Με την απομάκρυνση Τράμπ από τον Λευκό Οίκο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χάνει τον πιο πολύτιμο σύμμαχό του στην Ουάσινγκτον, αφήνοντας την Άγκυρα ευάλωτη στην οργή ενός βαθύτατα νομοταγούς Αμερικανικού Κογκρέσου και ορισμένων αμερικανικών υπηρεσιών που είναι ιδιαιτέρως καχύποπτοι με την Τουρκία.
Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, τον περασμένο Δεκέμβριο, χαρακτήρισε «αυτοκράτορα» τον Ερντογάν και αναμένεται να είναι σκληρός απέναντι του, κυρίως στα θέματα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών κανόνων.
Ο Τραμπ επαινούσε δημοσίως τον Ερντογάν και τον αποκαλούσε «φίλο» και «κολασμένο ηγέτη» για το μαχητικό στιλ διακυβέρνησης που εμφανίζει. Καθ όλη την διάρκεια της Προεδρίας Τραμπ, η Ουάσιγκτον παρέμεινε σιωπηλή απέναντι σ’ έναν όλο και πιο αυταρχικό Ερντογάν, παρότι το Κογκρέσο κόχλαζε από οργή.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν αναμένεται να επιδείξει ισχυρότερη ώθηση εναντίον του καθεστώτος Ερντογάν, όπου αυτό αντίκειται στα αμερικανικά συμφέροντα.
Η οπισθοχώρηση ως προς τον σεβασμό και την τήρηση των δημοκρατικών θεσμών αναμένεται να είναι πρωταρχική ανησυχία της νέας αμερικανικής κυβέρνησης .
Προτεραιότητα του Μπάιντεν αναμένεται να είναι η αντιμετώπιση της Ρωσίας και του Ιράν καθώς και η επανεπένδυση σε πολυμερείς συμμαχίες.
Στις ΗΠΑ -καλώς ή κακώς- έχει δημιουργηθεί μια εθνική υστερία κατά των Ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων S-400, αλλά και κατά του Ερντογάν, για τον τρόπο που χρησιμοποίησε την συγκεκριμένη προμήθεια μόνο και μόνο για να πικάρει την Δύση. Πλέον ολόκληρο το Αμερικανικό Έθνος (Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι) ζητούν την κεφαλή του Ερντογάν επί πίνακι…
Λίγες ημέρες μετά την παράδοση των ρωσικών πυραυλικών αμυντικών συστημάτων τον Ιούλιο του 2019, οι ανώτεροι αξιωματούχοι ασφαλείας στη διοίκηση του Τραμπ συμφωνούσαν πλήρως ότι η Ουάσινγκτον θα έπρεπε να πραγματοποιήσει την απειλή της να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία και ας είναι Σύμμαχος της στο ΝΑΤΟ.
Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε στείλει τις συστάσεις του στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, ζητώντας άμεσες κυρώσεις σε άτομα και οντότητες του καθεστώτος Ερντογάν. Τα μέτρα επρόκειτο να τεθούν σε εφαρμογή μετά την έγκριση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που, ωστόσο, ποτέ δεν το έκανε, διαφωνώντας με τους στενότερους συμβούλους του !
Δεν το έπραξε ούτε και παραμονές των Αμερικανικών εκλογών που δόθηκε η ευκαιρία όταν με προκλητικό τρόπο ανακοίνωσε ο ίδιος ο Ερντογάν ότι έκανε δοκιμή των S-400 στην Μαύρη Θάλασσα.
Σήμερα φαντάζει ως μονόδρομος για την νέα Αμερικανική κυβέρνηση η εφαρμογή του νόμου CAATSA και η επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων κατά του τουρκικού κράτους, αλλά και φυσικών προσώπων που έχουν εμπλακεί σε υποθέσεις (S-400, halkbank). Κυρώσεις που αναμένεται να πονέσουν οικονομικά την Τουρκία. Ίσως να είναι ένας εκ των λόγων της αιφνίδιας απομάκρυνσης του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας από τα έμπιστα στελέχη της κυβέρνησης Ερντογάν.
Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί στην Ουάσιγκτον είναι μια πρόσφατη δήλωση του Γερουσιαστή των Δημοκρατικών Chris Van Hollen: «Το Κογκρέσο έχει ήδη ξεμείνει από υπομονή. Νομίζω ότι θα βρείτε υποστήριξη και από τις δυο πλευρές στο Κογκρέσο για να ωθήσετε τη διοίκηση, να ακολουθήσει τις κυρώσεις της CAATSA».
