Opinions

Δρ. Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος: Πυρηνικά όπλα και παγκόσμια ειρήνη

Σήμερα, ο διεθνής οργανισμός CTBTO, βασισμένος, σε επιστημονικές μεθόδους κυρίως της «δικαστικής σεισμολογίας», και στις ιδρυτικές του αρχές και τις διεθνείς συνθήκες, έχει να επιδείξει ένα σημαντικότατο έργο για την εμπέδωση της παγκόσμιας ειρήνης, έστω και αν οι διεθνείς συνθήκες δεν έχουν επικυρωθεί από όλες τις χώρες, όπως οι ΗΠΑ.

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία επανήλθε με ένταση στο διεθνές προσκήνιο το πάντα φλέγον θέμα των πυρηνικών όπλων και της παρακολούθησης των πυρηνικών δοκιμών. Όπως θα δούμε στη συνέχεια η επιστήμη της σεισμολογίας αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της παρακολούθησης των πυρηνικών δοκιμών και της τήρησης των σχετικών διεθνών συμφωνιών για τον περιορισμό τους.

Οι πληγές που άνοιξαν με τον πυρηνικό βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι από τις ΗΠΑ στις 6 και 9 Αυγούστου 1945, στη δύση του Β παγκόσμιου πολέμου, υπήρξαν πολλές. Μια απ’ αυτές ήταν ο ξέφρενος ανταγωνισμός των ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στην πραγματοποίηση πυρηνικών δοκιμών με σκοπό την ολοένα και περισσότερο εξελιγμένη κατασκευή πυρηνικών όπλων. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 οι δύο υπερδυνάμεις είχαν πλέον τη δυνατότητα μαζικής καταστροφής του πλανήτη. Το παγκόσμιο ειρηνιστικό κίνημα διογκωνόταν συνέχεια. Οι ηγέτες Τζον Κένεντι (ΗΠΑ) και Νικίτα Χρουστσόφ (ΕΣΣΔ) συνεννοήθηκαν για τον έλεγχο των πυρηνικών δοκιμών που μέχρι τότε εκτελούντο σε ειδικά ικριώματα, λίγο ψηλότερα από την επιφάνεια του εδάφους ερημικών εκτάσεων. Αλλά αυτή η πρακτική δεν επέτρεπε τον έλεγχο, δηλαδή το που, πότε και με ποια ισχύ γινόταν μια δοκιμή.

Ταυτόχρονα μολυνόταν η ατμόσφαιρα με ραδιενέργεια, γεγονός που ξεσήκωνε περισσότερο την παγκόσμια κοινή γνώμη. Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν σχετικά εύκολα στο να πραγματοποιούν τις δοκιμές τους μόνο στο υπέδαφος. Αφού ενημερώθηκαν επιστημονικά, και σχεδόν έγιναν και οι ίδιοι «σεισμολόγοι», η συμφωνία έκλεισε στα τέλη του 1963 γιατί γινόταν πλέον εφικτή η παρακολούθηση των δοκιμών μέσω της καταγραφής των σεισμικών κυμάτων που αυτές παράγουν στο υπέδαφος. Τη σχετική συμφωνία προσυπέγραψε και το Ην. Βασίλειο αλλά όχι το τέταρτο μέλος της λεγόμενης «πυρηνικής λέσχης», δηλαδή η Γαλλία, η οποία δεν διέθετε κατάλληλα εδάφη για δοκιμές. Στα τέλη του 1964 η Κίνα έγινε το πέμπτο μέλος της «πυρηνικής λέσχης» με την πραγματοποίηση πυρηνικής δοκιμής. Οι δύο χώρες εξακολούθησαν τις δοκιμές στην ατμόσφαιρα για πολλά χρόνια, αν και η Γαλλία σταδιακά προτίμησε το υποθαλάσσιο περιβάλλον στο νότιο Ειρηνικό.

Η σεισμική καταγραφή των πυρηνικών δοκιμών προσέφερε τη δυνατότητα στην κάθε πλευρά να παρακολουθεί το τι κάνει η άλλη πλευρά. Αναπτύχθηκαν δύο νέα παγκόσμια σεισμογραφικά δίκτυα ελεγχόμενα από τις δύο υπερδυνάμεις. Οι ΗΠΑ δημιούργησαν ειδικό εθνικό οργανισμό με διοικητή ένα πτέραρχο προκειμένου να οργανώσουν ένα νέο σεισμογραφικό παγκόσμιο δίκτυο με όργανα εγκατεστημένα σε όλες τις φιλικές τους χώρες. Από εκείνο το πρόγραμμα των ΗΠΑ επωφελήθηκε και το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου που απέκτησε σύγχρονο σεισμογραφικό δίκτυο το 1965. Παρόμοιες ενέργειες έγιναν και από την πλευρά της ΕΣΣΔ, αλλά οι πληροφορίες που έχουμε είναι λιγοστές. Η «δικαστική σεισμολογία», όπως απεκλήθη, αναδείχθηκε σε πρωταγωνιστή στην προσπάθεια διασφάλισης της παγκόσμιας ειρήνης. Οι κακές γλώσσες λένε ότι οι δύο μεγάλοι ηγέτες συμφώνησαν γιατί είχαν στο πίσω μέρος του μυαλού τους και κάτι άλλο, δηλαδή να αναπτύξουν στο μέλλον τεχνικές απόκρυψης των δικών τους δοκιμών, το οποίο, όμως, δεν έγινε τελικά κατορθωτό.

