Για δεύτερη εβδομάδα δεν μπορέσαμε να αποφύγουμε τον πειρασμό να σχολιάσουμε εκ νέου το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου. Ένας λόγος παραπάνω ότι όσο περνούν οι μέρες τόσο πιο καθαρά διακρίνονται και αναδεικνύονται κομβικά ζητήματα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος, που καταγράφεται ως μια μεγάλη ανατροπή σε σχέση με αυτά που εκτιμούσαν τα εκλογικά επιτελεία, οι δημοσιολόγοι, ακόμη και οι ίδιοι οι ψηφοφόροι που διαμόρφωσαν το αποτέλεσμα. Μια πρωτόγνωρη για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα πολιτική-εκλογική συμπεριφορά που αν δεν αλλάξει κάτι σημαντικά στις 25 Ιουνίου προιωνίζεται την επιβεβαίωση μια ετεροβαρούς υπέρ της συντηρητικής παράταξης αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών στη χώρα μας.
Δεν είμαστε σίγουροι αν η πολιτική και η πρόταση που υπερψηφίστηκε είναι ένα μίγμα φιλελευθερισμού με κρατικές παρεμβάσεις, αφού πριν από την πανδημία δεν υπήρχε κανένα τέτοιο σημάδι από τη χάραξη και εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής. Τα passκαι τα κάθε είδους επιδόματα προέκυψαν από την ανάγκη να σταθούν στα πόδια τους όσοι επλήγησαν από το καθολικό λοκντάουν -εδώ έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο το «μαξιλάρι» των 37 δις που είχε αφήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-, καθώς και η πάγια τακτική που εδράζεται σε πελατειακές λογικές για επιδόματα και εξυπηρετήσεις ως μέρος της προεκλογικής καμπάνιας. Και αν αναλογιστούμε ότι σχετικά πρόσφατα έχουμε βγει από την υπερδεκαετή κρίση, αυτή η προεκλογική παράδοση μάλλον άγγιξε σε μεγάλο βαθμό τους πολίτες.
Προς επίρρωση των παραπάνω δεν είναι διόλου τυχαίο ότι σύμφωνα με όσα αποκάλυψε η γενική διευθύντρια της Google Νοτιοανατολικής Ευρώπης κα ΠέγκυΑντωνάκου στην εκπομπή «Στούντιο 4», η αναζήτηση με τη μεγαλύτερη αύξηση μέσα στο 2023, ήταν για το «marketpass», κάτι που δείχνει την ανάγκη των πολιτών για επιπλέον εισόδημα, το οποίο έστω κι αν είναι μικρό θα τους ελαφρύνει από τα βάρη των υποχρεώσεων και της ακρίβειας. Τις επόμενες δύο θέσεις καταλαμβάνουν οι αναζητήσεις για το Survivor Spoiler και το Chat GPT, ενώ αυτές για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών βρίσκονται μόλις στην ένατη θέση. Τα ευρήματα αυτά είναι ενδεικτικά όχι για αυθαίρετες γενικεύσεις, αλλά τουλάχιστον για μια πρώτη προσέγγιση σε σχέση με τις τάσεις της κοινής γνώμης.
Με βάση τα παραπάνω χρειάζεται επίσης να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας ότι ο κόσμος θέλει να είναι «happy», όπως συνηθίζουν να λένε σε άπταιστα γκρίκλις οι άνθρωποι που ασχολούνται με την επικοινωνία. Και δυστυχώς αυτό δεν μπορούν να το προσφέρουν πολιτικές προτάσεις που στηρίζονται μέσω της καταγγελίας στο θυμικό και την οργή των πολιτών. Παραφράζοντας μια φράση από ανάλυση στο περιοδικό «TIME» που αναφέρεται στις προηγούμενες αμερικανικές εκλογές και πώς τελικά επικράτησε ο Τζο Μπάιντεν, αυτό που ήθελε να μάθει ο κόσμος δεν ήταν πώς ολισθαίνει στη φτωχοποίηση, αλλά πώς θα μπορούσε να διατηρηθεί τουλάχιστον σε μια κατάσταση αξιοπρεπούς διαβίωσης. Δηλαδή να έχει όραμα, ελπίδα και προοπτική για το μέλλον, μήνυμα που αν δεχτούμε ότι υπήρχε στη ρητορική του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπόρεσε να περάσει στους πολίτες, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την καθίζηση των ποσοστών της σε παραδοσιακά «κάστρα» που ζουν άνθρωποι του μεροκάματου.
Ο Γκράμσι έλεγε ότι «η κρίση έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι το παλιό πεθαίνει αλλά το καινούριο δεν μπορεί να γεννηθεί». Εμείς στην Ελλάδα αλλά και γενικά στη μεσογειακή Ευρώπη βλέπουμε ότι το παλιό επιβιώνει και μάλλον ανασταίνεται, ενώ το καινούριο έχει βολευτεί να τρέφεται από τον «ομφάλιο λώρο» στο ασφαλές περιβάλλον μιας ατέρμονης ιδεολογικής και πολιτικής κυοφορίας. Με λίγα λόγια αν για το ΚΚΕ «δεν έχουν ωριμάσει ακόμη οι συνθήκες», για τη σύγχρονη ελληνική Κεντροαριστερά και Αριστερά που εκφράζει ο μεγάλος χαμένος της 21ης Μαΐου ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ,οι καταστάσεις ξεπέρασαν εμφαντικά τη λογική του «ώριμου φρούτου».
Γιατί, ας μην γελιόμαστε, η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως του περιτυλίγματος δεν είναι σίγουρα το νέο. Αποτελεί μια προσαρμογή στην πραγματικότητα, με αυξομείωση της ταχύτητας για την εφαρμογή του αρχικού της προγράμματος. Το θέμα είναι τι μπορεί να προτείνει μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με το βλέμμα στο μετεκλογικό τοπίο, που δεν θα εκληφθεί από τους Έλληνες πολίτες ως ήδη παλιό. Και σε αυτό δεν έχει την ευθύνη μόνον ο επικεφαλής, που ειρήσθω εν παρόδω είναι αυτός που συγκράτησε το 2019 τα ποσοστά του κόμματός του ψηλά, αλλά όλοι όσοι θέλουν να λένε ότι αφουγκράζονται την κοινωνία, με την οποία φάνηκε ότι μάλλον βρίσκονται σε απόσταση…
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος – ιστορικός)