Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι σήμερα είναι πολλά, μεγάλα και ποικίλουν. Είναι σαφές και ξεκάθαρο ότι απέναντι στα μεγάλα προβλήματα η ασκούμενη πολιτική της κυβέρνησης έχει αποτύχει. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κάθε μελέτη που διεξάγεται, οι νέοι μεταξύ 17-34 δηλώνουν απογοητευμένοι και θυμωμένοι.
Πως μπορείς να μην είσαι θυμωμένος όταν η ανεργία στις ηλικίες 17-34 παραμένει σε υψηλά επίπεδα, με τη χώρα μας να έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρωζώνη, τη στιγμή που όσοι εργάζονται υποαμείβονται; Πως είναι δυνατόν να μην αισθάνεσαι αδικία όταν δεν μπορείς να αξιοποιήσεις τα επαγγελματικά και ακαδημαϊκά σου προσόντα; Είναι απόλυτα λογικό να σκέφτονται οι νέοι είτε να παραιτηθούν από την εργασία τους, το λεγόμενο φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης» που έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις, είτε να προσπαθήσουν να φτιάξουν τη ζωή τους στο εξωτερικό, όπου θεωρούν πως θα έχουν καλύτερες εργασιακές συνθήκες και καλύτερη ποιότητα ζωής.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Eurostat, σχεδόν το 75% των πολιτών 18-34 ετών ζουν ακόμα στο δωμάτιο του πατρικού τους, όταν ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι στο 50%. Η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση μεταξύ των 26 χωρών της ΕΕ στο σχετικό πίνακα, με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα μας να διαμορφώνουν ένα δύσκολο τοπίο για τους νέους ανθρώπους ώστε να ανεξαρτητοποιηθούν οικονομικά από την οικογένεια τους.
Οι νέοι 17-34 σε όλες τις μετρήσεις στέκονται αρνητικά απέναντι στις κυβερνητικές πολιτικές, τη στιγμή που το πρόγραμμα στεγαστικής πολιτικής για νέα ζευγάρια και οι πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση δεν προσφέρουν ουσιαστική στήριξη. Οι πολιτικές που εφαρμόζονται στη χώρα μας σήμερα δεν εμπνέουν τους νέους πολίτες, δεν τους δίνουν όραμα και ελπίδα. Υπάρχει ανάγκη όχι μόνο για πολιτική αλλαγή προς μια προοδευτική και κοινωνικά δίκαιη κατεύθυνση, αλλά κυρίως η ανάγκη να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες ώστε οι νέοι να αισθάνονται σιγουριά και ασφάλεια τόσο όταν αποφασίζουν να ανεξαρτητοποιηθούν οικονομικά από την οικογένεια τους, όσο και όταν αποφασίζουν να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια.
Στον αντίποδα, η κυβέρνηση φρόντισε να μειώσει τις θέσεις στα πανεπιστήμια, με μόνη διέξοδο για όσους έχουν χρήματα, τα ιδιωτικά κολέγια. Αυτή είναι η σημερινή πραγματικότητα. Εκεί έχει οδηγήσει τους πολίτες της χώρας μας ο κ .Μητσοτάκης, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι «η Ελλάδα είναι μία χώρα με καταπληκτική ποιότητα ζωής». Δυστυχώς αυτό δεν το έχουν πληροφορηθεί ακόμα οι νέοι που έχουν φύγει στο εξωτερικό, ούτε όσοι ζουν στην Ελλάδα και δεν αντιλαμβάνονται τα «επιτεύγματα» της κυβέρνησης.
Οι νέοι πολίτες στοχοποιήθηκαν από την κυβέρνηση της ΝΔ σχεδόν σε κάθε φάση της διακυβέρνησής της. Για την πανδημία, εκείνοι έφταιγαν για την αύξηση των κρουσμάτων «γιατί ήταν απρόσεκτοι», σύμφωνα με το κυβερνητικό αφήγημα, χωρίς ακόμα να μπορούμε να λησμονήσουμε την κοροϊδία με το σχετικό επίδομα για να πειστούν, υποτίθεται, να εμβολιαστούν. Οι νέοι πολίτες και φοιτητές είναι για την κυβέρνηση «ταραξίες» και χρειάζεται η πανεπιστημιακή αστυνομία για να τους συγκρατήσει. Όλες αυτές οι πρακτικές και επιλογές εδράζονται σε νοοτροπίες συντηρητικών καθεστώτων του παρελθόντος και δεν έχουν καμία θέση στην Ελλάδα του 2023, την Ελλάδα όπως την οραματιζόμαστε εμείς.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει δεσμευτεί για την κατάργηση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής που θα βοηθήσει στην αύξηση του αριθμού των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και για δωρεάν μεταπτυχιακά, με στόχο να δοθεί έμφαση και πραγματική στήριξη στην έρευνα και καινοτομία ενάντια στο αυξανόμενο brain-drain. Οι παρεμβάσεις δεν μπορούν να σταματούν όταν οι νέοι και οι νέες ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, αλλά πρέπει να συνεχίζονται και μετά την είσοδό τους στον εργασιακό «στίβο», με τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος με αξιοκρατία, κανόνες, με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, με αξιοπρεπείς μισθούς και δυνατότητες εξέλιξης για να μπορούν να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια.
Παράλληλα, πρέπει να διαμορφωθεί ένα νομοθετικό πλαίσιο στήριξης της μητέρας και των γονέων ευρύτερα και να προχωρήσουν πολιτικές πραγματικής ενίσχυσης του επιδόματος στέγασης, αύξηση του επιδόματος για δικαιούχους, αλλά και διεύρυνση των σχετικών εισοδηματικών κριτηρίων. Επίσης, ένα κρίσιμο εργαλείο προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής είναι η δημιουργία «τράπεζας στέγης» με χρήση ανεκμετάλλευτων κτιρίων, αλλά και έλεγχο της αγοράς Airbnb, ώστε να αρχίσει να αντιμετωπίζεται με αποτελεσματικότητα το μείζον ζήτημα της στεγαστικής κρίσης.
Σε αυτά τα πεδία πολιτικής, χρειάζονται ολιστικές πολιτικές και ενσωμάτωση καλών πρακτικών από άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ώστε να δοθούν λύσεις και να μπορέσει η νεολαία να δει φως στο τούνελ των σκοτεινών κι αδιέξοδων πολιτικών που έχει επιβάλλει η σημερινή κυβέρνηση. Η πολιτική αλλαγή είναι κοντά για να μπορούμε πλέον να γυρίσουμε σελίδα και να εμβαθύνουμε σε πολιτικές σύγκλισης και βιώσιμης ανάπτυξης για την μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, και κυρίως για το πιο δυναμικό κομμάτι αυτής, τη νεολαία μας.
(Ο Γιώργος Μπαλάφας είναι υποψήφιος βουλευτής στον (Β1) Βόρειο Τομέα Αθηνών με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Περιφερειακός Σύμβουλος Βορείου Τομέα Αθηνών)