Το 1967 υπήρξε μια σημαντική χρονιά. Η Γ.Σ. του ΟΗΕ ενέκρινε απόφαση για την απαγόρευση μεταφοράς πυρηνικών όπλων στο Εξώτερο Διάστημα, είτε σε τεχνητούς δορυφόρους της Γης είτε σε άλλα φυσικά ουράνια σώματα (π.χ. Σελήνη). Την ίδια χρονιά η πρώτη Ελεύθερη Ζώνη από Πυρηνικά Όπλα εγκαθιδρύθηκε στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική με απόφαση των χωρών αυτών των περιοχών. Την επόμενη χρονιά (1968) οι ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, ΗΒ και 58 άλλες χώρες υπέγραψαν συμφωνία μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων σε χώρες που δεν κατέχουν τέτοια όπλα. Η Ινδία, μετά από επιστημονική και τεχνολογική προπαρασκευή αρκετών ετών πραγματοποίησε δοκιμή στην έρημο του Ρατζαστάν το 1974.

Η «δικαστική σεισμολογία» αναπτύχθηκε σε ειδικό επιστημονικό κλάδο εστιάζοντας στην ανίχνευση των πυρηνικών δοκιμών μέσω των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που διακρίνουν τις δοκιμές από τους σεισμούς. Πράγματι, οι σεισμικές καταγραφές των πυρηνικών δοκιμών διαφέρουν από εκείνες των φυσικών σεισμών. Το θέμα όμως δεν είναι απλό και γι’ αυτό το λόγο πραγματοποιήθηκε πολυετής σεισμολογική έρευνα ώστε να επιτευχθεί η ασφαλής διάκριση. Όμως, ένα νέο καθήκον ανετέθη στους σεισμολόγους, δηλαδή να παρακολουθούν και ότι δεν θα γίνει υπέρβαση της ισχύος των δοκιμών. Πράγματι, το 1976 οι ΗΠΑ, ΕΣΣΔ και ΗΒ κάθισαν και πάλι στο ίδιο τραπέζι και συμφώνησαν ότι η ισχύς των δοκιμών δεν θα υπερβαίνει τους 150 χιλιοτόνους.

Παρά τις συμφωνίες αυτές, παρέμεναν πολλά προβλήματα στην υλοποίησή τους. Μεταξύ των προβλημάτων που έπρεπε να επιλυθούν υπήρξαν και καθαρώς επιστημονικά ζητήματα, κυρίως σεισμολογικά. Κάτω από την πίεση των προβλημάτων ωρίμασε και η ιδέα για την υπογραφή μιάς Γενικευμένης Συνθήκης Απαγόρευσης των Πυρηνικών Δοκιμών (Comprehensive Nuclear-Test-Ban Treaty (CTBT). Η συμφωνία επετεύχθη το Σεπτέμβριο του 1996 στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Μέχρι την 1η Mαρτίου 1997, 142 χώρες είχαν υπογράψει τη συνθήκη και τη δημιουργία ενός νέου διεθνούς οργανισμού (CTBTΟ), στο πλαίσιο του ΟΗΕ, για την εξασφάλιση της τήρησης της συνθήκης με διεθνή συνεργασία. Όμως, τη συνθήκη δεν υπέγραψαν η Ινδία, το Πακιστάν και η Λαϊκή Δημοκρατία της Β. Κορέας.

Ο ειδικός οργανισμός του ΟΗΕ (CTBTO) εξοπλίστηκε με εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό αλλά και με δικό του σεισμογραφικό δίκτυο, πέραν των καταγραφών που συνεισφέρουν όλα τα σεισμογραφικά δίκτυα στον κόσμο, περιλαμβανομένου και του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αθηνών. Στη διάρκεια του 1998 ανιχνεύτηκαν πυρηνικές δοκιμές τόσο στην Ινδία όσο και στο Πακιστάν και ακολούθησαν κυρώσεις εναντίον αυτών των χωρών από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες.

Παρά την πρόοδο που σημειώθηκε με την εγκαθίδρυση του CTBTO και το μορατόριουμ που επετεύχθη στην πραγματοποίηση των πυρηνικών δοκιμών, παρέμενε το σημαντικό ζήτημα της επικύρωσης της Γενικευμένης Συνθήκης από τα κράτη μέλη, αν και πολλά είχαν προβεί στην επικύρωση. Οι ΗΠΑ ήταν μια από τις χώρες όπου εκκρεμούσε η επικύρωση. To φθινόπωρο του 1997, ο Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον έφερε το θέμα της επικύρωσης στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας το οποίο, δύο χρόνια μετά, το απέρριψε με ψήφους 51 κατά και 48 υπέρ, ενώ απαιτούνταν τουλάχιστον 67 ψήφοι. Δηλαδή, το θέμα δεν έλαβε ούτε απλή πλειοψηφία. Μετά την ανάληψη της προεδρίας, ο Πρόεδρος George W. Bush, που είχε καταψηφίσει το 1999, το 2001 δεν προώθησε το θέμα δηλώνοντας ότι η επικύρωση της Γενικευμένης Συνθήκης δεν είναι προς το συμφέρον της εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ. Παράλληλα δεσμεύτηκε να διατηρήσει το μορατόριουμ στις πυρηνικές δοκιμές.

