Opinions

Λεωνίδας Μ. Πεγιάδης: Οι ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες πολιτικών για τις υποκλοπές, ο κίνδυνος παραγραφής και η Δημοκρατία μας

Αν πράγματι ο απερχόμενος πρωθυπουργός πρέπει να απαλλαχθεί, αυτό να γίνει επί της ουσίας λόγω έλλειψης στοιχείων ενοχής του και όχι λόγω παραγραφής των ποινικών ευθυνών του.

1.Η προεκλογική περίοδο τελειώνει χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει ένα ιδιαίτερα κρίσιμο θέμα: Το πρωτοφανές σκάνδαλο των υποκλοπών, όπως παραδέχθηκε και στο διαβόητο «debate» ο πρωθυπουργός ! Μέχρι τώρα τα στοιχεία δείχνουν ότι η Ε.Υ.Π και κάποιοι ακόμα «άγνωστοι», με τη χρήση παράνομου και κακόβουλου λογισμικού, πιθανότατα με κρατική κάλυψη, παρακολουθούσαν τον αρχηγό του τρίτου πολιτικού κόμματος της χώρας ,τον Α/ΓΕΕΘΑ, υπουργούς, δημοσιογράφους κ.α. Αυτό όμως προσβάλλει, σύμφωνα με τη σχεδόν ομόθυμη γνώμη συνταγματολόγων και νομικών, με τη διαφωνία μόνο του Εισαγγελέα του Α.Π, τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και υπονομεύει τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, όπως ορίζονται στο Σύνταγμα μας.

Δυστυχώς μέχρι σήμερα ούτε οι διαπιστώσεις- κόλαφος της Α.Δ.Α.Ε και της επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου PEGA, ούτε οι συνταρακτικές αποκαλύψεις της ερευνητικής δημοσιογραφίας, έπεισαν την πλειοψηφία της κοινής γνώμης ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών απειλεί τον πυρήνα του Κράτους Δικαίου και των δημοκρατικών ελευθεριών μας. Την κύρια ευθύνη γι’ αυτό, πέρα από την ίδια την κυβέρνηση, έχει η πλειοψηφία των Μ.Μ.Ε ,κυρίως των τηλεοπτικών καναλιών, τα οποία είτε υποβάθμισαν ,είτε αποσιώπησαν πολλές πτυχές του παραπάνω σκανδάλου.

Ξαφνικά όμως, μετά την τηλεμαχία των αρχηγών των 6 κομμάτων και τη δήλωση του Ν. Ανδρουλάκη ότι κάποιοι πρέπει να πάνε φυλακή, το σκάνδαλο των υποκλοπών με τη διάσταση των ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων, ουσιαστικά δηλαδή του ίδιου του Πρωθυπουργού, έσκασε σαν βόμβα, την έκρηξη της οποίας προσπαθούν διάφοροι «μιντιακοί πυροτεχνουργοί» να αποκρύψουν από τη κοινή γνώμη..

Στο μεταξύ επί ένα σχεδόν χρόνο με αργούς ρυθμούς ,αντίθετους με τη σύντομη προθεσμία παραγραφής των ποινικών ευθυνών των πολιτικών προσώπων, προχωρά η εισαγγελική έρευνα για τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, όπως είναι η πλημμεληματική παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών και η κακουργηματική παραβίαση προσωπικών δεδομένων, χωρίς να μπορεί κανείς να αποκλείσει στην πορεία να απαιτηθεί η ανάγκη διερεύνησης και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων . Αν,στο πλαίσιο της έρευνάς τους οι εισαγγελείς «σκοντάψουν» σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο, τότε είναι υποχρεωμένοι αμελλητί να διαβιβάσουν τη δικογραφία στη Βουλή, η οποία έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων. Μέχρι τώρα αυτό δεν έχει συμβεί και πιθανόν υποδηλώνει είτε ότι η εισαγγελική έρευνα έχει «κολλήσει» σε διάφορα πολύπλοκα ζητήματα, είτε ότι σκόπιμα είναι αργή , ώστε να ευνοηθεί η πιθανότητα παραγραφής ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών για τον πρωθυπουργό ή άλλο πολιτικό πρόσωπο.

