και οι θεματοφυλακές τους τροϊκανοί.

Η εφαρμογή του σχεδίου για το άνοιγμα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη σε τρίτους, τα λεπτομερή σχέδια για τη διασφάλιση του μέγιστου δυνατού ανοίγματος της αγοράς σε ό,τι αφορά το μη διασυνδεδεμένο σύστημα (Κρήτη-Ρόδος), η δέσμευση να ανατεθεί η διαχείριση των υδάτινων πόρων σε ανεξάρτητο φορέα, η αντανάκλαση των τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς στο ενεργειακό τμήμα των ρυθμιζόμενων τιμολογίων, οι ανεξάρτητοι χειριστές στα συστήματα μεταφοράς και διανομής, η μεταβίβαση νέων αρμοδιοτήτων στη ΡΑΕ, τα οποία εμπεριέχονται σε ειδικό κεφάλαιο στα Μνημόνια (και εκ των οποίων τα περισσότερα υλοποιήθηκαν) και τέλος, η αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ στα πλαίσια του προγράμματος «αξιοποίησης της κρατικής περιουσίας». Όλα τα προαναφερόμενα είναι ζητήματα κολοσσιαίας σημασίας για την εθνική οικονομία, την ανταγωνιστικότητά της και για τον ελληνικό λαό.

Ήδη έχουν δοθεί άδειες για νέες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με καύσιμο το φυσικό αέριο στις ακόλουθες εταιρείες:

• Μυτιληναίος ΑΕ, ισχύος 826 MW, στον Άγ. Νικόλαο Βοιωτίας

• ΓΕΚ – ΤΕΡΝΑ ΑΕ, ισχύος 665 MW (ή πιθανόν 826 MW) στη ΒΙΠΕ Κομοτηνής

• Όμιλος Καρατζή ΑΕ, ισχύος 660 MW στη Χάλκη Δήμου Κιλελέρ

• DAMCO ENERGY ΑΕ (συμφερόντων Κοπελούζου), ισχύος 662 MW, στη ΒΙΠΕ Αλεξανδρούπολης

• Ηλεκτροπαραγωγή Σουσακίου ΑΕ, ισχύος 457 MW, στους Αγ. Θεοδώρους Κορινθίας

• ΕΛΒΑΛ – ΧΑΛΚΟΡ ΑΕ, ισχύος 657 ΜW, στη ΒΙΠΕ Θίσβης Βοιωτίας.

Από πλευράς ΔΕΗ έχουν ενταχθεί στο σύστημα οι μονάδες Φ.Α. Αλιβέρι V ισχύος 357 MW και Μεγαλόπολη V ισχύος 860 MW, η οποία υπολειτουργεί (μειωμένη ισχύς) λόγω προβλημάτων δικτύου Υ.Τ. (ΑΔΜΗΕ).

Η χώρα σήμερα διαθέτει μονάδες Φ.Α. συνολικής ισχύος 5.342,3 MW που προβλέπεται μέσα στο 2022 να αυξηθούν σε 6.833,3 MW, ενώ απεντάσσονται από το σύστημα λιγνιτικές μονάδες συνολικής ισχύος 4.337 MW.

Η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ

Το στοχο-χρονοδιάγραμμα για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ προχώρησε απρόσκοπτα παρά τις κυβερνητικές αλλαγές από το 2009 και μετά. Έτσι:

α) Διαχωρισμός και μετοχοποίηση του ΑΔΜΗΕ: Το σύστημα μεταφοράς διαχωρίστηκε από τη ΔΕΗ πλήρως. Η ΔΕΗ αποζημιώθηκε από το κράτος για τον διαχωρισμό αυτόν και τη μεταφορά των παγίων. Ακολούθησε μετοχοποίηση του ΑΔΜΗΕ με το 51% των μετοχών να παραμένει στο Δημόσιο, το 24% να αγοράζεται από την κινεζικών συμφερόντων StateGrid Europe Ltd. Που έχει συμμετοχή στη διοίκησή της και το υπόλοιπο 25% να έχει διατεθεί μέσω του Χρηματιστηρίου σε μικρότερους μετόχους.

β) Εγκαταστάθηκαν στα σχέδια για τη «μικρή ΔΕΗ» και την πώληση λιγνιτικών μονάδων αφού μεσολάβησαν κυβερνητικές αλλαγές και εκτίναξη των τιμών στην αγορά ρύπων που καθιστούσαν τις λιγνιτικές μονάδες «ασύμφορες» οικονομικά για τους παίκτες της αγοράς.

