-Θα συμμετάσχω στο Διαγωνισμό για τις προσλήψεις στο Δημόσιο.
-Καλή επιτυχία, για τι θέσεις πρόκειται; Εσύ για ποιες ενδιαφέρεσαι;
-Δεν γνωρίζω, δεν ανακοινώνονται θέσεις.
Ο παραπάνω διάλογος θα μπορούσε να αποτελεί μέρος μιας επιθεώρησης. Όμως η αγωνία των υποψηφίων δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο σάτιρας και επιπλέον πρόκειται για διάλογο που δυστυχώς ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Την πραγματικότητα που επιφυλάσσει στους πολίτες η κυβέρνηση Μητσοτάκη και μοιάζει περισσότερο με σάτιρα και όχι με συμπεριφορά ενός σύγχρονου κράτους δικαίου που σέβεται την κοινωνία και τους θεσμούς.
Η κυβέρνηση ανέθεσε στο ΑΣΕΠ τη διενέργεια ενός εξαιρετικά μεγάλης κλίμακας Διαγωνισμού, για την πλήρωση, υποτίθεται χιλιάδων θέσεων εργασίας (2Γ/2022 Πρόσκληση – Προκήρυξη που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης).
Το πρώτο μεγάλο πρόβλημα είναι ότι ο Διαγωνισμός δεν αφορά σε συγκεκριμένες θέσεις. Δηλαδή η εκκίνηση της όλης διαδικασίας δεν βρίσκεται στη διαπίστωση ύπαρξης συγκεκριμένων αναγκών και στον σχετικό προγραμματισμό προσλήψεων ώστε να καλυφθούν, όπως θα ήταν το λογικό και όπως είχε νομοθετήσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, η κυβέρνηση ξεκινώντας ανάποδα από αυτό που αποτελεί ορθή διοικητική πρακτική, σκοπεύει να δημιουργήσει έναν πίνακα με σειρά κατάταξης και με βάση αυτόν να διορίζει σε θέσεις που ισχυρίζεται ότι θα «ανοίγει» όποτε σκοπεύει εκείνη και όπου σκοπεύει εκείνη. Αυτό σημαίνει ότι δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας θα εισέλθουν σε μια εξαιρετικά επίπονη και κοστοβόρο διαδικασία χωρίς να γνωρίζουν για τι ακριβώς διαγωνίζονται και χωρίς να υπάρχει ουδεμία βεβαιότητα ότι ακόμη και αν επιτύχουν θα ακολουθήσει διορισμός. Εννοείται φυσικά ότι δεν θα γνωρίζουν ούτε ποιες είναι οι θέσεις που (εξαγγέλλεται ότι) κάποια στιγμή θα δημιουργηθούν.
Η πρωτοφανής αυτή πρακτική δυστυχώς δεν είναι το μόνο προβληματικό ζήτημα. Οι ενιαίες ερωτήσεις για όλους τους υποψηφίους, είτε πρόκειται για νομικούς είτε για γεωπόνους, δημιουργεί συνθήκες άνισης μεταχείρισης αλλά και δεν διασφαλίζει ότι θα επιλεγεί (αν φυσικά επιλεγεί…) ο «κατάλληλος άνθρωπος για την κατάλληλη θέση», όπως υπερθεματίζει το Υπουργείο Εσωτερικών. Γιατί φυσικά αποτελεί θεμελιώδη γνώση στη Δημόσια Διοίκηση ότι οι θέσεις χωρίζονται κατά κλάδο και κατά ειδικότητες και οι ζητούμενες γενικές γνώσεις που είναι κοινές για όλους δεν μπορούν να επιτύχουν την υποτιθέμενη εξειδίκευση που διακηρύσσει η κυβέρνηση. Αντίθετα, δημιουργεί ένα ακόμη παράδοξο, που δυστυχώς δεν είναι το μόνο στην περίπτωση αυτού του Διαγωνισμού χωρίς να δρα με βάση τις αρχές της εξειδίκευσης, της καταλληλόλητας και της αποτελεσματικότητας που έμμεσα επικαλείται.
Η κυβέρνηση βάζει σε δοκιμασία και το ΑΣΕΠ, που διαθέτει όλη την τεχνογνωσία και τα εχέγγυα αξιοπιστίας για να φέρει σε πέρας ένα τέτοιο εγχείρημα, και είναι βέβαιο ότι θα ανταποκριθεί όπως κάθε φορά στις υψηλές προσδοκίες των πολιτών και της κοινωνίας και το οποίο φυσικά δεν ευθύνεται για την πολιτική της κυβέρνησης.
Γιατί η ομηρία χιλιάδων συμπολιτών μας που πασχίζουν και αγωνιούν, που μελετούν, μοχθούν, αγωνίζονται και ανταγωνίζονται για μια θέση στο Δημόσιο είναι ξεκάθαρα πολιτική επιλογή και μάλιστα ενόψει εκλογών. Με την πολιτική αυτή επιλογή η κυβέρνηση προσβάλλει την αξιοπρέπειά τους, τους βάζει σε μια περιπέτεια με απολύτως άγνωστο προορισμό και δημιουργεί, κατά την παλιά καλή παράδοση της Δεξιάς
Παράταξης, μια νέα γενιά ομήρων που αγωνιούν για μια θέση εργασίας αλλά και ευελπιστούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους υπό την τιμητική σκέπη της ιδιότητας του δημοσίου υπαλλήλου που υπηρετούν το Λαό, όπως επιτάσσει στο άρθρο 103 το Σύνταγμά μας.
Έτσι λοιπόν ο αρχικός διάλογος δεν έχει τίποτα το κωμικό, αλλά μάλλον αποτελεί ένα από τα μονόπρακτα που συναποτελούν την τραγωδία του επιτελικού κράτους και στην οποία πολύ σύντομα θα πέσει η αυλαία.
(Ο Γρηγόρης Θεοδωράκης είναι τ. Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης)