Η εικόνα του δημάρχου Θεσσαλονίκης κ. Κωνσταντίνου Ζέρβα να υποδέχεται κρουαζιερόπλοια προσφέροντας τα ομώνυμα της πόλης κουλούρια, θα μπορούσε να είναι μέρος ενός standupcomedy αυτοσαρκαστικού δρώμενου και όχι φυσικά μιας δράσης προβολής του τουριστικού προϊόντος της Νύμφης του Βορρά. Κι επειδή οι εικόνες ταξιδεύουν όπως οι τουρίστες με τα κρουαζιερόπλοια, η φολκλόρ σκηνή θα κάνει τον γύρο του κόσμου και όλοι αυτοί που μαζεύουν τα λεφτά τους έναν ολόκληρο χρόνο για να πάνε πέντε ημέρες allinclucive διακοπές σε ένα πλωτό μεσαίας κατηγορίας ξενοδοχείο σαν αυτό που υποδέχτηκε ο κ. Ζέρβας, θα το θυμούνται «νοσταλγικά» στις κρύες νύχτες του χειμώνα που θα πίνουν το κρασί τους μπροστά στο τζάκι ή το καλοριφέρ τους. Θα μπορούσαν ίσως να τον θυμούνται περισσότερο, αν λόγου χάρη είχε παραγγείλει κουλούρια στο μέγεθος στεφανιού και τους τα περνούσε από τον λαιμό, κάτι πιθανόν πιο βολικό και στην κατανάλωσή τους, μετονομάζοντας τη Θεσσαλονίκη σε «Χαβάη του κουλουριού».
Πέρα από το χιούμορ, η ευτέλεια της όποιας δημιουργικότητας, που δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από τις αψίδες νερού σε αεροπλάνα -μάλλον πέφτει ακόμη πιο χαμηλά-, δείχνει ότι ο κ. Ζέρβας ως αιρετός και δήμαρχος μοιάζει να μην έχει συναίσθηση (sic) των αναγκών και του ιστορικού μεγέθους της πόλης που οι πολίτες της τον εξέλεξαν να διοικεί. Γιατί το ζήτημα δεν είναι το να προσφέρεις ένα προϊόν με ονομασία προέλευσης την πόλη σου, αλλά πόσο ψηλά βάζεις τον πήχη σε σχέση με το παρόν και το μέλλον.Ωστόσο, ο συγκεκριμένος δήμαρχος, που δυστυχώς δεν έχει καμιά σχέση με τον ευφυή, πολυτάλαντο και χαρισματικό προκάτοχό του Γιάννη Μπουτάρη, δεν αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση. Στο όνομα μιας ακραίας εκδοχής της τουριστικής ανάπτυξης, όλα θυσιάζονται στο βωμό και του ενός cent. Αντί η Θεσσαλονίκη να παρακολουθεί με κριτικό βλέμμα τη μεγάλη και στρεβλή αλλαγή, το gentrification αλά γκρέκα, που συντελείται στην Αθήνα και έχει με άλλη διάσταση δυστυχώς συντελεστεί στα νησιά μας με οδυνηρά αποτελέσματα -τραγικό το περιστατικό με τον θάνατο γυναίκας πάνω σε καρότσα στην Κω γιατί δεν υπήρχε ασθενοφόρο- θέλει να την ακολουθήσει και μάλιστα ως καρικατούρα.
Αλλά τα συμπτώματα της περιόδου, που εκτός από τουριστική είναι και προεκλογική, δεν σταματούν εδώ, γιατί «αυτοί είμαστε» που λέει εύστοχα ο καθόλα συμπαθής αρχηγός του κόμματος που φαίνεται να φοβάται μην αυξηθούν παραπάνω τα ποσοστά του γιατί δεν είναι ώριμες ακόμη οι συνθήκες… Έχουμε ξαναγράψει ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό όσοι εκπροσωπούν τα κόμματα στη δημόσια σφαίρα να μην, έστω και άθελά τους, καθώς και στο βωμό του καλύτερου αποτελέσματος για το κόμμα τους, αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη. Εξάλλου, πρώτος την έχει «πατήσει» ο μεγάλος χαμένος των εκλογών της 21ης Ιουνίου ΣΥΡΙΖΑ, όταν το 2015 μίλαγε για «νταούλια» και «ένα νόμο κι ένα άρθρο». Χωρίς καμιά λοιπόν εμπάθεια στο πρόσωπο του κ. Άκη Σκέρτσου, στον οποίο έχουμε πάλι αναφερθεί για το συγκεκριμένο θέμα, καλό είναι -η ΝΔ κατέγραψε τόσο μεγάλη διαφορά από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης- να μην λέει «τρέλες» για τους έμμεσους φόρους όπως έλεγε για την κοστολόγηση των προγραμμάτων των κομμάτων από το ΓΛΚ.
Το ίδιο νομίζω πρέπει να λάβει υπόψη του και ο καθόλα επίσης συμπαθής πρώην υπουργός Τουρισμού και εκλεγμένος βουλευτής της ΝΔ στον Β3 Νότιο Τομέα Αθήνας, κ. Χάρης Θεοχάρης. Ένας λόγος παραπάνω που έχει διατελέσει στο παρελθόν και με επιτυχία Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων. Γιατί αυτό που έγραψε «ότι ο ΦΠΑ επιβαρύνει κυρίως τους εύπορους, διότι το marketpass κοστίζει 600 εκατ. ευρώ ενώ ο ΦΠΑ στα τρόφιμα είναι 2,8 δισ. και άρα τη διαφορά (2,8 δισ. – 600 εκατ.) την πληρώνουν οι εύποροι» κατατάσσεται μάλλον στην κατηγορία της ιδιότυπης «δημιουργικής λογιστικής» σύλληψης, αφού το θέμα είναι πόσο πλήττεται το κάθε νοικοκυριό και ιδιαίτερα αυτά με τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα. Κι επειδή η τα δημοσιονομικά δεν είναι το φόρτε μας, αλλά κάποια λίγα πράγματα τα σκαμπάζουμε, μιλάμε πρωτίστως για ένα ζήτημα που αφορά στην πολιτική αισθητική και σε ένα ενδεχόμενο αίσθημα αλαζονείας λόγω εκλογικής επικράτησης που μπορούν να αποπνέουν για την κοινή γνώμη τέτοιες δηλώσεις. Ή αλλιώς όπως το λέει ο σοφός λαός φαίνεται να «μας είδανε αλευρωμένους και μας περάσανε για μυλωνάδες»…
(Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος-ιστορικός)