γ) Διαχωρίστηκε το δίκτυο διανομής από τη ΔΕΗ και εκχωρήθηκαν τα πάγια στοιχεία στη ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, θυγατρική της ΔΕΗ. Παραχωρήθηκε το 49% της ΔΕΔΔΗΕ στο αυστραλιανό fundMacquarieInfrastructure and Real AssetsGroup έναντι 2,116 δις ευρώ. Η Macquarie διορίζει τον οικονομικό Δ/ντή, έχει λόγο στην υπόλοιπη διοίκηση και έχει καθαρή απόδοση στα κεφάλαιά της 4% μέσω της προβλεπόμενης καταβολής ελαχίστου μερίσματος.

δ) Πουλήθηκε μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ποσοστό 17% των μετοχών της ΔΕΗ έναντι ποσού 1,35 δις ευρώ. Το Δημόσιο έχει πλέον μόλις το 34,12% των μετοχών της ΔΕΗ, μέσω της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ και του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου ΑΕ.

Είναι προφανές ότι με την ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών ο έλεγχος του φυσικού μονοπωλίου (δίκτυα), αλλά και του αγαθού της ηλεκτρικής ενέργειας, πέρασε στα ιδιωτικά συμφέροντα, κινέζικα και αυστραλιανά, αφαιρώντας από την ελληνική κυβέρνηση κάθε δυνατότητα σχεδιασμού και ανάπτυξης των δικτύων, και καθιστώντας τους καταναλωτές δέσμιους σε συνθήκες δήθεν… «απελευθέρωσης».

Διαρθρωτικές αλλαγές και οριζόντιες περικοπές

Όσα γίνονται στην αγορά ΗΕ επιβαρύνουν με αρκετά δις ευρώ το χρόνο τους καταναλωτές και διαψεύδουν την κυβερνητική προπαγάνδα. Στην κυβερνητική φιλολογία κυριαρχεί αυτές τις ημέρες η απόφαση για… αντίσταση σε νέα οριζόντια μέτρα. Υπουργοί και κυβερνητικοί βουλευτές παρελαύνουν στις τηλεοπτικές οθόνες για να διατρανώσουν το φρόνημά τους και δηλώνουν ότι θα αυξηθούν οι κατώτατοι μισθοί «για να προστατευτούν οι μισθωτοί απ’ την ακρίβεια»! Υποστηρίζουν όμως με τόλμη και άκαμπτη αποφασιστικότητα τις διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία που θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη…

Επιτέλους πρέπει να ξεμασκαρευτούν όσοι εμπαίζουν τον λαό και αποσιωπούν το γεγονός ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές αφαιρούν εισόδημα από τα νοικοκυριά και ανταγωνιστικότητα από την οικονομία, αφορούν την προστασία των ανταγωνιζόμενων εταιρειών από τον ανταγωνισμό και οδηγούν σε υπέρμετρη επιβάρυνση και των καταναλωτών και της οικονομίας.

Για να γίνουν κατανοητές οι «διαρθρωτικού» χαρακτήρα τροποποιήσεις των κανονισμών που διέπουν την αγορά ΗΕ, θα πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στην εξέλιξη των φορτίων της ημερήσιας αγοράς, των αιχμών της ζήτησης και των σχετικών διαγραμμάτων.

pinakas keimeno

Διάγραμμα μέσου ωριαίου φορτίου για εργάσιμες ημέρες τον Ιούλιο

Στον κάθετο άξονα το μέσο ωριαίο φορτίο σε MW, στον οριζόντιο οι ώρες της ημέρας. Με κόκκινο το 2013, σκούρο πράσινο το 2012, ανοιχτο πράσινο το 2010 και με πράσινο το 2008. Επιλέχθηκε ο μήνας Ιούλιος που παρουσιάζει ιστορικά τα υψηλότερα φορτία.
Παρακάτω παρατίθεται πίνακας με τη αιχμή της ζήτησης τα τελευταία 12 χρόνια.

pinakas keimeno 2

Μεταξύ των ετών 2008 και 2021 παρουσιάστηκαν σημαντικές μεταβολές. Η αιχμή του φορτίου μειώθηκε κατά 1.1.636 MW, το μέσο ωριαίο φορτίο κατά την ώρα της μεσημβρινής αιχμής κατά 3.276 MW και κατά την ώρα της βραδινής κατά 1.414 MW. Η μεσημεριανή αιχμή εξαφανίστηκε και λόγω της αλματώδους αύξησης της παραγωγής από φωτοβολταϊκες εγκαταστάσεις.

Σήμερα είναι εγκατεστημένες και διασυνδεδεμένες στο σύστημα μεταφοράς ΗΕ, άρα μπορούν να πάρουν μέρος στην «αγορά» 53 μονάδες παραγωγής (Μητρώο Μονάδων ΑΔΜΗΕ) συνολικής ισχύος 11.990 MW.

