Opinions

Χαράλαμπος Γκότσης: Η τουρκική οικονομία σε βαθιά κρίση

Για την αγορά ενός Ευρώ πρέπει κανείς να πληρώσει 14 λίρες, ενώ για ένα αμερικανικό δολάριο 13, όταν πριν από δέκα χρόνια χρειαζόταν μόνο 1,8 δολάρια.

Ότι η τουρκική λίρα βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση δεν αποτελεί πλέον είδηση. Από την αρχή του έτους έχει χάσει ήδη το 40% της αξίας της, ενώ μόνο τον περασμένο μήνα υποτιμήθηκε κατά 20%. Για την αγορά ενός Ευρώ πρέπει κανείς να πληρώσει 14 λίρες, ενώ για ένα αμερικανικό δολάριο 13, όταν πριν από δέκα χρόνια χρειαζόταν μόνο 1,8 δολάρια. Εκείνο όμως που μας εκπλήσσει είναι, το πως μια οικονομία με τόσα προβλήματα δεν έχει ακόμη προσφύγει σε δραστικότερα μέτρα, όπως είναι η αναζήτηση βοήθειας από το ΔΝΤ ή ότι δεν έχει κηρύξει ακόμη στάση πληρωμών. Κάθε άλλη χώρα δεν θα είχε άλλη επιλογή, όχι όμως και η Τουρκία του κ. Ερντογάν. Φαίνεται ότι η ανορθόδοξη νομισματική πολιτική που εφαρμόζει ο Τούρκος Πρόεδρος για να αποφύγει το ταπεινωτικό βήμα, βρίσκει τις προσωρινές λύσεις της επίσης σε ανορθόδοξες μεθόδους.

Νομισματική Πολιτική με προεδρικές εντολές

Όλα ξεκίνησαν από την εμμονή του Τούρκου Προέδρου να αναμειγνύεται στα θέματα της νομισματικής πολιτικής της χώρας, κάτι που σε όλο τον κόσμο έχει ανατεθεί στις διοικήσεις των κεντρικών τραπεζών, ως ανεξάρτητες στη λειτουργία τους αρχές. Στη γειτονική μας χώρα, που διαθέτει εθνικό νόμισμα, αποφάσεις για τη νομισματική πολιτική, την πιστωτική πολιτική και τη συναλλαγματική πολιτική, λαμβάνονται μεν από τη διοίκηση της Τράπεζας της Τουρκίας, εφόσον όμως συμφωνεί και ο Πρόεδρος. Αν διαφωνεί, τότε απλά αντικαθίσταται ο Διοικητής. Στα τελευταία 3 χρόνια αυτό συνέβη τρεις φορές και όπως ήταν επόμενο σε κάθε αλλαγή διοίκησης η τουρκική λίρα βυθιζόταν στα αζήτητα.

Κατά τον Τούρκο Πρόεδρο η αιτία για την κατάρρευση της λίρας βρίσκεται στον πόλεμο που δέχεται από ορισμένες χώρες της Δύσης και γι’ αυτό δίνει αγώνα για την «οικονομική απελευθέρωση» της χώρας του. Αυτό για εσωτερική κατανάλωση και ενόψει των εκλογών της άνοιξης του 2023. Η πραγματική αιτία είναι η ψευδαίσθηση, ότι μόνο ο πρόεδρος κατέχει τη νομισματική αλήθεια, απέναντι στις κατεστημένες θεωρητικές απόψεις για τη σχέση μεταξύ επιτοκίου και πληθωρισμού.

Στην οικονομική θεωρία γνωρίζουμε ότι υπάρχει μια στενή σχέση μεταξύ του ύψους του επιτοκίου αναφοράς και του πληθωρισμού. Μια ενδεχόμενη μεταβολή του επιτοκίου επηρεάζει σημαντικά μεγέθη της οικονομίας, αλλάζει τις ισορροπίες στις επιμέρους αγορές και επιφέρει τα όποια επιθυμητά αποτελέσματα επιδιώκουμε. Οι κινήσεις κάθε φορά εξαρτώνται από την τρέχουσα φάση που βρίσκεται η οικονομία. Στην περίπτωση της Τουρκίας, όπου ο επίσημος πληθωρισμός καλπάζει με ποσοστό 20% (ο ανεπίσημος υπολογίζεται στο 30%), είναι αυτονόητο, ότι υπάρχει ανάγκη για περιοριστική πολιτική. Αυτό επιτυγχάνεται και με την αύξηση του επιτοκίου αναφοράς. Σ ’αυτήν την περίπτωση, η χρηματοδότηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων καθίσταται δυσχερέστερη, αφού το χρήμα γίνεται ακριβότερο. Έτσι, λόγω των δυσμενέστερων όρων δανεισμού όλο και λιγότερα άτομα ή επιχειρήσεις προσφεύγουν σε δανεισμό με αποτέλεσμα η οικονομική δραστηριότητα να περιορίζεται και ο πληθωρισμός να μειώνεται. Ο στόχος επιτυγχάνεται, με αρνητικές όμως επιπτώσεις στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Πρόκειται ασφαλώς για ένα μέτρο, το οποίο χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση ενός ολοκληρωτικού εκτροχιασμού της οικονομίας, συνεπώς για παρέμβαση έκτακτης ανάγκης. Συνεπώς, η ενδεδειγμένη πολιτική για τη σημερινή συγκυρία είναι μια άμεση αύξηση του επιτοκίου, ώστε να σταματήσει η ελεύθερη πτώση της λίρας και του κύματος ακρίβειας.

