«Για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό θυμήθηκα τι θα πει να περιμένεις το Σ/Κ για να ξεκουραστείς» μου είπε η έφηβη κόρη μου, μόλις συμπλήρωσε την πρώτη σχολική εβδομάδα της δια ζώσης εκπαίδευσης.
Γι αυτή την ηλικία, η επιστροφή στην κανονικότητα είναι τα δύο 24ωρα εκτός θρανίου και οι όποιες δραστηριότητες μπορεί να το γεμίζουν. Ή το «τώρα μπορώ να βαριέμαι χωρίς να με ενοχλεί η μάνα μου».
Αναρωτιόμουν τι σηματοδοτεί την επάνοδο στην προ της πανδημίας ζωή για τους ενήλικες, πολίτες και πολιτικούς.
Προφανώς, δεν είναι ίδιο το κριτήριο για όλους. Όλοι ανακουφιστήκαμε για την απαλλαγή από την υποχρέωση αποστολής SMS,για την επιμήκυνση του χρόνου της βραδινής εξόδου, για τη δυνατότητα μετακίνησης σε ολόκληρη τη χώρα. Έστω με self test, πιστοποιητικό εμβολιασμού και μάσκα.
Χαρήκαμε όμως πραγματικά; Με την ψυχή μας; Προφανώς όχι. Διότι ως ενήλικες, έχουμε την πρόνοια να καταλαβαίνουμε ότι δεν πρόκειται για αυτόματη μετάβαση στην προ Covid εποχή. Αυτά δεν συμβαίνουν ούτε στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Ακόμα και σε αυτές που έχουν κάνει άλμα στο μέλλον, περιγράφοντας τη ζωή εν μέσω παγκόσμιων λιμών και καταποντισμών.
Ακόμα ακόμα δεν γνωρίζουμε αν πρόκειται για οριστική μετάβαση σε μια άλλη, πιο ανέμελη καθημερινότητα από εκείνη του τελευταίου ενάμισι χρόνου. Αν τον επόμενο χειμώνα θα ανησυχούμε μόνο για τα επίχειρα της κλιματικής αλλαγής.
Κι όμως. Στις παρέες, στους δρόμους, στα μπαρ, στις παραλίες, υπάρχει η αίσθηση ότι το κακό εξαφανίστηκε ως δια μαγείας. Ότι ήταν εφιάλτης και πέρασε μόλις τα βλέφαρα αντίκρισαν τρομαγμένα το φως του ήλιου.
Κι ότι τώρα, με την ίδια ταχύτητα που το κακό τρύπωσε στη ζωή μας, θα μας εγκαταλείψει, χωρίς να αφήσει πίσω του τρομακτικά αποτυπώματα.
Δεν είναι αλήθεια. Ο πλανήτης ολόκληρος και μαζί του η μικρή μας χώρα, τραντάχτηκε βίαια από το πέρασμα του ιού.
Οι ατομικές μολύνσεις μειώνονται και πιθανόν θα συνεχίσουν να μειώνονται όσο θα αυξάνονται οι εμβολιασμοί, αλλά ο «ιός» πρόλαβε να εισχωρήσει σε κάθε δημόσια πτυχή και κίνηση των πραγμάτων.
Αποδυνάμωσε με τις ύπουλες επιθέσεις του τα μεγάλα λόγια, τις ανεδαφικές προσδοκίες.
Έκανε ακόμα πιο «μικρές» τις μικρόπνοες και στενές οπτικές διόπτρες του μέλλοντος. «Διασωλήνωσε» τις συνήθεις ψεύτικες κραυγές, τους ανέξοδους καυγάδες, τα προσχηματικά αιτήματα.
Και ταυτόχρονα, ανέδειξε ως ύψιστη προτεραιότητα και αναγκαίο όρο επιβίωσης – ατομικής, συλλογικής και πολιτικής – τη διαχειριστική ικανότητα. Σε επίπεδο προσωπικής ευθύνης και κυρίως σε επίπεδο πολιτικής ευθύνης.
Τώρα που η πανδημία υποχωρεί, η προσοχή θα στρέφεται αυτόματα στις πληγές που άφησε. Πληγές βαθιές, σε πολλές περιπτώσεις επικίνδυνες, ακόμα και μοιραίες για την κοινωνία και την οικονομία.
Κι όταν αυτές αρχίσουν και εμφανίζονται γύρω τριγύρω, τότε θα απαιτηθούν πολλά περισσότερα της διαχειριστικής ικανότητας.
Δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πώς ακριβώς θα είναι η νέα αυτή πραγματικότητα που διαμορφώνεται. Είναι όμως σίγουρο ότι θα είναι πιο στριφνή, πιο απαιτητική, πιο εξαντλητική για τους πολλούς.
Και θα απαιτεί άλλα εργαλεία από τα παραδοσιακά για τη διαμόρφωση των συνθηκών διαβίωσης.
Τα διαθέτουμε; Τα σχεδιάζουμε;
Ή θα γυρίσουμε απλά «στα θρανία» σαν να μην συνέβη τίποτα και θα περιμένουμε το Σ/Κ για να βαρεθούμε με την ησυχία μας;
Η Έλλη Τριανταφύλλου είναι δημοσιογράφος