Στη ΔΕΗ υπάγονται 14 υδροηλεκτρικές 3.190,7 MW, 17 λιγνιτικές 4.337 MW, 8 Φ.Α. 2.716,7 MW και 4 πετρελαίου 698 ΜW, ενώ αποπερατώνεται τους προσεχείς μήνες η μεγαλύτερη επένδυση στη χώρα, η μονάδα V της Πτολεµαΐδας, ισχύος 830 MW, με καύσιμο τον λιγνίτη.
Στις ιδιωτικές εταιρείες παραγωγής υπάγονται 6 μονάδες συνδυασμένου κύκλου και 3 αεριοστροβιλικές συνολικής ισχύος 2.574 MW, όλες με καύσιμο το εισαγόμενο φυσικό αέριο.

Στο σύστημα επίσης εγχύουν, κατά προτεραιότητα μάλιστα, ενέργεια οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ συνολικής ισχύος 7,341 MW (108 MW συμπαραγωγής, 96 MW βιομάζας-βιοαερίου, 3.810 MW αιολικά, 245 MW μικρά υδροηλεκτρικά, 3.082 MW Φ/Β και 400 MW Φ/Β στεγών).
Από τα στοιχεία που παρατίθενται μπορεί ο καθένας μας να βγάλει τα συμπεράσματά του.

Έχει καταγραφεί ιστορικά ότι σε κάθε οικονομική κρίση ένα τμήμα του επενδυμένου κεφαλαίου καταστρέφεται.

Στην αγορά ηλεκτρισμού (διασυνδεδεμένο σύστημα) για ανάγκες που δεν ξεπερνούν σήμερα αιχμή ισχύος 9.370 MW, με μειούμενη ζήτηση και διαρκώς αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ, έχουμε εγκατεστημένη ισχύ η οποία, μαζί με τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ, ξεπερνά τα 20.500 MW που επαρκεί, χωρίς καν να υπολογίσουμε τις διασυνδέσεις με τα ηλεκτρικά συστήματα των γειτονικών χωρών, να τροφοδοτήσει υπερδιπλάσια κατανάλωση.

Σε συνθήκες πραγματικά ελεύθερης αγοράς, πολλές εταιρείες θα είχαν προχωρήσει ακόμη και σε ξήλωμα και μεταπώληση των μονάδων παραγωγής. Στη χώρα μας όμως, με «διαρθρωτικά» μέτρα και αλλαγές, η ΡΑΕ και η κυβέρνηση επιβάλλουν χρεώσεις στην αγορά, οι οποίες υποσκάπτουν κάθε προσπάθεια για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στην οικονομία και τις οποίες καλούνται να πληρώσουν οι καταναλωτές της ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να καταστούν βιώσιμες και με εξασφαλισμένη κερδοφορία όλες οι ιδιωτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής σύγχρονης τεχνολογίας Φ.Α.!

Ταυτόχρονα, υποχρεώνουν τη ΔΕΗ να αποσύρει από την αγορά παλιές μονάδες της συνολικής ισχύος 5.586 MW –δεν καταβάλλονται αμοιβές για ΑΔΙ γι’ αυτές – μονάδες αποσβεσμένες που αποτελούν κοινωνικό κεφάλαιο, ακυρώνοντας έτσι στη πράξη κάθε ανταγωνισμό στην κατ’ ευφημισμόν απελευθερωμένη αγορά.

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

α) H αμοιβή για τα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ)

Αποτελεί εφεύρεση για να εισπράττουν αμοιβή όσοι παραγωγοί δηλώσουν διαθέσιμοι να… παράγουν! Με τον Ν. 2773/99 δεν προβλεπόταν αμοιβή για τη διαθεσιμότητα ισχύος. Όμως, η έλλειψη επενδυτικού ενδιαφέροντος για νέες θερμικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής (παρά τις μαζικές άδειες παραγωγής) οδήγησε στην καθιέρωσή της για μία και μόνο νέα μονάδα που θα κάλυπτε ανάγκες ασφάλειας εφοδιασμού και καθορίστηκε στα 25.000 ευρώ/MW το χρόνο. Στη συνέχεια, επεκτάθηκε για όλες μονάδες και το καλοκαίρι του 2010 αυξήθηκε σε 35.000€/MW. Το 2011 αναπροσαρμόσθηκε και πάλι σε 45.000€/MW και τελικά πέταξε, τον Ιούλιο του 2013, για τις μονάδες Φ.Α. συνδυασμένου και ανοικτού κύκλου, στις 90.000€/MW το χρόνο. Η συνολική αύξηση μέσα σε τρία χρόνια έφτασε το 360%, ώσπου το 2013 η αμοιβή προσαρμόστηκε στα 56.000€/MW.

