Στο φετινό χριστουγεννιάτικο δέντρο, εκτός από τις μπάλες και τα στολίδια, βάλαμε και τη φωτογραφία του Μέσι, με το Παγκόσμιο Κύπελλο στα χέρια. Λίγες ημέρες πριν αρχίσουμε να ψάλλουμε τα κάλαντα είδαμε ένδεκα παίκτες στοιχισμένους σε μία γραμμή πίσω από έναν δαιμόνιο κοντούλη και άλλους ένδεκα στοιχισμένους σε μία δεύτερη γραμμή, πίσω από ένα ψηλό και όμορφο παλληκάρι.
Στα πρόσωπά όλων, υπήρχε η προσμονή, η αγωνία και η ένταση. Όπως, τότε, που δίναμε ραντεβού στην αλάνα για να παίξουμε με την ομάδα της διπλανής πολυκατοικίας. Και ποιος ξέρει αν όλοι αυτοί οι φτασμένοι, πλέον παικταράδες, είχαν στο μυαλό τη στιγμή που ήταν παιδιά και που ονειρεύονταν, όπως εμείς, μια μέρα να παίξουν στον τελικό ενός Μουντιάλ. Δε θα μάθουμε ποτέ τί σκεφτόταν καθένας από αυτούς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι ζουν και μεγαλώνουν με το ίδιο όνειρο και ότι από τις εκατοντάδες εκατομμύρια παιδιά, λίγες μόνο δεκάδες φτάνουν αυτή την κορυφή…
Στο Στάδιο Λουζάιλ Ικόνικ, στο Κατάρ, συναντήθηκαν μερικά από αυτά τα όνειρα. Όνειρα κοινά ανεξάρτητα από την κοινωνική ή την εθνική καταγωγή αυτών των ανθρώπων. Ο Ούγκο Λιορίς, για παράδειγμα, τερματοφύλακας και αρχηγός της Εθνικής Γαλλίας είναι γιος ενός τραπεζίτη και μίας μεγαλο-δικηγόρου με παραστάσεις στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Από μικρός έδειξε το ταλέντο του σε πολλά αθλήματα, όπως το τένις. Τελικά, διάλεξε το ποδόσφαιρο και τη μοναχική, όσο και ξεχωριστή θέση του τερματοφύλακα.
Ο ομόλογός του, τερματοφύλακας της Εθνικής Αργεντινής, Εμιλιάνο Νταμιάν Μαρτίνεζ, ήταν λιγότερο ταλαντούχος… Ο παππούς του Μαρτίνεζ είχε διωχθεί από το καθεστώς του Φράνκο στην Ισπανία και είχε βρεθεί ως πολιτικός πρόσφυγας στο Μπουένος Άιρες. Το καλό του πόδι ήταν το αριστερό(τυχαίο;), γεγονός που τον δυσκόλευε να πέσει στη δεξιά πλευρά. Ο πατέρας του, Αλμπέρτο, για να τον βοηθήσει, έβγαζε το στρώμα το κρεβατιού και του έκανε σουτ προς τα δεξιά. Όταν «ψάρευε» κατά τη διαδικασία των πέναλτι, τον Κομάν, στο μεγάλο τελικό, ή τον Φαν Ντάικ, στον προημιτελικό με την Ολλανδία, θα πέρασαν μπροστά από τα μάτια του, τα σουτ που του έκανε ο πατέρας του, που -κοίτα σύμπτωση!- ήταν ψαράς. Εκτός από τα μπλονζόν προς τα δεξιά, στον πατέρα του χρωστάει και την απόφαση να πάει να παίξει στην Αγγλία, καθώς δεν ήθελε να αφήσει την οικογένειά του. Μέχρι εκείνη τη μέρα που βλέπει τον πατέρα του και τη μάνα του, οικιακή βοηθό, να κλαίνε επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν το λογαριασμό του ρεύματος…
Προσφυγιά και μετανάστευση…
Είχε πολλή προσφυγιά και πολλή μετανάστευση αυτός ο τελικός του Μουντιάλ… Ο Νταγιό Ουμπαμεκανό και ο Ουσμάν Ντεμπελέ, μεγάλωσαν μαζί, στο ίδιο γκέτο μεταναστών, στη Γαλλία. Παίζανε ποδόσφαιρο παρέα στα ίδια γηπεδάκια. Το όνομα «Νταγιό» προέρχεται από τη λέξη «Νταγοτσανκούλ», που στη διάλεκτο της Νέας Γουινέας – Μπισάου σημαίνει «ο αρχηγός τους χωριού». Τέτοιος ήταν ο παππούς του, αρχηγός στο χωριό από όπου κατάγεται. Μόνο που ο μικρός Νταγιό είναι δυσλεκτικός, ντροπαλός και κακός μαθητής. Η φωνή του είναι τόσο σιγανή, που σχεδόν δεν ακούγεται. Η μαμά του Ζισλέν προσλαμβάνει ένα λυρικό τραγουδιστή για να του κάνει μαθήματα. Η φωνή δυναμώνει. Τόσο, όσο χρειάζεται να κατευθύνει τους συμπαίκτες του στην άμυνα.