Μετά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, συνήλθε παγκόσμια διάσκεψη χωρών στη Ν. Υόρκη, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, για την περαιτέρω προώθηση της Γενικευμένης Συνθήκης. Με το τέλος της διάσκεψης 161 χώρες την είχαν υπογράψει και 87 την είχαν επικυρώσει περιλαμβανομένων ορισμένων πυρηνικών δυνάμεων και συγκεκριμένα της Γαλλίας, του ΗΒ και της Ρωσίας. Στην τελική διακήρυξη οι χώρες και η ΕΕ ζήτησαν από τις ΗΠΑ και την Κίνα να επικυρώσουν, ενώ πολλές χώρες δεν παρέλειψαν να υπογραμμίσουν ότι οι ΗΠΑ απουσίαζαν από τη διάσκεψη. Ο Ρώσος εκπρόσωπος ανέγνωσε δήλωση του Προέδρου Β. Πούτιν ότι ο Πρόεδρος ήταν πεπεισμένος ότι η εφαρμογή και η οικουμενικότητα της Γενικευμένης Συνθήκης είναι προς το συμφέρον της παγκόσμιας κοινότητας.

Το 2006 σε νέα διάσκεψη σε επίπεδο υπουργών επαναλήφθηκε η αναγκαιότητα επικύρωσης και εφαρμογής της Γενικευμένης Συνθήκης. Αυτή τη φορά τονίστηκε ότι το ενόργανο σεισμογραφικό δίκτυο παρακολούθησης θα είναι χρήσιμο και για την προειδοποίηση για τσουνάμι και άλλους φυσικούς κινδύνους. Είχε προηγηθεί το φοβερό τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό, στις 26 Δεκεμβρίου 2004, που σκότωσε περίπου 220.000 ανθρώπους σε τουλάχιστον 12 χώρες. Όμως, η Λαϊκή Δημοκρατία της Β. Κορέας ανακοίνωσε την πραγματοποίηση πυρηνικής δοκιμής στις 9 Οκτωβρίου 2006. Οι σεισμικές καταγραφές ανά τον κόσμο, περιλαμβανομένου και του σεισμογραφικού σταθμού των Αθηνών, δεν άφηναν αμφιβολίες. Η πράξη αυτή παραβίασε το μορατόριουμ, το οποίο η συγκεκριμένη χώρα δεν το είχε υπογράψει. Προκλήθηκε διεθνής κατακραυγή.

Σήμερα, ο διεθνής οργανισμός CTBTO, βασισμένος, σε επιστημονικές μεθόδους κυρίως της «δικαστικής σεισμολογίας», και στις ιδρυτικές του αρχές και τις διεθνείς συνθήκες, έχει να επιδείξει ένα σημαντικότατο έργο για την εμπέδωση της παγκόσμιας ειρήνης, έστω και αν οι διεθνείς συνθήκες δεν έχουν επικυρωθεί από όλες τις χώρες, όπως οι ΗΠΑ. Στο πεδίο της επιστήμης, παράλληλα με τη «δικαστική σεισμολογία» προόδευσε εξαιρετικά η σεισμολογία γενικότερα γιατί αναπτύχθηκαν παγκόσμια σεισμογραφικά δίκτυα, κατεγράφησαν χιλιάδες πυρηνικών δοκιμών, μελετήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες σεισμικών κυμάτων, βελτιώθηκαν δραστικά οι τεχνικές υπολογισμού των επικέντρων και μεγεθών των σεισμών και παράλληλα αποκτήθηκαν πολυτιμότατες γνώσεις για το εσωτερικό της Γης.

Σήμερα η σεισμολογία και η φυσική του εσωτερικού της Γης θα ήταν ακόμη πολύ πίσω αν δεν είχε υπάρξει η «δικαστική σεισμολογία». Αποτελεί μοναδικό παράδειγμα στη ιστορία της επιστήμης το πως ο γεωστρατηγικός ανταγωνισμός δύο υπερδυνάμεων είχε ως άμεσο αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την εξαιρετική προώθηση της επιστήμης, της σεισμολογίας εν προκειμένω.

(Ο Δρ Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος είναι Σεισμολόγος, Επιστημονικός συνεργάτης ΕΕ και UNESCO, Συγγραφέας του βιβλίου «Στα Μονοπάτια του Εγκέλαδου», Εκδόσεις Οσελότος, Ιούνιος 2021)

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Γιώργος Καπόπουλος: Πόλεμος στην Ουκρανία - Το τέλος των ουδέτερων
Θανάσης Γκώγκος: Σε τι σκοπεύει η απεργία της 6ης Απριλίου
Chevron Right