Βαρύ, αμείλικτο και αδυσώπητο απλώνεται τις τελευταίες ημέρες από το μέγαρο Μαξίμου προς την πλατεία Συντάγματος, τη Β. Σοφίας και την ανασκαμμένη πλατεία Κολωνακίου το ερώτημα: «Θα προλάβει τις πίστες χιονισμένες στο Βελούχι, το Μέτσοβο ή τα Καλάβρυτα;»
Και καθώς δεν βρίσκεται ακόμα απάντηση, η μουντάδα σκεπάζει σιγά-σιγά και το επίσης επί της οδού Ηρώδη Αττικού επιβλητικό νεοκλασικό, του οποίου η μοίρα το έδεσε με τη φιλοξενία του εκάστοτε ανώτατου άρχοντα, άλλοτε ως ανάκτορο του βασιλέα και άλλοτε, όπως τώρα καλή ώρα, ως πολιτική στέγη του ή της Προέδρου της Δημοκρατίας (αν και μερικοί ενίοτε συγχέουν τους δυο ρόλους, δεν θα το εξετάσουμε επί του παρόντος).
Δεν είναι αφελές το ερώτημα. Είναι αμιγώς πολιτικό, αφού έχει να κάνει με τον υπολειπόμενο χρόνο παραμονής του σημερινού πρωθυπουργού στο μέγαρο που ο τραπεζίτης (και επί επτάμηνο πρωθυπουργός, αποτυχημένος) Δημήτριος Μάξιμος με τον θάνατό του, το 1955, κληροδότησε στο δημόσιο. Πλέον έχει χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, τα περιθώρια ελιγμών μα και τη δυνατότητα μιας ύστατης αντεπίθεσης, με την οποία θα μπορούσε να κερδίσει εντυπώσεις και πολιτικά μπόνους. Κι όσο ανά Σαββατοκύριακο μια νέα λίστα παρακολουθούμενων προστίθεται στην προηγούμενη αποκαλύπτοντας ότι ουδείς ή ουδεμία μπορεί να είναι για τον πρωθυπουργό «υπεράνω πάσης υποψίας», το πρόβλημα μεγαλώνει.
Πλέον το ιδιόμορφο καθεστώς προστασίας που ο Κυρ. Μητσοτάκης είχε εξασφαλίσει για τους βασικούς υπόπτους κρατώντας τους μακριά από αδιάκριτες ερωτήσεις, κατέρρευσε με την απόφαση της επιτροπής θεσμών και διαφάνειας της Βουλής να καλέσει για εξέταση, μεταξύ άλλων τον πρώην γενικό γραμματέα του πρωθυπουργικού γραφείου και ανιψιό του Γρηγόρη Δημητριάδη, όπως και τους πραματευτές του συστήματος παρακολούθησης Ταλ Ντίλιαν, Φέλιξ Μπίτζιος και Γιάννη Λαβράνο. Η τελευταία γραμμή άμυνας που είχε υψώσει, κατέρρευσε. Η δική του, η προσωπική, πόσο θα αντέξει ακόμα;
Δεν έχει πλέον δυνάμεις, δεν έχει στηρίγματα στο κόμμα και την κυβέρνηση, δεν έχει συμμάχους (σοβαρούς). Δεν υπάρχει ούτε ένα κυβερνητικό ή κομματικό στέλεχος, που ασμένως να αποδεχτεί πρόσκληση σε τηλεοπτική συζήτηση για να υπερασπιστεί το μαύρο θέμα των υποκλοπών και τον βασικό κατηγορούμενο. Είτε πλέον δεν μιλούν είτε ελίσσονται, όπως ο Μ. Βορίδης, με τη χρήση του γνωστού «δεν γνωρίζω αν υπάρχει, μα κι αν υπάρχει, είναι διαφορετικό να υπάρχει χωρίς να έγινε χρήση, από το να υπάρχει και κάποιος να πάτησε το κουμπί για να μπουν μπροστά τα μικρόφωνα» (κάπως έτσι, σε ελεύθερη βεβαίως απόδοση του υπογράφοντος, τα είπε στο Mega).
Έχει ανακύψει θέμα στοιχειώδους εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του όχι μόνο από την αντιπολίτευση αλλά και από μέλη του υπουργικού συμβουλίου, βουλευτές, ευρωβουλευτές και επιχειρηματίες. Το φώναξαν τα μέλη της Pega, εντεταλμένα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και όχι του Παύλου Πολάκη περί τεράστιων κυβερνητικών ευθυνών, το επισήμανε ο Κ. Τζαβάρας της ΝΔ μιλώντας στην τηλεοπτική «Ναυτεμπορική», ότι υπάρχει θέμα εφαρμογής του άρθρου 25 του Συντάγματος περί προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, το έχει αναδείξει και ο ξένος Τύπος επανειλημμένως.
-Οι Financial Times, που δεν είναι η αγγλόφωνη έκδοση της Αυγής, αφού θυμίζουν την ανάλογη εμπλοκή του πατρός Μητσοτάκη, όταν ήταν πρωθυπουργός και την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, αναρωτιούνται πόσο θα αντέξει ακόμα ο Κυρ. Μητσοτάκης.
-Ο Economist, ο οποίος επίσης δεν σιτίζεται από την Κουμουνδούρου, επισημαίνει ότι η αξιοπιστία του Έλληνα πρωθυπουργού έχει τρωθεί και οι αργές διαδικασίες διερεύνησης της υπόθεσης κλονίζουν ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία του.
-Η DiePresseαναφέρει, ότι η τακτική της άρνησης παροχής πληροφοριών γύρω από το σκάνδαλο ίσως εξελιχθεί σε μπούμερανγκ.
-Η Süddeutsche Zeitung διαπιστώνει ότι όλα και πιο άβολα γίνονται τα πράγματα για τον πρωθυπουργό στο ίδιο του κόμμα, καθώς «διευρύνεται το ελληνικό Γουότεργκέιτ».
Την ίδια ώρα ανασύρονται στην επικαιρότητα και άλλες υποθέσεις στις οποίες εμπλέκεται ο πρωθυπουργός και μέλη της οικογενείας του, όπως το «πόθεν έσχες» της συζύγου του Μαρέβας και η περίφημη αγορά του σπιτιού του Βολτέρου στο Παρίσι. Ελέγχονται επίσης οι χρυσές επιχειρηματικές δραστηριότητες «ημετέρων» κομματικών στελεχών ή πολυθεσιτών σε δημόσιους ή φίλιους οργανισμούς με μυθικές απολαβές.
Με όλα αυτά, το σύστημα διακυβέρνησης που εισήγαγε ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν φέρνει και πολύ σε δημοκρατία. Περισσότερο θυμίζει αυτοκρατορική αντίληψη περί ασκήσεως εξουσίας παρά με πίστη στον κοινοβουλευτισμό και τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας, την οποία υποτίθεται ότι πρεσβεύει.
Εκείνο το οποίο του διέφυγε είναι ότι η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα, διότι διαθέτει μηχανισμούς ανανέωσης μέσω της λαϊκής ετυμηγορίας. Οι αυτοκρατορίες απλώς καταρρέουν.
(Ο Γρηγόρης Ρουμπάνης είναι δημοσιογράφος)