2.Σύμφωνα με την έννομη τάξη μας, τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και οι υφυπουργοί είναι συλλογικά υπεύθυνοι για τη γενική πολιτική της Κυβέρνησης και καθένας από αυτούς για τις πράξεις ή παραλείψεις της αρμοδιότητάς του. Τρεις είναι οι μορφές ευθύνης τους: η πολιτική, η ποινική και η αστική ευθύνη, που συνεπάγονται αντίστοιχα την παύση τους, την επιβολή ποινικών κυρώσεων και την αποκατάσταση της ζημίας. Ειδικότερα:

(α)Η πολιτική ευθύνη καταλογίζεται κυρίως στα πλαίσια του κοινοβουλευτικού ελέγχου, καθώς με απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών ( 151 ψήφους), μπορεί να εκφράσει τη δυσπιστία της προς την Κυβέρνηση ή προς συγκεκριμένο μέλος της. Όμως η αποτελεσματικότητα του κοινοβουλευτικού ελέγχου μιας κυβέρνησης, ειδικά όταν αυτή έχει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία λόγω εκλογικού συστήματος, είναι περιορισμένη. Γι’ αυτό, ουδέποτε κατά τη Μεταπολίτευση έχει γίνει δεκτή πρόταση δυσπιστίας κατά μιας κυβέρνησης ή μέλους της αλλά η πολιτική ευθύνη καταλογίζεται από το λαό, μέσω των βουλευτικών εκλογών.

(β) Για την ποινική ευθύνη των μελών της Κυβέρνησης ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 86 παρ. 3 του Συντάγματος και το άρθρο 3 παρ.2 του Ν. 3126/2003, που προβλέπουν αποκλίσεις από τις ρυθμίσεις της ποινικής νομοθεσίας που ισχύει για τους πολίτες, ως θεσμική εγγύηση, ώστε τα μέλη της Κυβέρνησης να μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους χωρίς να παρεμποδίζονται από πολιτικές διώξεις. Την αποκλειστική αρμοδιότητα άσκησης δίωξης κατά μελών της Κυβέρνησης ,άρα και του πρωθυπουργού, για αδικήματα τα οποία τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, έχει η Βουλή. Σχετικά στοιχεία σε βάρος τους, που τυχόν προκύπτουν στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας, πρέπει ΑΜΕΛΛΗΤΙ να διαβιβάζονται στη Βουλή. Εκεί προβλέπονται δύο στάδια: Στο πρώτο , μετά από υποβολή πρότασης δίωξης από 30 τουλάχιστον βουλευτές, η Βουλή αποφασίζει τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Στο δεύτερο στάδιο, μετά το πόρισμα της παραπάνω επιτροπής, η Ολομέλεια της Βουλής αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Για τις παραπάνω αποφάσεις απαιτείται η απόλυτη πλειοψηφία όλων των βουλευτών .

3.Η Βουλή μπορεί να ασκήσει δίωξη κατά μελών της κυβέρνησης μόνο κατά τη βουλευτική περίοδο της τέλεσης του αδικήματος ή μέχρι το τέλος της δεύτερης συνόδου της επόμενης περιόδου. Στην πράξη οι σύνοδοι της Βουλής συνήθως διαρκούν από 9 έως 10 μήνες. Συνεπώς, η δίωξη πρέπει να ασκηθεί, μέσα σε χρονικό διάστημα μικρότερου από μια διετία από τη λήξη της βουλευτικής περιόδου κατά την οποία τελέστηκε το αδίκημα. Όταν όμως στην επόμενη βουλευτική περίοδο δεν καθίσταται δυνατός ο σχηματισμός Κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να διαλυθεί αμέσως η Βουλή, όπως είναι πιθανό να συμβεί με τη Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές της 21/5 , η ανωτέρω προθεσμία μπορεί να συντμηθεί περισσότερο. Πρόκειται λοιπόν για μια πολύ σύντομη αποσβεστική προθεσμία, η άπρακτη πάροδος της οποίας στερεί τη Βουλή από τη σχετική αρμοδιότητά της, που είναι «αποκλειστική». Αυτό σημαίνει ότι στη συνέχεια απαγορεύεται σε άλλα όργανα του Κράτους ( Εισαγγελέα, Ανακριτή ή Δικαστικό Συμβούλιο), να εισέλθουν στο πεδίο αυτής της κοινοβουλευτικής αρμοδιότητας. Αν λοιπόν η Βουλή διαλυθεί πριν την ολοκλήρωση της δεύτερης τακτικής Συνόδου, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να λήξει η κατά χρόνο αρμοδιότητά της, καθώς αρχίζει, με την εκλογή της νέας Βουλής, νέα βουλευτική περίοδος..

