Το ότι η χώρα έχει μπει σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, με ευθύνη κυρίως της κυβέρνησης, δεν χρειάζεται να είναι κάποιος έμπειρος πολιτικός αναλυτής για να το διαπιστώσει. Ήδη από την άνοιξη, η αμφιταλάντευση του πρωθυπουργού για τον χρόνο των εκλογών, ο ξέφρενος ρυθμός χορήγησης επιδομάτων που κορυφώθηκε με τις εξαγγελίες το προηγούμενο σαββατοκύριακο στη ΔΕΘ και η εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση των υποκλοπών και η διαχείρισή της από την κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αποτελούν τα αδιάψευστα τεκμήρια για την είσοδο στην περίοδο πριν την εκλογική αναμέτρηση, που σύμφωνα με τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη θα γίνουν την άνοιξη του 2023.
Σε αυτή τη μάχη τα αντίπαλα στρατόπεδα έχουν αρχίσει να επιστρατεύουν όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τους και να υψώνουν τους τόνους της αντιπαράθεσης. Σε αυτό το πλαίσιο τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται ολοένα και σκληρότερα, γεγονός που μας προϊδεάζει για το τι έπεται. Οι κυβερνώντες, μάλιστα, προσπαθούν να φέρουν τη μπάλα στο «γήπεδό» τους, που δεν είναι άλλο από τα λεγόμενα εθνικά θέματα, αξιοποιώντας την προκλητική ρητορική της Τουρκίας και ελπίζοντας στη δημιουργία ενός μετώπου, όπως αυτό που σφυρηλάτησαν, αποπροσανατολίζοντας το εκλογικό σώμα, με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών. Τότε που «μακεδονομάχοι» και μια μειοψηφία φονταμενταλιστών κληρικών διαδήλωναν στους δρόμους με τις περικεφαλαίες και τα μοναστικά καλιμαύχια.
Ωστόσο, παρά την ανάγκη για μασάζ στους ψηφοφόρους, ο κυνισμός είναι παρών, επιδεικνύοντας την αντίληψη για μετάθεση των ευθυνών της διαχείρισης στους πολίτες, όπως έγινε και γίνεται με την περίπτωση της πανδημίας. Τελευταίο και σοβαρό συμβάν η δήλωση του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών κ. Στέλιου Πέτσα σε πρωινή τηλεοπτική εκπομπή που ανάφερε ότι «όποιο νοικοκυριό, στην Ελλάδα, δεν προσαρμόζεται στα νέα ενεργειακά δεδομένα, πεθαίνει». Όσο και να προσπάθησε εκ των υστέρων ο κ. Πέτσας δεν κατάφερε να αμβλύνει τις αλγεινές εντυπώσεις, για τον πρόσθετο και σημαντικότερο λόγο ότι μεγάλο τμήμα των πολιτών είναι πεπεισμένοι ότι θα μείνουν απροστάτευτοι στον δύσκολο χειμώνα που όλοι εκτιμούν ότι έρχεται.
Από την άλλη πλευρά η αξιωματική αντιπολίτευση, έχει δικαίως σηκώσει το ζήτημα των παρακολουθήσεων και τον αντίκτυπο που έχει στη θεσμική λειτουργία της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας και στην εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Κατά την άποψή μας και προσπαθώντας να αφουγκραστούμε την ελληνική κοινή γνώμη, μόνο αν υπάρξουν νέες αποκαλύψεις, το σκάνδαλο αυτό θα επηρεάσει καταλυτικά τις εξελίξεις σχετικά με τον χρόνο των εκλογών και το αποτέλεσμά τους. Ταυτόχρονα όμως συνεχίζονται τα αυτογκόλ, δείγμα μιας διαχρονικής παθογένειας που δεν λέει να εκλείψει. Είναι άλλο πράγμα οι νεολαίοι του ΣΥΡΙΖΑ στις πορείες και τος διαδηλώσεις να εκφράζονται με την ένταση της στιγμής ή ο «τσολιάς» της «Ελληνοφρένειας» να κάνει σάτιρα με το γνωστό σύνθημα κατά του πρωθυπουργού να το «προφέρει» ο Βλαντιμίρ Πούτιν στα ρωσικά σε δική του εκπομπή και διαφορετικό αυτό να συμβαίνει στο πλαίσιο του φεστιβάλ Σπούτνικ της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Τέλος, νερό στο μύλο της έντασης αυτής της παρατεταμένης εκλογικής περιόδου, ρίχνει και το συνάφι μας, με τελευταίο συμβάν έναν απαράδεκτο συμψηφιστικό στιγματισμό, γνωστής αρθρογράφου και παρ’ ολίγον πολιτικού, που έγραψε επί λέξει «…έναν συνασπισμό ετερόκλητων παραγόντων, που το τελευταίο διάστημα δρα απροκάλυπτα εναντίον του (σ. Κυριάκου Μητσοτάκη) (συριζαίοι, ΠΑΣΟΚ, διασώστες, φιλοπούτιν, συνταγματολόγοι, πρώην, ΚΚΕ, ΜΚΟ, Τούρκοι κ.ά)…». Ενδεικτικό φαινόμενο ενός στρατευμένου εκχυδαϊσμού της πολιτικής αρθρογραφίας και ανάλυσης, που τσουβαλιάζει τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ανθρωπιστές ακτιβιστές και διακεκριμένους νομικούς και επιστήμονες, με τους υποστηρικτές της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και την προκλητική και επιθετική ηγεσία της Τουρκίας. Κατασκευάζει δηλαδή νέους «εσωτερικούς εχθρούς» στα πρότυπα της «καχεκτικής δημοκρατίας», δείγμα κι αυτό της τοξικότητας που οι ίδιοι δημιουργούν, αλλά που όμως τη χρεώνουν στην αντιπολίτευση…
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος και ιστορικός)