Έτσι, μια αργούσα μονάδα ηλεκτροπαραγωγής Φ.Α. συνδυασμένου κύκλου με ΑΔΙ 400 MW εισέπραττε κάθε χρόνο ποσό άνω των 36 εκατομμυρίων ευρώ! Ποσό που εξασφάλιζε πλήρως, όχι μόνο τα έξοδα της, αλλά και ικανοποιητική κερδοφορία. Δηλαδή μια αργούσα μονάδα συνδυασμένου κύκλου μόνο με την αμοιβή των ΑΔΙ εξασφάλιζε απόσβεση της σε 8 χρόνια όταν η ΔΕΗ λογάριαζε για τις αποσβέσεις της μια 25ετία! Η συνολική επιβάρυνση από την αμοιβή των ΑΔΙ έφτασε τα 680 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο περίπου.

Είχε προηγηθεί η «διαρθρωτική» προσωρινή (!) καθιέρωση του Μηχανισμού Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους που αντικαταστάθηκε με τη γενναία αναπροσαρμογή των ΑΔΙ. Ο ΜΑΜΚ διασφάλιζε ένα προστατευμένο οικονομικά περιβάλλον σε όσους ηλεκτροπαραγωγούς είχαν στη διάθεσή τους μονάδες ηλεκτροπαραγωγής συνδυασμένου κύκλου (δηλαδή όλους τους ιδιώτες παραγωγούς), καθώς τους «αποζημίωνε» με τιμές υψηλότερες από αυτές που διαμορφώνονταν στην ημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (Οριακή Τιμή Συστήματος). Ο μηχανισμός αυτός διασφάλιζε στη πράξη ότι οι μονάδες τους μπορούσαν να λειτουργούν, ανεξαρτήτως της ζήτησης και του κόστους παραγωγής, απολαμβάνοντας πέραν της αμοιβής των ΑΔΙ (ήταν τότε 45.000/MW), εγγυημένη τιμή για την παραγωγή τους, ανεξαρτήτως της πορείας της αγοράς και του κόστους καυσίμου, καθώς αυτή κάλυπτε το μεταβλητό τους κόστος +10%.

Ο στρεβλωτικός αυτός μηχανισμός είχε σαν αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση του κόστους ηλεκτροπαραγωγής της χώρας (περίπου 400 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο –το πρώτο εξάμηνο του 2013 κόστισε στη ΔΕΗ 215 εκατ. ευρώ), με αντίστοιχη αρνητική επίπτωση στις δαπάνες και τη ρευστότητά της, και τελικά στα τιμολόγια των καταναλωτών. Οδήγησε επίσης στην υποκατάσταση εγχώριου καυσίμου –του λιγνίτη- από ακριβότερο εισαγόμενο –το Φ.Α.- με σοβαρότατες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και το εμπορικό ισοζύγιο, την στιγμή της κορύφωσης των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης.

Στην κατασκευή του «εκσυγχρονιστικού» αυτού μηχανισμού συνέβαλε η δυνατότητα των παραγωγών να υποβάλλουν προσφορές ανά ώρα στην ημερήσια αγορά με τιμές ακόμα και μηδενικές στο 30% του εικοσιτετραώρου, που να αντανακλούν όμως, στον μέσο όρο τους, τουλάχιστον το μεταβλητό τους κόστος!

Οι ιδιώτες παραγωγοί αξιοποίησαν πλήρως τη διάταξη αυτή, φτιάχνοντας τις ημερήσιες προσφορές τους κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υποκαθιστούν τις μονάδες του λιγνίτη με ζημιά της ΔΕΗ, των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας.
Μετά την αναπροσαρμογή της αμοιβής των ΑΔΙ οι ιδιώτες παραγωγοί άλλαξαν τακτική, αφού δεν τους συνέφερε πια να λειτουργούν, οι μονάδες τους και προσέφεραν τιμές υψηλότερες που τους απέκλειαν από το ημερήσιο πρόγραμμα. Έτσι απέφευγαν ενδεχόμενες ζημιές που κόστιζαν διπλά, και σαν επισκευές, και σαν απώλεια των σχετικών ΑΔΙ. Έγινε δηλαδή θαύμα μέγα, την εποχή του μνημονίου, και προστέθηκε με διαρθρωτικές αλλαγές νέα κατηγορία αργόσχολων, με αμοιβές πλουσιοπάροχες, δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ το χρόνο! Είναι η κατηγορία των «αναξιοπαθούντων» επιχειρηματιών του τομέα ηλεκτροπαραγωγής.

β) Η μονάδα συμπαραγωγής της «αυτοπαραγωγού» Αλουμίνιον της Ελλάδος.