Ο φίλος του Ουσμάν Ντεμπελέ είναι πιο εξωστρεφής. Η μητέρα του Φατίμα έφτασε στη Γαλλία από τη Μαυριτανία. Έκανε πολλές δουλειές για να μεγαλώσει τα παιδιά της. Ανάμεσα στη μία δουλειά και την άλλη, αναζητά απελπισμένη, τον Ουσμάν στα γηπεδάκια…
Σάπαλα: το σταυροδρόμι
Η Σάπαλα είναι μία μικρή πόλη 35.000 κατοίκων, στην καρδιά της Παταγονίας. Βρίσκεται στο σταυροδρόμι των εθνικών και επαρχιακών δρόμων που οδηγούν στη Χιλή και τις Άνδεις. Εκεί καταλήγει η μεγάλη σιδηροδρομική γραμμή που την ενώνει με το Μπουένος Άιρες. Ο Μάρκος Ακούνια, το αριστερό μπακ της νέας Πρωταθλήτριας Κόσμου ακολούθησε τρεις φορές τη διαδρομή, από τη Σάπαλα στο Μπουένος Άιρες. Κάποιος σκάουτερ ψιθύρισε στη μητέρα του Σάρα ότι ο μικρός έχει ταλέντο, που, για να μη χαθεί έπρεπε να πάει να χτυπήσει τις πόρτες των μεγάλων ομάδων της Πρωτεύουσας. Οι πόρτες όμως είναι κλειστές.
Τελικά, τον δέχονται σε μία μικρή ομάδα, που δεν του παρέχει ούτε σπίτι. Ο Ακούνια μένει σε ένα μικρό διαμέρισμα και πέφτει θύμα διάρρηξης τρεις φορές. Απογοητευμένος, ξανακάνει το 16ωρο ταξίδι προς τα πίσω. Η μάνα του τον ενθαρρύνει να ακολουθήσει τα όνειρά του. Ο Ακούνια θα ξαναπάει στο Μπουένος Άιρες και αυτή τη φορά θα τα καταφέρει. Στις 18 Δεκεμβρίου 2022 θα γυρίσει στη Σάπαλα, ως Παγκόσμιος Πρωταθλητής.
Και δεν είναι μόνο η Σάρα που στήριξε τον Μάρκος… Είναι και η Ρόζα Ρομέρο, που περιμένει το μικρό Κριστιάν να τελειώσει την προπόνηση, γιατί ο πατέρας του Κίτο είναι οδηγός φορτηγού που ταξιδεύει σε όλη την Αργεντινή. Και στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, η Βερονίκ Ραμπιό, που συνοδεύει το μικρό Αντριέν στα γηπεδάκια της Κρετέιγ, γιατί ο πατέρας, που τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο, είναι ανάπηρος και δεν μπορεί…
Μεγάλο το Ροσάριο, μικρός ο Κόσμος
Το Ροσάριο είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Αργεντινής, μετά το Μπουένος Άιρες και την Κόρδοβα. Πολύ μεγάλη και πολύ δύσκολη πόλη για να στεγάσει τα τέσσερα παιδιά του Χόρχε Ορέλιο Μέσι, βιομηχανικού εργάτη και της Σέλια Μαρία Κουτσιτίνι, οικιακής βοηθού. Τα μεγάλα αδέρφια, Ματέο και Τιάγκο παίζουν ποδόσφαιρο στα γηπεδάκια της Ροσάριο και ο μικρότερος Λίο, κλωτσάει μία μπάλα έξω από τις γραμμές του γηπέδου. Μέχρι που κάποια μέρα λείπει ένας πιτσιρικάς, κάποιος λέει στη Σέλια-Μαρία: «Μου τον δίνεις, να συμπληρώσω την ομάδα μου». «Ποιον; Τον Λέο; Μα δεν μπορεί καν να τρέξει». «Δεν πειράζει, θα τον βάλω εδώ στην άκρη δεξιά, για να τον έχω κοντά μου, αν κλάψει». Η πρώτη μπάλα έφτασε στα πόδια του. Ο μικρός αρχίζει και ντριμπλάρει τους πάντες. Ήταν δεν ήταν έξι χρονών. Η συνέχεια, είναι λίγο έως πολύ γνωστή.