Ειδικότερα: Η βουλευτική περίοδος είναι ανάμεσα σε δυο εκλογές και περιλαμβάνει 4 κοινοβουλευτικές συνόδους. Παρότι οι συνταγματολόγοι διχάζονται, ωστόσο βάσιμα νομίζω ότι υποστηρίζεται πως αν και μεσολάβησε η «Βουλή της μιας ημέρας», ανάμεσα σε δυο εκλογικές αναμετρήσεις, όπως είναι πιθανόν να συμβεί με τις εκλογές της 21/5 και είχε συμβεί με τις εκλογές Μαΐου και Ιουλίου 2012, δεν υφίσταται θέμα παρέλευσης της προαναφερθείσας αποσβεστικής προθεσμίας, διότι δεν υπήρξε Βουλή που να διήρκεσε τουλάχιστον δυο τακτικές συνόδους. Έτσι, σύμφωνα με την άποψη αυτή, εφόσον δεν συμπληρωθούν τουλάχιστον δυο τακτικές σύνοδοι στην διάρκεια της Βουλής που θα προκύψει από τις εκλογές της 21/5, αν διαλυθεί αμέσως μετά την ορκωμοσία της, θα υπάρχει η δυνατότητα της επόμενης Βουλής να κινήσει τη διαδικασία του νόμου περί ευθύνης υπουργών κι έτσι ενδεχόμενα αδικήματα πολιτικών προσώπων στο σκάνδαλο των υποκλοπών, δεν παραγράφονται.

Υποστηρίζεται πάντως ότι το ζήτημα σχετικά με την εξάλειψη του αξιοποίνου των πολιτικών προσώπων έχε κριθεί με την απόφαση 1/2011 ΕΙΔ ΔΙΚ ΥΠ(ΠΟΙΝΔ/ΝΗ 2011/293) για την υπόθεση του Βατοπεδίου. Κρίθηκε τότε ότι : Ο χρόνος, ο οποίος αρχίζει από την τέλεση του αδικήματος διαρκεί μέχρι του πέρατος της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου. Σε περίπτωση διάλυσης της Βουλής πριν από την ολοκλήρωση της δεύτερης τακτικής συνόδου, λήγει η κατά χρόνο αρμοδιότητά της, αφού αρχίζει, με την εκλογή της νέας Βουλής, νέα βουλευτική περίοδος!.

4. Έχω την εντύπωση ότι δυστυχώς εκτός από την κυβέρνηση, ελάχιστοι, είτε στην αντιπολίτευση , είτε στα Μ.Μ.Ε, έχουν ασχοληθεί με τα παραπάνω. Ενώ θα έπρεπε να υπάρχει σοβαρός προβληματισμός για τα προαναφερθέντα, υπάρχει καθησυχασμός ή αδιαφορία και ενασχόληση με μια ανούσια πόλωση μεταξύ των κομμάτων. Νομίζω ότι το πρόβλημα μιας ενδεχόμενης παραγραφής των ποινικών ευθυνών πολιτικών για ένα πλήθος υποκλοπών και παρακολουθήσεων αφορά όλη τη κοινωνία και είναι θέμα ζωτικό για την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Η βαριά σκιά του σκανδάλου των υποκλοπών, που συνιστά όνειδος για τη Δημοκρατία μας, θα πρέπει να αρθεί με την πλήρη διαλεύκανση του. Αυτό θα έπρεπε να το λάβουν σοβαρά υπόψη τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κι αν πράγματι ο απερχόμενος πρωθυπουργός πρέπει να απαλλαχθεί, αυτό να γίνει επί της ουσίας λόγω έλλειψης στοιχείων ενοχής του και όχι λόγω παραγραφής των ποινικών ευθυνών του.

(Ο Λεωνίδας Μ. Πεγιαδης είναι δικηγόρος Αθηνών)

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Γιώργος Καμπάς: Ο εμπαιγμός της κυβέρνησης προς τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων
Χάος στις ΗΠΑ με το χρέος – Φόβοι για στάση πληρωμών, κρίσιμη συνεδρίαση στο Κογκρέσο
Chevron Right