Τις προηγούμενες μέρες γίναμε μάρτυρες μιας πρωτόγνωρης κατάστασης:
Το θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης ενεπλάκη στην προεκλογική συζήτηση, με την ΝΔ να κατηγορεί τους δυο μειονοτικούς υποψηφίους του ΣΥΡΙΖΑ ότι ελέγχονται από το Τουρκικό προξενείο, στηριζόμενη, κατά δήλωση της, σε στοιχεία των μυστικών υπηρεσιών που διαθέτει από τον Μάιο.
Αρχικά, προκύπτει το ερώτημα γιατί η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε διάβημα προς την Τουρκική πλευρά, όπως ορίζει η διπλωματική πρακτική. Γιατί περίμενε να ολοκληρωθεί η εκλογική διαδικασία της 21ηςΜαΐου για να θέσει το ζήτημα και μάλιστα με το πιο αδόκιμο τρόπο. Στη συνέχεια η ΝΔ ζήτησε να αποσυρθεί ο εκλεγμένος μειονοτικός βουλευτής Οζγκιούρ Φερχάτ του ΣΥΡΙΖΑ από την λίστα της 25ης Ιουνίου.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Η ΝΔ ζητά να στερηθούν την ψήφο τους 15.000 περίπου άτομα που τον ψήφισαν, Έλληνες πολίτες, εγκαθιδρύοντας ένα σύστημα «κηδεμονίας» πάνω στην μουσουλμανική μειονότητα που, κατά την ΝΔ δεν ξέρει τι ψηφίζει και άρα η ψήφος της πρέπει να ‘διορθωθεί’! Και όλη η κρίσιμη συζήτηση για τη μειονότητα και τον ρόλο του προξενείου γίνεται σε συνθήκες ακραίας έντασης ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις!
Η κα Μπακογιάννη, στην ίδια λογική, μάλωσε μπροστά στην κάμερα τα «άτακτα παιδιά» της μειονότητας που θα τα βρουν δύσκολα αν επιμείνουν στην ψήφο τους όπως είπε. Και φυσικά η κατάσταση κορυφώθηκε με τα αδιανόητα για κάθε δημοκρατική κοινωνία σχόλια του κ. Σκέρτσου, που λίγο πολύ ισχυρίστηκε ότι αν οι μειονοτικοί συμπολίτες μας θέλουν να έχουν τα δικαιώματα που έχουν οι Έλληνες πολίτες, ‘πρέπει να επιλέγουν βουλευτές που υποστηρίζουν την ελληνική εθνική πολιτική’, δηλαδή διατύπωσε την καινοφανή άποψη ότι τα δικαιώματα που εκπορεύονται από την ιδιότητα του Έλληνα πολίτη βρίσκονται υπό την αίρεση άλλων τρίτων παραγόντων, όπως η εκλογική συμπεριφορά.
Κάποιοι ζήτησαν κιόλας οι υποψήφιοι μειονοτικοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να δηλώσουν την εθνικοφροσύνη τους. Εξεπλάγησαν δε που δεν έσπευσαν να το κάνουν. Να σημειώσουμε, ότι κατά το Σύνταγμα, στο άρθρο 59, οι εκλεγμένοι βουλευτές ( όχι προφανώς οι υποψήφιοι) ορκίζονται να υπηρετούν το Σύνταγμα, το πολίτευμα και την πατρίδα. Οτιδήποτε πέρα από αυτό παραπέμπει σε άλλες εποχές…
Η τοποθέτηση της ΝΔ είναι εξόχως επικίνδυνη: στην προσπάθεια της να ελέγξει το ακροδεξιό ακροατήριο στην Βόρεια Ελλάδα, επιλέγει μια ακραία διχαστική ρητορική που παρουσιάζει την μειονότητα ως άβουλη, έρμαιο στα χέρια του τουρκικού προξενείου και τους χαρίζει, με τον τρόπο αυτό, στην Άγκυρα. Ο Ερντογάν σίγουρα τρίβει τα χέρια του.
Ο προοδευτικός χώρος για χρόνια αγωνίστηκε για ισονομία και ισοπολιτεία στην Θράκη, για να νιώσουν τα μέλη της μειονότητας περήφανοι Ευρωπαίοι και Έλληνες πολίτες, σε ένα κράτος συμπεριληπτικό που νοιάζεται για όλους. Ελήφθησαν σημαντικά μέτρα από τη δεκαετία του 1990 και μετά, αλλά ακόμη μένουν πολλά να γίνουν. Μόνο η πολιτική βούληση για πλήρη και ουσιαστική ένταξη της μειονότητας αποτελεί επιλογή σταθερότητας και ειρήνης για τη Θράκη αλλά και για την Ελλάδα στο σύνολο της.
Είχαν γίνει πολλά βήματα τα προηγούμενα χρόνια. Σήμερα τείνει να γκρεμιστεί η εμπιστοσύνη της μειονότητας στους θεσμούς, η σχέση με την κεντρική διοίκηση αλλά και η συνείδηση του ¨Έλληνα πολίτη που με κόπο οικοδομήθηκε, δημιουργώντας το υπόβαθρο για συγκρούσεις και εντάσεις στην τοπική κοινωνία. Ο δε επικίνδυνος δρόμος που έχει επιλεγεί με τη συζήτηση για δήλωση φρονημάτων, αποξενώνει τη μειονότητα, διχάζει και είναι συνταγή για πολλά προβλήματα στο μέλλον.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι η Συνθήκη της Λοζάνης αποτελεί το βασικό νομικό κείμενο για την μουσουλμανική μειονότητα. Δεν είναι όμως το μόνο κείμενο. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), αλλά και οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, είναι και αυτές δεσμευτικές. Βέβαια, η χώρα μας δυστυχώς επικαλείται α λα καρτ τις διεθνείς υποχρεώσεις και δικαιώματα της. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Η συζήτηση για τη μειονότητα πρέπει να γίνει. Αλλά σε ουδέτερο χρόνο και σε ένα κλίμα που καλλιεργεί συναινέσεις, που αντιμετωπίζει τα μέλη της ως ισότιμους πολίτες και δημιουργεί τις προϋποθέσεις τόσο για την ευημερία και ανάπτυξη της, όσο και για την ειρηνική συνύπαρξη στη Θράκη.
(Η Μαριλένα Κοππά είναι Καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο)