Οι αρχές της εξωτερικής μας πολιτικής, η προσήλωση της χώρας μας στην Ειρήνη και στην επίλυση των διαφορών με διάλογο και σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, αποτελούν θέσεις διαχρονικές και γενικής αποδοχής από όλα τα κόμματα. Το ζητούμενο όμως είναι η αποτελεσματική προώθηση τους. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε μια ενεργητική και πολυδιάστατη πολιτική, με κεντρικό χαρακτηριστικό την εξαγωγή σταθερότητας στην περιοχή: στα Βαλκάνια με τη συμφωνία των Πρεσπών και περιφερειακές συνεργασίες, στην Ανατολική Μεσόγειο με το πλέγμα τριμερών και πολυμερών συνεργασιών, την προσπάθεια εξεύρεση δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού και την ενίσχυση του διαλόγου με την Τουρκία στο πιο υψηλό επίπεδο με την Ελλάδα να πρωτοστατεί στα ευρωτουρκικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εξακολουθεί να έχει το ίδιο στίγμα στην εξωτερική πολιτική και ως αντιπολίτευση. Επιδιώκουμε να προωθήσουμε τα εθνικά συμφέροντα με μια πολιτική ενεργητική, όχι απλώς να κλωτσήσουμε το ντενεκεδάκι παραπέρα. Και αυτό το έχουμε δείξει διαχρονικά.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν ακολουθεί, δυστυχώς, παρόμοια ενεργητική πολιτική. Η επιλογή της να περιορίσει τον ουσιαστικό διάλογο με την Τουρκία στα οικονομικά και εμπορικά θέματα και σε επαφές χωρίς ουσία είναι λανθασμένη. Με τη σημερινή Τουρκία της επιθετικής- και συχνά τυχοδιωκτικής- διπλωματίας, εάν δεν δημιουργηθούν στέρεοι διμερείς και ευρωτουρκικοί δίαυλοι ουσιαστικού διαλόγου, η πορεία είναι προδιαγεγραμμένη: η Άγκυρα ή θα επανέλθει στις επιθετικές κινήσεις ή θα διεξάγει διάλογο για τα δικά μας θέματα με τρίτους. Άρα η λογική ότι θα κάνουμε επαφές χωρίς διάλογο με την ελπίδα ότι θα αποφευχθεί η ένταση, αποτελεί αυταπάτη. Όσο η Τουρκία δημιουργεί σταδιακά την εικόνα της εξομάλυνσης στη διεθνή κοινότητα, οι εξελίξεις θα είναι σε βάρος μας.
Η χώρα μας πρέπει να ξεφύγει από το υφιστάμενο κενό στρατηγικής της Νέας Δημοκρατίας και να επιδιώξει ο διμερής διάλογος να είναι ουσιαστικός, με επικέντρωση στα κρίσιμα θέματα. Η αναγκαία ένταξη της ελληνοτουρκικής διαφοράς στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων πρέπει να εξειδικευθεί με συγκεκριμένες προτάσεις. Χωρίς να πιστεύουμε ότι θα βρούμε άμεσα λύσεις, με σαφείς κόκκινες γραμμές οφείλουμε να υιοθετήσουμε μία στρατηγική λύσης- όχι κωλυσιεργίας. Πρέπει να επιδιώξουμε, σε αυτήν τη συγκυρία που η Τουρκία επιδιώκει να επανατοποθετηθεί στο διεθνές πλαίσιο, προσβλέπει στη συνάντηση με τον Αμερικανό Πρόεδρο τον Ιούνιο και ευελπιστεί σε ένα θετικό αποτέλεσμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να προωθήσουμε τα ζητήματά μας. Εάν η Τουρκία επιστρέψει στον δρόμο της επιθετικότητας και της έμπρακτης ή ρητορικής αμφισβήτησης του διεθνούς δικαίου, οι κυρώσεις είναι μονόδρομος. Εάν, αντιθέτως, επιλέξει το δρόμο της βελτίωσης των σχέσεων της με την ΕΕ, ζητώντας αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης, η χώρα μας πρέπει να απαιτήσει η ενεργοποίηση όποιας τυχόν νέας συμφωνίας να έχει ως προϋπόθεση τη συμφωνία της Τουρκίας να παραπεμφθεί η διαφορά για τις υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ στη Χάγη.
Τη νέα αυτή στρατηγική πρότεινε ο Αλέξης Τσίπρας πρόσφατα στο Φόρουμ των Δελφών. Στο ίδιο φόρουμ, περιγράφοντας αναλυτικότερα την πρόταση, έκανα λόγο για «Ελσίνκι plus».
Κρατάμε, δηλαδή, αυτό που ήταν θετικό από το Ελσίνκι, την προσπάθεια να υπάρξει μια ενεργητική διπλωματία κίνησης και όχι ακινησίας, χωρίς τις «σκιές» του, την αναφορά σε «συνοριακές διαφορές». Η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο θα αφορά αυστηρά το νομικό θέμα οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, σύμφωνα με το δίκαιο της θάλασσας, αποκλείοντας παραπομπή στη Χάγη δήθεν θεμάτων «γκρίζων ζωνών» ή «αποστρατιωτικοποιημένων νησιών».
Δυστυχώς η κυβέρνηση απέρριψε χωρίς σοβαρή εξέταση την πρόταση μας αυτή, θεωρώντας την «υπεραπλουστευτική», όπως είπε η Κυβερνητική Εκπρόσωπος.
Δυσκολεύομαι να καταλάβω το σκεπτικό της απόρριψης. Η «σύνθετη ανάλυση» επιβάλει να συναινέσουμε χωρίς όρους στην αναθεώρηση της τελωνειακής ένωσης; Ή μήπως να την μπλοκάρουμε τελείως ζητώντας να τηρηθούν οι όροι της υφιστάμενης τελωνειακής ένωσης;
Τότε για ποια θετική ατζέντα μιλάμε; Ή μήπως η «σύνθετη ανάλυση» επιβάλει τη λογική «βλέποντας και κάνοντας»; Φαίνεται ότι η Νέα Δημοκρατία προτιμά να συνεχίσει να πορεύεται χωρίς πυξίδα και χωρίς χάρτη, να αφήνει άλλες χώρες να συνομιλούν με την Τουρκία και να διαμορφώνουν τον ευρωτουρκικό οδικό χάρτη. Έτσι όμως – μέσω τρίτων- δεν προωθούνται τα εθνικά συμφέροντα της πατρίδας μας.
Ο Γιώργος Κατρούγκαλος είναι Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, Τομεάρχης Εξωτερικών ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