Το μυθιστόρημα του ποδοσφαίρου είναι γραμμένο από παρόμοιες ιστορίες που δεν τελειώνουν ποτέ. Στον τελικό της 18ης Δεκεμβρίου έπαιξαν πλάι – πλάιο γιος του γεωργού, του μετανάστη και ο γιος του τραπεζίτη. Ο εγγονός του πολιτικού πρόσφυγα και του αρχηγού του χωριού της Νέας Γουινέας, με το γιο της γυναίκας με τον πάγκο στη λαϊκή και το γιο της Δικηγόρου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.Άνθρωποι που από ταλέντο και από τύχη ακολούθησαν το δρόμο του ποδοσφαίρου και έφτασαν στην κορυφή του.
Θα μπορούσαν, όπως πολλοί άλλοι, να ζουν ανάμεσά μας, εντελώς άγνωστοι και να εργάζονται ως επαγγελματίες γραφείου, ως εργάτες σε μία φάμπρικα ή ως αγρότες στα χωράφια.
Ή ακόμα χειρότερα, ακόμα και αν είχαν το ίδιο ταλέντο, αλλά δεν είχαν την ίδια τύχη, να δούλευαν ως εργάτες, για την κατασκευή των γηπέδων του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Και στη χειρότερη των περιπτώσεων, να είναι κάποια από τα 6.500 θύματα των εργατικών δυστυχημάτων αυτού του ματωμένου Μουντιάλ.
Οκτακόσιοι τριάντα δύο ποδοσφαιριστές από 32 χώρες, ταξίδεψαν στο Κατάρ, για να λάβουν μέρος στη διοργάνωση. Δεκάδες χιλιάδες εργάτες ταξίδεψαν από διάφορες ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία και το Μπαγκλαντές, για να δουλέψουν στα εργοτάξια. 6.500 εργάτες που χάσανε τη ζωή τους. μας πρόσφεραν αυτόν το υπέροχο, από άποψη αθλητικού θεάματος, Μουντιάλ και αυτόν το μοναδικό τελικό. Κανείς ποδοσφαιριστής στην Ιστορία, μέχρι σήμερα, δεν έχει πετύχει τέσσερα γκολ στον τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου. Κανείς ποδοσφαιριστής δεν έχει τόσο μεγάλη και τόσο πλήρη τροπαιοθήκη, όσο ο Λιονέλ Μέσι. Κανένας τελικός Μουντιάλ δεν ήταν τόσο συναρπαστικός όσο αυτός.
Ήταν τέτοιο το θέαμα και τόσο μεγάλες οι συγκινήσεις, ήταν τέτοιες οι επιδόσεις των ποδοσφαιριστών, που μετά από πολλά χρόνια, αρχίσαμε να αλλάζουμε τη θέση στις φωτογραφίες των παιδικών μας ηρώων, για να χωρέσει ο Μέσι και ο Εμπαπέ, δίπλα στον παντοτινό Βασιλιά Πελέ, τον ιπτάμενο Ολλανδό χορευτή Κρόιφ, το «φαινόμενο» Ρονάλντο και, βέβαια, τον «Θεό» Μαραντόνα.
Όμως, επειδή το Μουντιάλ δεν ήταν μόνο αυτό, αξίζει τον κόπο, δίπλα στο εικονοστάσι με τους ήρωες των γηπέδων, να αρχίζουμε να βάζουμε και τις φωτογραφίες κάποιων που θυσιάστηκαν στο βωμό του υπερκέρδους. Γιατί, μόνο μέσω αυτής της μνήμης, μπορούμε να ελπίζουμε ότι κάτι τόσο όμορφο, όπως είναι το ποδόσφαιρο, δε θα αμαυρωθεί από κάτι τόσο κτηνώδες και πρόστυχο, όπως είναι η εκμετάλλευση και η θυσία ανθρώπινων ψυχών, στο όνομα του κέρδους.
Αγωνιστικά, το Μουντιάλ του Κατάρ προσέφερε στους φιλάθλους ένα εξαιρετικό θέαμα, που κορυφώθηκε με τον τελικό της 18ης Δεκεμβρίου.
(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Διεθνές Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ / Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών – CIES –FIFA)