Αυτή την πραγματικότητα δεν θέλει να αποδεχτεί ο Πρόεδρος της Τουρκίας. Έτσι, αντί να επιτρέψει στην Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια, να ισορροπήσει το νόμισμα και να καθησυχάσει τις αγορές, παρεμβαίνει απαιτώντας τη σταδιακή μείωσή τους. Η πολιτική αυτή εφαρμόζεται με γοργούς ρυθμούς, καταγράφοντας τους τελευταίους μήνες μείωση του επιτοκίου αναφοράς κατά 4 μονάδες, από 19% στο 15%. Όπως ήταν αναμενόμενο με αυτές τις ανορθόδοξες επιλογές μόνο τους στόχους που θέτει δεν μπορεί να επιτύχει. Αντίθετα, οι επενδυτές εγκαταλείπουν τη χώρα αντί να επενδύσουν, ενώ η απασχόληση μειώνεται, αφού πολλές επιχειρήσεις οδηγούνται σε χρεοκοπία. Ο καλπάζων πληθωρισμός και η συνακόλουθη πτώση της τιμής της λίρας έχει ως αποτέλεσμα την ολοκληρωτική απώλεια εμπιστοσύνης στο εθνικό νόμισμα, τη μαζική φυγή κεφαλαίων των ξένων, ενώ οι ίδιοι οι κάτοικοι της χώρας κρατούν το 50% των αποταμιεύσεών τους σε ξένο νόμισμα. Οι επιχειρήσεις από την άλλη προβληματίζονται αν πρέπει να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, αφού με την πώληση ενός προϊόντος θα πρέπει να αποδεχθούν, για όσο διατηρήσουν τα μετρητά, τη ζημιά σε αγοραστική δύναμη που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του ποσοστού του πληθωρισμού με το επιτόκιο, δηλαδή 4%. Έτσι, κάποιες εταιρείες, όπως η Apple, σταμάτησε τις πωλήσεις σε iPhones στη χώρα, επειδή τα προϊόντα της ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που διακανονίζεται ή αποπληρωμή τους σε μακρύτερο χρόνο.

Η ενεργειακή κρίση η μεγάλη απειλή

Σε μία χώρα, που τα εισαγόμενα προϊόντα κατέχουν σημαντική θέση, η πτώση της τιμής της Λίρας, διευρύνει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ενώ τα προϊόντα καθίστανται πανάκριβα για μια μεγάλη μερίδα των καταναλωτών. Μέσα στην ενεργειακή κρίση, όπου ούτως ή άλλως οι τιμές των πρώτων υλών σκαρφαλώνουν καθημερινά, η πτώση της τιμής της λίρας δυναμιτίζει ακόμη περισσότερο τους προϋπολογισμούς.

Η Τουρκία για την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών εισάγει το 93% σε πετρέλαιο και το 98% σε φυσικό αέριο, τα οποία πρέπει να πληρώσει σε ξένο συνάλλαγμα.

Αν δε λάβει κανείς υπόψη του, ότι η παραγωγή ρεύματος στη χώρα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κάρβουνο, το οποίο επίσης εισάγει, τότε αντιλαμβανόμαστε, ότι αυτή η διπλή επιβάρυνση, μπορεί να δώσει τη χαριστική βολή στη χώρα. Εκτός αυτού, όλο και περισσότερες επιχειρήσεις, που έχουν συνάψει δάνεια σε ξένο συνάλλαγμα, αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους με αποτέλεσμα ή να κηρύττουν πτώχευση ή να μειώνουν τη δραστηριότητά τους.

