Απόλυτη συναίνεση στην ένταξη της Τουρκίας στην -υπό ίδρυση- Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα (ΕΠΚ) αποφάσισε να προσφέρει ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης μετά από τρεις μήνες μηνυμάτων προς την Ε.Ε. ότι η Ελλάδα θα τηρούσε αρνητική στάση και μόλις τρεις μέρες μετά τη μεγαλόστομη δήλωσή του «νταηλίκια γιοκ, κύριε Ερντογάν».
Η ελληνική απόφαση επιβεβαιώθηκε από τον Πρωθυπουργό προς τον Γάλλο πρόεδρο Εμ. Μακρόν, κατά τη συνάντησή τους το βράδυ της Δευτέρας, ενώ είχε γνωστοποιηθεί νωρίτερα στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σ. Μισέλ και την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ουρ. φον ντερ Λάιεν. Ο κ. Μητσοτάκης ήλπιζε ότι θα οχυρωνόταν πίσω από την άσκηση βέτο της Γαλλίας, καθώς ο κ. Μακρόν πρότεινε μεν, το Μάιο, την ίδρυση της ΕΠΚ για συνεργασία με τα κράτη που γειτνιάζουν με την Ε.Ε., αλλά χωρίς συμμετοχή της Τουρκίας. Τελικά, το Παρίσι -μετά από πιέσεις του Βερολίνου και υπό το φόβο ρήγματος στο γαλλογερμανικό άξονα- εγκατέλειψε την ιδέα του βέτο, προσχωρώντας στη γερμανική λογική ότι κάθε άρνηση προς την Άγκυρα την ωθεί κοντύτερα προς τη Μόσχα.
Η άτακτη ελληνική υποχώρηση σημαίνει ότι, στο εξής, ο πρόεδρος της Τουρκίας θα συμμετέχει, δύο φορές το χρόνο, στις συναντήσεις της ΕΠΚ, οι οποίες -με αρχή το διήμερο 6 και 7 Οκτωβρίου φέτος στην Πράγα- θα πραγματοποιούνται τις ίδιες μέρες και στον ίδιο χώρο με τις συνόδους κορυφής της Ε.Ε. Με την αναμενόμενη διπλωματική αβρότητα, αρμόδιοι αξιωματούχοι των Βρυξελλών καθησυχάζουν την Ελλάδα ότι δεν θα οριστικοποιηθούν άμεσα οι τακτικές συγκλήσεις συνόδων της ΕΠΚ και οι συμμετέχοντες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η πρόσκληση προς την Τουρκία δεν είναι διαρκής. Στην πραγματικότητα, πρόκειται περί κούφιων υποσχέσεων, καθώς το κόστος μελλοντικής αποβολής της Τουρκίας από την ΕΠΚ θα αξιολογείται σαν πολλαπλάσιο του ρίσκου που σήμερα ίσως προκαλούσε η μη πρόσκλησή της. Πάντως, προς το παρόν, δεν έχει διευκρινιστεί αν η ΕΠΚ θα εξελιχθεί ταχέως σε επίσημο διακρατικό οργανισμό, με διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ή θα περιοριστεί, τα πρώτα χρόνια, στη λειτουργία της ως φόρουμ ηγετών.
Ταυτόχρονα, εξίσου μεγάλος κίνδυνος για την Ελλάδα θα είναι η σταδιακή αντικατάσταση των διαδικασιών διεύρυνσης της Ε.Ε. από τις συζητήσεις στην ΕΠΚ. Γιατί δεν θα απαιτούνται συγκεκριμένες εγγυήσεις και μεταρρυθμίσεις από τα υποψήφια μέλη, όπως αξιώνουν οι Βρυξέλλες από την Άγκυρα μετά την υποβολή της τουρκικής αίτησης το 1987 και την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων το 2005.Η Ελλάδα τάσσεται, παραδοσιακά, υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, αλλά στην παρούσα περίοδο οποιαδήποτε πρόοδος είναι αδύνατη υπό το καθεστώς καθημερινών προκλήσεων και απειλής πολέμου. Η πρόσθετη ειρωνεία είναι ότι η ΕΠΚ ενδεχομένως να καθυστερήσει τη διαδικασία διεύρυνσης με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων υπέρ της οποίας τάσσεται η Αθήνα.
Ασφαλώς, η αρχική τακτική του κ. Μητσοτάκη για την απόδοση προτεραιότητας στις γαλλικές κινήσεις περιείχε στοιχεία ορθότητας. Ήταν λογική η προσδοκία πως το βέτο και η ισχύς του Παρισιού θα εξουδετέρωναν τις αντιδράσεις του προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν, χωρίς η Αθήνα να ριψοκινδυνεύσει, με δικό της βέτο, κλιμάκωση της διμερούς έντασης. Ωστόσο, όπως τώρα αποδεικνύεται, ο Πρωθυπουργός δεν διέθετε εναλλακτικό σχέδιο, αν ο πρόεδρος Μακρόν άλλαζε γνώμη. Ούτε βούληση και τόλμη για την άσκηση ελληνικού βέτο ή, έστω, για την αξίωση ανταλλαγμάτων από τα ισχυρά μέλη της Ε.Ε. και την Τουρκία. Η έννοια «διαπραγμάτευση» αποδείχθηκε άγνωστη στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η απόφαση του κ. Μητσοτάκη για τη μη άσκηση βέτο ελήφθη, προφανέστατα, πριν από τη δήλωση για τα «νταηλίκια», χωρίς να αποκαλυφθεί προς τα άλλα κορυφαία στελέχη της ΝΔ και την κοινή γνώμη. Ο κ. Μητσοτάκης, μόνο παρεμπιπτόντως, ανέφερε στη Θεσσαλονίκη ότι «είναι πιθανόν να προσκληθεί η Τουρκία» στην Πράγα, προσθέτοντας πως «αν παραβρεθεί, θα βρεθεί αντιμέτωπη με την ελληνική επιχειρηματολογία και θα κληθεί να δώσει απαντήσεις».
Ο κ. Μητσοτάκης είναι βέβαιο ότι διαθέτει και θέλει να θέσει ακλόνητα επιχειρήματα στον κύριο Ερντογάν. Είναι αμφίβολο όμως αν η Τσεχική Προεδρία της Ε.Ε. και η Γερμανία (που κατευθύνει τις διαδικασίες της ΕΠΚ) θα επιτρέψουν -πολιτικά και οργανωτικά- κάτι περισσότερο από τρίλεπτες παρεμβάσεις των ηγετών των 40-45 χωρών που θα παρίστανται στη σύνοδο. Επομένως, η Τουρκία θα έχει πετύχει το μείζον της συμμετοχής στην ΕΠΚ, ενώ η Ελλάδα, ουσιαστικά, θα μείνει άφωνη διπλωματικά και αρκούμενη στις δηλώσεις προς εσωτερική προεκλογική κατανάλωση.
(Ο Αλέξανδρος Τάρκας είναι Εκδότης του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη-Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Δημοκρατία»)