Στoυς κόλπους της ελληνικής κοινωνίας κυριαρχούν πόνος και οργή. Ένα βαρύ πένθος που δεν μεταφράζεται ως σιωπή ή άλλοθι για συγκάλυψη, αλλά μία ειλικρινή απαίτηση, πηγαία, να δοθούν απαντήσεις, μακριά από μικροκομματική διαχείριση και πολιτικές δημοσίων σχέσεων. Η συμμετοχή στην απεργία της 8ης Μαρτίου ήταν συγκλονιστική.
Κοινωνική απαίτηση είναι να διερευνηθεί σε βάθος το έγκλημα, να αποδοθούν ευθύνες, να μη συμβεί ποτέ ξανά κάτι ανάλογο και βέβαια, να αποδοθεί ο δέων σεβασμός στη μνήμη των άδικα χαμένων συνανθρώπων μας. Οι πολίτες απαιτούν ουσιαστικές απαντήσεις που θα βασίζονται σε πραγματική έρευνα, όχι σε προχειρότητες και κουκουλώματα. Θέλουν όσο τίποτα άλλο πραγματική, ανεξάρτητη έρευνα που θα αναδεικνύει τεκμηριωμένα την αλήθεια για τους υπεύθυνους αυτής της τραγωδίας και δεν θα στοχοποιεί τον κάθε σταθμάρχη, φορτώνοντάς του όλα τα δεινά, τα λάθη και τις εγκληματικές παραλείψεις της πολιτικής ηγεσίας. Κάθε ενέργεια ή δήλωση κυβερνητικού στελέχους που υποκρύπτει κομματική σκοπιμότητα και κάθε προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης της τραγωδίας, θα βρουν αντίθετη τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας.
Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός μιλούν για «fast track» διαδικασίες με τις οποίες θα λειτουργήσουν τα συστήματα ασφαλείας στα τρένα, και το ερώτημα που αυτονόητα γεννάται είναι γιατί τόσο καιρό δεν είχαν προχωρήσει αυτές οι διαδικασίες. Η προχειρότητα στις δηλώσεις, η νευρικότητα και η έλλειψη αξιοπιστίας των κυβερνητικών στελεχών πολλαπλασιάζονται καθημερινά, φουντώνοντας την οργή και την ανασφάλεια στους πολίτες.
Ο ΟΣΕ αντιμετωπίζει σωρεία δομικών προβλημάτων, έχει σοβαρότατες ελλείψεις, τη στιγμή που οι υπηρεσίες του σιδηροδρομικού δικτύου στη χώρα είναι υποστελεχωμένες. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), το σιδηροδρομικό δίκτυο αποτελεί ένα από τα ασφαλέστερα μέσα μεταφοράς ανθρώπων και εμπορευμάτων. Δίκτυα που συνδέουν χώρες και περιφέρειες, δήμους και διαφορετικές κοινότητες, με εκατομμύρια πολίτες καθημερινά να χρησιμοποιούν το τρένο για τις μετακινήσεις τους, τη μεταφορά στην εργασία τους, ακόμα και για ταξίδια αναψυχής. Στην Ελλάδα αντίθετα, είναι τεράστιες οι ευθύνες και ελλείψεις της Hellenic Train που όχι μόνο δεν έχει δώσει ακόμα καμία απάντηση για τα αίτια του δυστυχήματος, αλλά ούτε καν τον ακριβή αριθμό των επιβατών στις αμαξοστοιχίες. Όσο για τα έργα υποδομής, ούτε για αστείο, παρά το γεγονός ότι η χώρα μας έχει από τα μικρότερα σε έκταση σιδηροδρομικά δίκτυα στην ΕΕ και, θεωρητικά, τα έξοδα και οι ανάγκες είναι πολύ μικρότερα από άλλα κράτη με διπλάσια ή υπερδιπλάσια σε έκταση και ανάγκες δίκτυα.
Το μείζον θέμα που γεννάται από την τραγωδία στα Τέμπη είναι εκείνο της ασφάλειας του σιδηροδρομικού δικτύου και των ανενεργών συστημάτων ασφαλείας. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα κολοσσιαίο έγκλημα, με την ΕΕ να ασκεί πιέσεις προς την κυβέρνηση για τις παραλείψεις της, αλλά κανέναν πολιτικά υπεύθυνο να μην ακούει.
Η τραγωδία στα Τέμπη αποτελεί αντανάκλαση της κορύφωσης του φόβου και της ανησυχίας των πολιτών για την ικανότητα της σημερινής πολιτικής ηγεσίας να προστατέψει τους πολίτες της χώρας. Γιατί καλά είναι τα διθυραμβικά δημοσιεύματα περί «ψηφιακής επανάστασης», αλλά όταν τα ίδια τα εργαλεία της ψηφιακής επανάστασης δεν αξιοποιούνται για την ασφάλεια των πολιτών, τότε υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Πρόβλημα πρωτίστως πολιτικό. Καλή η επικοινωνία ενός δήθεν επιτελικού κράτους αλλά όταν δεν υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας να αντιμετωπίσουν ένα ανθρώπινο λάθος η επικοινωνία καταρρέει.
Δεν μας αξίζει να φοβόμαστε, δε μας αξίζει να ζούμε σε μια χώρα με λογική «πάμε και όπου βγει».
(Ο Γιώργος Μπαλάφας είναι υποψήφιος βουλευτής στον Βόρειο (Β1) Τομέα Αθηνών με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Περιφερειακός Σύμβουλος Βορείου Τομέα Αθηνών)