Η εκρηκτική αύξηση των κρουσμάτων της πανδημίας πολλαπλασιάζει καθημερινά τα ερωτήματα για μια σειρά κυβερνητικών χειρισμών που αρχίζουν από το συνωστισμό των πολιτών στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς ή στα Δικαστήρια και φτάνει μέχρι τη συρροή πιστών στις εκκλησίες. Απέναντι σε οποιαδήποτε κριτική όμως -άσχετα αν είναι εποικοδομητική ή μη -η κυβέρνηση απαντά με τον ισχυρισμό ότι όλες οι δράσεις της βασίζονται σε εισηγήσεις των ειδικών. Κάποια στελέχη της, μάλιστα, φτάνουν ακόμη και στο σημείο να κατηγορούν όσους θέτουν τέτοια ερωτήματα πως «τα βάζουν με την επιστήμη».
Αν ισχύει, όμως, ότι όλες οι αποφάσεις βασίστηκαν σε σχετικές εισηγήσεις των ειδικών τότε γιατί η κυβέρνηση αρνείται να τις καταθέσει στη Βουλή; Άλλωστε, αν οι επιστήμονες έδωσαν πράγματι το «πράσινο φως» για το άνοιγμα του τουρισμού χωρίς τεστ, για την παρουσία μέχρι και 28 μαθητών στη ίδια σχολική αίθουσα και για την αύξηση της πληρότητας των πλοίων τον δεκαπενταύγουστο, τότε δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από τη δημοσιοποίηση των πρακτικών εκείνων των συνεδριάσεων. Αντίθετα, όσο καθυστερεί η δημοσίευση αυτών των εγγράφων τόσο γίνεται πιο ξεκάθαρη μια επιχείρηση να καλυφθούν με επιστημονικό μανδύα αμιγείς πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται πίσω από «κλειστές πόρτες».
Ακόμη και ένας πρωτοετής φοιτητής γνωρίζει, όμως, ότι το κύρος της επιστήμης είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη διαφάνεια. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι για να λογίζεται επιστημονικός ένας ισχυρισμός θα πρέπει να παραθέτει με λεπτομέρεια τις θεωρητικές παραδοχές του, να δημοσιοποιεί τα δεδομένα στα οποία βασίστηκε και να παρουσιάζει την μεθοδολογία που χρησιμοποίησε. Και αυτή η αξίωση για διαφάνεια υπάρχει ανεξάρτητα με το αν εκείνος που διατυπώνει μια επιστημονική θέση είναι απλός ερευνητής, λοιμωξιολόγος ή ακόμη και νομπελίστας.
Το ζήτημα, όμως, δεν εξαντλείται στις κυβερνητικές ευθύνες. Σε τούτες τις ιστορικές στιγμές είναι επιτακτικό οι ίδιοι οι επιστήμονες που μετέχουν στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την πανδημία να βγουν «μπροστά» και να στηρίξουν το αίτημα δημοσιοποίησης των πρακτικών των συνεδριάσεων με τις εισηγήσεις τους. Με τον τρόπο αυτό θα προστατεύσουν αφενός το επιστημονικό κύρος τους και θα διαφυλάξουν αφετέρου την εμπιστοσύνη των πολιτών στις κρίσιμες αποφάσεις που έρχονται.
Οι επιστήμονες λειτουργούν στο φως και οι κομματικοί σύμβουλοι σε σκοτεινές αίθουσες. Ήρθε η στιγμή για τον καθένα να αποφασίσει που θέλει να ανήκει.
(Ο Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου είναι δημοσιογράφος)