Η μονάδα αδειοδοτήθηκε σαν μονάδα «αυτοπαραγωγής» της ΑτΕ για να καλύψει τις ανάγκες της σε ατμό και ηλεκτρισμό, εντάθηκε στα προγράμματα του 4ου ΚΠΣ και εισέπραξε τις σχετικές επιδοτήσεις. Όταν όμως, την περίοδο 2004-2006, η ΟΤΣ έφτασε σε υψηλά επίπεδα, η ΑτΕ υπέβαλε αίτημα προς την κυβέρνηση να αλλάξει την άδεια παραγωγής και να χαρακτηριστεί μονάδα συμπαραγωγής, έτσι ώστε να διαθέτει την παραγωγή της στην ημερήσια αγορά και να προτάσσεται η ένταξή της στα προγράμματα του ημερήσιου προγραμματισμού. Παράλληλα ζήτησε η ΔΕΗ να συνεχίσει την τροφοδότηση της ενεργοβόραςΑτΕ με ηλεκτρικό ρεύμα.

Έτσι απλά, η ΑτΕ (Μυτιλιναίος) διεκδικούσε να πουλάει, στην ημερήσια αγορά, το ρεύμα που θα παρήγαγε η μονάδα της σε υψηλές τιμές και να αγοράζει ρεύμα από τη ΔΕΗ σε πολύ χαμηλές, προνομιακές τιμές. Έτσι απλά, κερδίζει σημαντικά ποσά, που το καλοκαίρι του 2008 υπολογίστηκαν σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ το χρόνο.

Οι απαιτήσεις αυτές έγιναν τελικά αποδεκτές το 2009 από τον τότε Υπουργό Ανάπτυξης κ. Φώλια απόγευμα… Μεγάλης Πέμπτης!

Οι βουλιμικές της ορέξεις όμως, που κατά περίεργο τρόπο έβρισκαν «ευήκοα ώτα» στους κυβερνώντες, δεν σταμάτησαν εκεί. Ζήτησε και κατάφερε η μονάδα να χαρακτηριστεί ΑΠΕ και το παραγόμενο από αυτήν ηλεκτρικό ρεύμα να απορροφάται κατά προτεραιότητα από την αγορά με εγγυημένες τιμές ΑΠΕ. Τη χαριστική αυτή ρύθμιση επιβάρυνσης των καταναλωτών με πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ υπέγραψε ο Γ. Παπακωνσταντίνου στην διάρκεια της θητείας του στο ΥΠΕΚΑ.

Το σκάνδαλο ολοκληρώθηκε με απόφαση της επιτροπής μόνιμης Διαιτησίας της ΡΑΕ. Η απόφαση αυτή διαγράφει χρέη της ΑτΕ προς τη ΔΕΗ ύψους 110 εκατομμυρίων ευρώ και υποχρεώνει τη δεύτερη να προμηθεύει την πρώτη, για όλες τις ώρες του χρόνου, με ηλεκτρικό ρεύμα σε τιμές κάτω του κόστους παραγωγής λιγνιτικής μονάδας.

Σύμφωνα την από 3/11/2013 ανακοίνωση της ΔΕΗ, η απόφαση «οδηγεί κατ’ ουσία σε τιμή ανάλογη με αυτή της σύμβασης με την PECHINEY, η οποία είναι μάλιστα είναι χαμηλότερη από αυτήν για την οποία η χώρα το 2011 καταδικάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για παράνομη κρατική ενίσχυση υπέρ της ΑΛΟΥΜΊΝΙΟΝ». Έτσι, μπροστά στο κίνδυνο να κατηγορηθεί για απιστία, η διοίκησή της ΔΕΗ πήρε απόφαση να καταγγείλει την σύμβαση με την ΑτΕ και να την καλέσει να επιλέξει άλλον προμηθευτή.

γ) Το σκάνδαλο των ENERGA και HELLAS ROWER

Η νοοτροπία που είχε επικρατήσει στα διάφορα επίπεδα της διοίκησης, τις ανεξάρτητες αρχές, τους δημόσιους οργανισμούς, την κυβέρνηση κ.λπ. για την χωρίς όρους και προϋποθέσεις διευκόλυνση των εμπλεκόμενων στην αγορά ηλεκτρισμού, λειτούργησε σαν θερμοκήπιο για το σκάνδαλο Energa και HellasPower.