Για να καλυφθεί το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, παρότι η διεύρυνση το τρέχον έτος δεν θα είναι μεγάλη, λόγω αύξησης των εξαγωγών, με επιδείνωση βέβαια των όρων εμπορίου, και των εισπράξεων από τον τουρισμό, η Τουρκία δανείζεται, όταν βρει, με πολύ υψηλά επιτόκια. Τα συναλλαγματικά αποθέματα έχουν εξαντληθεί, ενώ η Κεντρική Τράπεζα σαρώνει τα αποθέματα των εμπορικών τραπεζών και λοιπών χρηματοπιστωτικών οργανισμών για να συγκεντρώσει συνάλλαγμα και να πραγματοποιήσει πληρωμές στο εξωτερικό. Όμως η μαγική λύση, η οποία έσωσε τη χώρα από την προσφυγή στο ΔΝΤ ή τη χρεοκοπία, είναι η σύναψη διακρατικών συμφωνιών που επιτυγχάνει ο Τούρκος Πρόεδρος. Όταν λοιπόν δε λειτουργούν οι αγορές, υπάρχουν οι πολιτικοί φίλοι και ενίοτε πρώην εχθροί, που στην ανάγκη μετατρέπονται σε φίλους, οι οποίοι με αδιαφανή ανταλλάγματα είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν. Το 2018 ήταν το Qatar που προσέφερε 15 δις δολάρια, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα πρόσφατα 10 δις δολάρια, ενώ έκλεισε και συμφωνία οικονομικής συνεργασίας με την Ισπανία σε αρκετούς τομείς συμπεριλαμβανομένου του αμυντικού. Η ανορθόδοξη συνεπώς νομισματική πολιτική βρίσκει διεξόδους σε ανορθόδοξες μεθόδους δανεισμού για να αποφευχθεί η χρεοκοπία.

Η Ελλάδα παρακολουθεί με ανησυχία

Τα προβλήματα στη γείτονα χώρα δεν είναι δυνατό να αφήνουν την Ελλάδα αδιάφορη. Αντίθετα μάλιστα. Όχι μόνο για γεωπολιτικούς λόγους, αλλά και για καθαρά οικονομικούς, οι εξελίξεις στην οικονομία της Τουρκίας έχουν για μας μεγάλο ενδιαφέρον. Σε ότι αφορά την επιθετική της στάση στις ελληνοτουρκικές «διαφορές», η Τουρκία έχει δείξει, ότι δεν επηρεάζεται από την πορεία της οικονομίας της. Από την εποχή που το εθνικό της εισόδημα ήταν λίγο μεγαλύτερο από το ελληνικό, ακολουθεί την ίδια διεκδικητική πολιτική. Συνεπώς, η οικονομική συγκυρία δεν αναμένεται να φέρει κάποια θετικά αποτελέσματα για τη χώρα μας. Αντίθετα, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, ότι ο Τούρκος Πρόεδρος το πιθανότερο είναι να χρησιμοποιήσει την προσφιλή του μέθοδο για εσωτερικούς λόγους και να κλιμακώσει τις λεκτικές του επιθέσεις.

Σε ότι αφορά τις ελληνοτουρκικές οικονομικές σχέσεις, τα πράγματα είναι πιο απλά. Καταρχήν είναι προς το συμφέρον μιας χώρας οι γειτονικές της χώρες να μην έχουν οικονομικά προβλήματα, αλλά να ευημερούν. Έτσι βελτιώνονται τα μεγέθη των διμερών συναλλαγών, από τις οποίες ωφελούνται όλοι οι συμμετέχοντες. Ειδικότερα με την Τουρκία τα τελευταία 10 χρόνια, εξαιρουμένου του 2020 λόγω της υγειονομικής κρίσης, το ισοζύγιο πληρωμών ήταν πλεονασματικό για τη χώρα μας, κυρίως λόγω της μεγάλης συμμετοχής των πετρελαϊκών προϊόντων (53%) στις εξαγωγές μας. Επίσης, σε κανονικές περιόδους η χώρα μας αποτελεί σημαντικό τουριστικό προορισμό για τον τουρκικό πληθυσμό, με ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα, αφού οι Τούρκοι τουρίστες δαπανούν τα περισσότερα χρήματα ανά διανυκτέρευση από όλους τους γειτονικούς λαούς που μας επισκέπτονται. Άλλωστε, η Τουρκία είναι μια μεγάλη πληθυσμιακά χώρα, που σημαίνει ότι διαθέτει μια τεράστια αγορά, στην οποία η ελληνική επιχειρηματικότητα έχει κάθε δυνατότητα να διεισδύσει. Από μας συνεπώς εξαρτάται η αξιοποίηση της γεωγραφικής μας θέσης προς όφελος και των δύο χωρών, κάτι που διευκολύνει και στην αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων.

Ο Χαράλαμπος Γκότσης είναι Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Παναγιωτόπουλος: Εξετάζουμε την αποστολή μάχιμων στρατιωτικών στο Σαχέλ
Γιώργος Καπόπουλος: Στη σκιά της Όμικρον…
Chevron Right