Φρίκη και αποτροπιασμό προκάλεσε η ειδεχθής ληστεία μετά φόνου σήμερα το πρωί στα Γλυκά Νερά με τραγικό θύμα δολοφονίας μια 20χρονη μητέρα, θέτοντας μια σειρά από ζητήματα τόσο για το ίδιο το έγκλημα, όσο και για την ασφάλεια των πολιτών γενικότερα.
Το πρώτο αφορά τα ίδια τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος, που παραπέμπουν σε φρικιαστικές ενέργειες πρωτοφανείς στην χώρα μας, ακόμη και με βάση την μεθοδολογία των εγκληματιών, και τα συμπεράσματα που προέρχονται από την μελέτη συναφών εγκλημάτων κατά την διάρκεια των προηγούμενων ετών. Για πρώτη φορά βασανίζεται και εκτελείται θύμα, μια νεότατη μητέρα, θανατώθηκε με αποτρόπαιο τρόπο το σκυλί της, και βασανίστηκαν ο σύζυγός και το ολίγων μηνών βρέφος της, κάνοντάς μας να απορούμε για το μέγεθος και την ένταση της αγριότητας των δραστών, αλλά και τα κίνητρά τους.
Το δεύτερο, γενικότερο, ζήτημα αφορά την ασφάλεια των πολιτών, καθώς οι διαρρήξεις και οι ληστείες στην περιοχή, όχι φυσικά με αυτή την αγριότητα, είναι σύνηθες φαινόμενο, και επαναφέρει τον προβληματισμό για την δομή των Τμημάτων Ασφαλείας, την επαρκή επάνδρωσή τους, αλλά και τις δραματικές συνθήκες, στις οποίες οι Αστυνομικοί ασκούν τα καθήκοντά τους. Δυστυχώς, η Ανατολική Αττική, ελάχιστα και ελλιπώς επανδρωμένα Τμήματα Ασφαλείας, σε επίπεδο προστασίας του πολίτη, αντιμετωπίζεται ως «πίσω αυλή» του Λεκανοπεδίου, και παρά τις φιλότιμες ενέργειες όλων των αστυνομικών οργάνων, φαινόμενα εγκληματικότητας διαρκώς αυξανόμενης έντασης, αποτελούν την ζοφερή πραγματικότητα στην περιοχή.
Το τρίτο ζήτημα γεννά προβληματισμό και απορίες για την ταυτότητα των δραστών με βάση την εγκληματική μεθοδολογία και τις πράξεις τους, δημιουργώντας εύλογες απορίες για το τί συνέβη και εξελίχτηκε η υπόθεση με ακραία δραματικό τρόπο. Η συνήθης πρακτική των αυτουργών διαρρήξεων και ληστειών, και στην συγκεκριμένη περιοχή και αλλού, είναι να επιλέγουν απομονωμένα σπίτια, είτε έρημα, είτε με κατοίκους μεγάλης ηλικίας, αδύναμους να προβάλουν αντίσταση, και χωρίς να υπάρχουν ζώα συντροφιάς που να προκαλέσουν θόρυβο.
Επίσης, οι δράστες έχουν συνήθως σκοπό την χρηματική λεία και όχι την ανθρωποκτονία, την οποία επιλέγουν ως ακραίο μέσο, προκειμένου να αποφευχθεί η αναγνώρισή τους.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση έγιναν τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που «επιβάλλει» η συνήθης εγκληματική πρακτική: επελέγη οικία με σκύλο, ο οποίος στραγγαλίστηκε και κρεμάστηκε με ισχυρή πιθανότητα να προκαλέσει θόρυβο και αντιδράσεις σε μια απομονωμένη περιοχή, επελέγησαν ως θύματα δύο νέοι άνθρωποι με μωρό, που μπορούσαν να προβάλλουν μεγάλη αντίσταση, πολλώ δε μάλλον που το τραγικό θύμα γνώριζε και πολεμικές τέχνες. Βασανίστηκαν τα θύματα της ληστείας και τελικώς εκτελέστηκε η τραγική μητέρα, καίτοι οι δράστες έλαβαν την λεία τους, αφήνοντας πίσω μια νεκρή, χωρίς να εξασφαλίσουν ότι δεν θα αναγνωριστούν, αφού έμεινε ζωντανό το άλλο θύμα ληστείας.
Όλα τα ανωτέρω δημιουργούν εύλογα ερωτηματικά στις αστυνομικές αρχές, και την υποψία ότι οι δράστες πιθανόν να μην ανήκουν στον ευρύτερο κύκλο των έμπειρων, σεσημασμένων ποινικών που θα απέφευγαν τέτοια χονδροειδή σφάλματα ή δεν θα επεδείκνυαν τόσο απάνθρωπη και φρικιαστική, ακόμη και για εγκληματίες, συμπεριφορά, λόγω και της επαπειλούμενης ποινικής μεταχείρισης, όταν συλληφθούν. Εξ αυτού του προβληματισμού γεννήθηκε η αναγκαιότητα της άμεσης επικήρυξης των δραστών, ώστε να «ανοίξουν στόματα» και να αποκαλυφθούν πρόσωπα που πιθανόν να μην ανήκουν στον γνωστό κύκλο σεσημασμένων της Ασφάλειας. Και ευελπιστούμε όλοι αυτό να γίνει γρήγορα και να δοθεί ένα ευρύτερο μήνυμα για την προστασία των πολιτών, όχι μόνον της Ανατολικής Αττικής, από το σκληρό έγκλημα.
(Ο Ιωάννης Β. Σαμέλης είναι Δικηγόρος, Κάτοικος Ανατολικής Αττικής)