Με τις ελάχιστες εγγυήσεις που τους ζητήθηκαν –τις οποίες καθορίζουν οι κανονισμοί- και την απεριόριστη εγκληματική ανοχή που απολάμβαναν από τη ΡΑΕ, τον ΔΕΣΜΗΕ-ΛΑΓΗΕ και την κυβέρνηση, οι ιδιοκτήτες των εταιρειών προμηθεύονταν το ρεύμα χωρίς να το πληρώνουν, το παρείχαν στους πελάτες τους –τους οποίους απέσπασαν από τη ΔΕΗ με παραπλανητικές διαφημίσεις με την συνδρομή των ΜΜΕ και την ανοχή κυβέρνησης και ανεξάρτητων αρχών- και τα χρήματα που εισέπρατταν από τους λογαριασμούς, μαζί με τις πάγιες χρεώσεις των δικτύων, τα ειδικά τέλη για ΥΚΩ και ΑΠΕ, και τους φόρους και τα χαράτσια που εισπράττονται με αυτούς, τα διοχέτευαν σε προσωπικούς λογαριασμούς και υπεράκτιεςεταιρείες που είχαν ιδρύσει σε φορολογικούς παραδείσους. Το σκάνδαλο ξεπέρασε τα 200 εκατομμύρια ευρώ.

Η υπόθεση παραπέμφθηκε στη Δικαιοσύνη. Υπήρξαν προφυλακίσεις αλλά και ισχυρές υπερασπιστικές παρεμβάσεις από στελέχη της ΝΔ που σήμερα είναι υπουργοί (Βορίδης). Τελικά οι ένοχοι έπεσαν στα μαλακά γιατί δεσμεύτηκαν να επιστρέψουν τα κλεμμένα και σήμερα είναι ελεύθεροι κι ωραίοι.

δ) Οι υψηλές εγγυημένες τιμές στις «ηλιακές» MWh

Διαχρονικά οι κυβερνήσεις καθιέρωσαν υπερβολικά υψηλές εγγυημένες τιμές για τις παραγόμενες από τα φωτοβολταϊκά Mwh. Στην Ελλάδα της μεγάλης ηλιοφάνειας, οι εγγυημένες τιμές είναι πολύ υψηλότερες αυτών της Γερμανίας που ανέπτυξε την σχετική τεχνολογία. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχει καλυφθεί, μέχρι σήμερα (2013), ο στόχος που τέθηκε για το 2020 (2.500 MW), έχουν «επενδυθεί» ποσά που ξεπερνούν τα 5 δις, ενώ εκκρεμούν ακόμα προς υλοποίηση συμβολαιοποιημένα Φ/Β με συνολική ισχύ μεγαλύτερη των 2.000 MW.

Τα Φ/Β είναι έργα μικρής ουσιαστικά αποδοτικότητας και ελάχιστης προστιθέμενης αξίας. Μέρος από τα ποσά αυτά θα μπορούσε να έχει στραφεί σε άλλες επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία και πολύ καλύτερη ενεργειακή απόδοση (π.χ. ΜΥΗΣ, ΥΗΣ, κλπ.). Επίσης πρέπει να τονιστεί ότι οι επιδοτήσεις στους παραγωγούς μέσω των συμβολαίων και του σχετικού λογαριασμού στον ΛΑΓΗΕ είναι σχεδόν 1 δις το χρόνο και για διάστημα τουλάχιστον 20 ετών.

Ο παραλογισμός των υψηλών εγγυημένων τιμών αποκαλύφθηκε πλήρως όταν το Υπουργείο Εμπορίου Βιομηχανίας και Τουρισμού της Κύπρου πέτυχε να προμηθευτεί ενέργεια από Φ/Β από τους ανάδοχους σχετικών αδειών σε τιμές από 97 ευρώ/MWh (από πάρκα ισχύος μέχρι 1,5 MW) μέχρι 74,1 ευρώ/MWh (από πάρκα ισχύος 5-10 MW), ενώ στην Ελλάδα οι τιμές είναι από 200 έως 550 ευρώ/MWh!

Βέβαια οι υψηλές εγγυημένες τιμές στα Φ/Β ευνόησαν ιδιαίτερα τους κατασκευαστές του κλάδου, που προμήθευαν σε υψηλότατες τιμές τα Φ/Β στους επενδυτές και τις τράπεζες που έσπευσαν να τους χρηματοδοτήσουν. Οι κατασκευαστές εξασφάλισαν υπερκέρδη μέσω υπερτιμολογήσεων του εξοπλισμού από ενδιάμεσες εταιρίες που έφτιαξαν εκτός Ελλάδος, την ίδια στιγμή που οι τιμές του διεθνώς παρουσίαζαν ραγδαία αποκλιμάκωση!

Ετσι αναζήτησαν λύση. Παρά την επιβολή υψηλής ειδικής φορολογίας επί των εισπράξεων των παραγωγών από ΑΠΕ που αποτέλεσε έσοδο του ΛΑΓΗΕ, και την αύξηση του σχετικού τέλους (ΕΤΜΕΑΡ) από 1/7/2013 (δεύτερη μέσα στη χρονιά) κατά 60% στο σύνολο της κατανάλωσης και κατά 118% στα οικιακά τιμολόγια, μέτρο που θα επιφέρει πάνω από 400 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, τα ανοίγματα στο σχετικό λογαριασμό μεγάλωναν, οι πληρωμές ετεροχρονίζονταν και η αξιοπιστία του κράτους απέναντι στους επενδυτές καταβαραθρωνόταν. Οι παραγωγοί ΑΠΕ είχαν τιμολογήσει ενέργεια που διέθεσαν στο σύστημα και στο δίκτυο, είχαν καταβάλει τον ΦΠΑ στο κράτος και περίμεναν μήνες γι να πληρωθούν από τον κρατικό ΛΑΓΗΕ, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση ισχυριζόταν ότι «βελτιώνεται το επενδυτικό κλίμα»!

ε) Οικονομική κατάρρευση του ΛΑΓΗΕ

Από τις ανακοινώσεις και το στοιχεία που δημοσιεύει ο «λειτουργός» της αγοράς (Λειτουργός ΑΓοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας – ΛΑΓΗΕ) είναι ολοφάνερα τα οικονομικά του προβλήματα. Η μείωση της κατανάλωσης ΗΕ, σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές της Οριακής Τιμής του Συστήματος, τις αμοιβές των ΑΔΙ και τις μεγάλες εγγυημένες τιμές στην παραγωγή των Φ/Β πάρκων και της μονάδας συμπαραγωγής της Αλουμίνιον ΑΕ και την απόφαση της κυβέρνησης για αποίγνιτοπίηση – πριν την ώρα της -έχουν φέρει την αγορά σε αδιέξοδο.

Οι απλήρωτοι λογαριασμοι της Ηλεκτρικής Ενέργειας πολλαπλασιάζονται και σωρεύουν επισφαλείς απαιτήσεις δις ευρώ. Η οικονομική ασφυξία των νοικοκυριών μετακυλίεται στην «αγορά» και οι παίκτες της με τη σειρά τους δεν πληρώνουν τη ΔΕΠΑ κλπ.

Παρά την ιλιγγιώδη αναπροσαρμογή του τέλους ΑΠΕ –ή ΕΤΜΕΑΡ, όπως αναγράφεται στους λογαριασμούς ρεύματος- από 0,30 ευρώ/MWh το 2009 σε 20 ευρώ/MWh το 2013 ή στο ιλιγγιώδες ποσοστό 6900% (!), τοέλλειμμα του σχετικού λογαριασμού στον ΛΑΓΗΕ ξεπέρασε το 2013 τα 600 εκ. ευρώ και τα επόμενα χρόνια το 1 δις ευρώ. Τα σενάρια αντιμετώπισης του κινδύνου κατάρρευσης του ΛΑΓΗΕ και κατ’ επέκταση της αγοράς διαδέχονται το ένα το άλλο και αφορούσαν τόσο ένα νέο κούρεμα των εγγυημένων τιμών στα Φ/Β όσο και νέες αυξήσεις στο ΕΤΜΕΑΡ (τέλος ΑΠΕ) όσο και την αύξηση των παγίων χρεώσεων ισχύος και δικτύου στα τιμολόγια του ηλεκτρισμού.

Η αλματώδης όμως αύξηση των ΟΤΣ που προκλήθηκε από την πρόσφατη ενεργειακή κρίση έλυσε το οικονομικό πρόβλημα του ΛΑΓΗΕ και δόθηκε η δυνατότητα στην κυβέρνηση να επιδοτεί, μέσα από τα θεσμοθετημένα έσοδα του, μέχρι ενός ορίου τις καταναλώσεις του ηλεκτρικού ρεύματος.

Από τις προαναφερόμενες ενδεικτικές περιπτώσεις γίνεται ολοφάνερη η προσπάθεια των κυβερνώντων να επιρρίψουν, δια μέσου «διαρθρωτικών» αλλαγών σε επιμέρους τομείς, το δυσβάσταχτο κόστος της κυβερνητικής «ελαφρότητας» και της επιθετικότητας των μεγάλων αρπακτικών της αγοράς στην χειμαζόμενη οικονομία και τον λαό.

Μέχρι στιγμής έχουν μετακυλήσει μέρος των χρεώσεων στην αγορά.

Τα τιμολόγια στη βιομηχανία και στη γεωργία, ενόσω αυτές αναζητούν τη χαμένη τους ανταγωνιστικότητα, είχαν αυξηθεί υπερβολικά επιβαρύνοντας υπέρμετρα το κόστος παραγωγής, ενώ τα τιμολόγια των οικιακών καταναλωτών έχουν καταστήσει το ηλεκτρικό ρεύμα είδος πολυτελείας.

Το φθινόπωρο του 2021, με την εκτόξευση των διεθνών τιμών του Φ.Α., τα τιμολόγια υπερδιπλασιάστηκαν με τη βοήθεια της ρήτρας ΟΤΣ.

Διαρκές οικονομικό έγκλημα

Αν αθροίσει κανείς το κόστος των επί μέρους «διαρθρωτικών» μέτρων που πέρασε στους λογαριασμούς του ρεύματος, βλέπει ότι ανέρχεται σε ποσό που ανέρχεται σε αρκετά δις ευρώ το χρόνο.

Τα «μέτρα» αυτά και οι σχετικές «ρυθμίσεις» αποτελούν διαρκή οικονομικά εγκλήματα σε βάρος του λαού και της χώρας τα οποία διαπράχθηκαν με πράξεις η παραλείψεις των κυβερνώντων και των μελών της ΡΑΕ.

Δεν αποτελούν αντικείμενο συζητήσεων και αντιπαραθέσεων γιατί συντελούνται με νομιμοφάνεια, με «διαρθρωτικές ρυθμίσεις και μέτρα» στο όνομα της «απελευθέρωσης των αγορών» και συγκαλύπτονται με κείμενα που περιέχουν πολλούς τεχνικούς όρους και νεολογισμούς και είναι δύσκολα κατανοητά όχι μόνο από τον ελληνικό λαό, αλλά ακόμη και από τους περισσότερους εκπροσώπους του στη Βουλή. Τα κείμενα αυτά, που παίρνουν τις περισσότερες φορές τη μορφή φωτογραφικών διατάξεων, μπορεί να είναι δυσνόητα για τον λαό, είναι όμως εύληπτα και κατανοητά για τους άμεσα ενδιαφερόμενους αφού συνδυάζονται με ροές εκατομμυρίων ευρώ.

«Υπάρχει άλλη λύση;», αναρωτιούνται πολλοί και ιδιαίτερα όσοι επιχειρούν να περάσουν τα επαχθή για τον λαό και τη χώρα μέτρα με εργαλείο την θεωρία του μονόδρομου.

Και βέβαια υπάρχει. Έξω και πέρα από την αναζήτηση ευθυνών για τα διαρκή και επαναλαμβανόμενα οικονομικά εγκλήματα που επιβάλλεται να ξεκινήσει άμεσα, υπάρχει λύση. Είναι η λύση της κοινής λογικής: η αγορά να λειτουργήσει επιτέλους με σεβασμό στους κανόνες του ανταγωνισμού.

  • Με μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό και μείγμα καυσίμου που να εξυπηρετεί την εθνική οικονομία.
  • Χωρίς αμοιβή για ΑΔΙ –αν κινηθεί η διαδικασία δημοπράτησης θα έχουν μηδενική αξία- και με προσφορές ενέργειας που να αντανακλούν για κάθε μονάδα τουλάχιστον το πραγματικό κόστος παραγωγής.
  • Με εξορθολογισμένες τιμές ΑΠΕ που να σέβονται καταναλωτές και επενδυτές.
  • Με δίκτυα κάτω από εθνικό-κοινωνικό έλεγχο.
  • Με ΔΕΗ δημόσια εκσυγχρονισμένη και απαλλαγμένη από λογικές που την ήθελαν υπηρέτη οικονομικών και κομματικών συμφερόντων.
  • Με εκκαθάριση των λογαριασμών με βάση τις προσφορές και όχι την ΟΤΣ.
  • Με εντατικοποίηση της λειτουργίας των μεγάλων ΥΗΣ όσο διαρκεί η ενεργειακή κρίση.
  • Με αναθεώρηση των κυβερνητικών αποφάσεων για την απολιγνιτοποίηση και επανένταξη των λιγνιτικών μονάδων στο σύστημα μέχρι το 2040.

Αυτά όλα όμως προϋποθέτουν ανατροπή της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής και των σχεδίων ιδιωτικοποίησης στην ηλεκτρική ενέργεια που αποσκοπούν στην λεηλασία του λαού.

Πολλοί είναι εκείνοι που εναποθέτουν ελπίδες για αντίσταση και αντιμετώπιση των όσων γίνονται και έρχονται στην αγορά ηλεκτρισμού σε ένα σύνολο πατριωτικών, πολιτικών και λαϊκών δυνάμεων που θα συντονίσουν τις προσπάθειες τους και δεν έχουν άδικο. Ας μη ξεχνάμε ότι σ γειτονικές χώρες, με αφορμή αυξήσεις στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, έπεσαν κυβερνήσεις!

(Ο Δημήτρης Πιπεργιάς είναι πρώην βουλευτής, πρώην πρόεδρος ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ)

 Επικαιροποιημένη μορφή του άρθρου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» και στον ιστότοπο press-gr.com στις 12/01/2013.

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Η καλύτερη φίλη της Αγγελικής Σπανού
ΗΠΑ: Η «σταυροφορία» κατά των αμβλώσεων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους
Chevron Right