Η τιμωρία της Ουάσιγκτον για τη ρωσική αγορά πυραύλων της Άγκυρας μέχρι στιγμής είναι η αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα μαχητικών F-35. Ωστόσο, οι τουρκικές εταιρείες παράγουν ακόμα εξαρτήματα των αμερικανικών αεροσκαφών!
Όλα αυτά τα χρόνια η «χαμηλή πτήση» που εφάρμοζε ο Τραμπ στις διαπροσωπικές σχέσεις με τον Ερντογάν προκάλεσε την πλήρη κατάρρευση των δεσμών μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσινγκτον.
Η διαχρονική συνεργασία μεταξύ των χωρών μελών του ΝΑΤΟ την τελευταία πενταετία δέχεται ισχυρές αναταράξεις εξ αιτίας της αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς τόσο του Τ. Ερντογάν όσο και του Ντ.Τραμπ σε κορυφαία ζητήματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος όπως :
Διαφωνίες – τριβές και εντάσεις στο Συριακό.
Διακυμάνσεις στις σχέσεις Άγκυρας – Μόσχας.
Φιλοδοξίες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Κατηγορίες από ΗΠΑ εναντίον κρατικής τουρκικής τράπεζας.
Καταπάτηση δικαιωμάτων και ελευθεριών στην Τουρκία.
Πέραν των κυρώσεων για S-400 και Halkbank που προβλέπει ο CAATSA, ο Μπάιντεν αναμένεται να καταβάλει προσπάθεια ώστε η Τουρκία να μην αποκοπεί από την Δύση χωρίς ωστόσο να κάνει εκπτώσεις ως προς την αμερικανική στρατηγική και τους άξονες που υπαγορεύει το Κογκρέσο ότι θα πρέπει να κινούνται οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία και κάθε άλλη Σύμμαχο χώρα μέλος του ΝΑΤΟ.
Αυτό σημαίνει ότι ο Ερντογάν δεν θα είναι σε θέση να υιοθετήσει την πολιτική των ΗΠΑ με μία πρόσκληση προς τον Λευκό Οίκο.
Μια από τις πρώτες κινήσεις εξωτερικής πολιτικής του Μπάιντεν αναμένεται να είναι η δέσμευση Πίστης και Αφοσίωσης των ΗΠΑ στις συμμαχίες, πρώτα απ ‘όλα στο ΝΑΤΟ, του οποίου η συνοχή έχει υποστεί πλήγμα υπό τον Τραμπ καθώς αμφισβήτησε τη σημασία της 70χρονης Οργάνωσης.
Βεβαίως για την αναστήλωση της Διατλαντικής Συμμαχίας, ο Μπάιντεν θα πρέπει να συνεργαστεί με την Τουρκία καθ´ ότι μετά τις ΗΠΑ είναι η 2η μεγαλύτερη χώρα σε διάθεση προσωπικού , υλικών και υποδομών στο ΝΑΤΟ. Αλλά αυτή η προσπάθεια θα έρθει σε σύγκρουση με την αυξανόμενη πίεση του Αμερικανικού Κογκρέσου να επιβάλει το νόμο Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act (CAATSA), νομοθεσία που πέρασε 98-2 στη Γερουσία των ΗΠΑ, με σκοπό να τιμωρήσει όσους παραβαίνουν το εμπάργκο σε Ρωσία, Ιράν και Βόρεια Κορέα αποτρέποντας και άλλους να συνεργάζονται μαζί τους.
Υπό τον νέο αμερικανό Πρόεδρο – Άγκυρα και Ουάσινγκτον – έχουν ένα χρονικό διάστημα 6 έως 9 μηνών για να αποκατασταθούν οι σχέσεις και η εμπιστοσύνη μεταξύ των δυο πλευρών, ωστόσο παραμένει υψηλός ο «κίνδυνο ατυχήματος» και μάλιστα με αυξητική τάση με την πάροδο του χρόνου εξ αιτίας του απρόβλεπτου χαρακτήρα του Τ. Ερντογάν.
Οι εκτιμήσεις πέριξ της νέας Αμερικανικής Διοίκησης είναι ότι προς το τέλος του 2021 να ξεκινήσει η επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία. Στην αρχή θα είναι λιγότερο επαχθή τα μέτρα στο πλαίσιο της CAATSA προειδοποιώντας ωστόσο για σκληρότερα μέτρα εκτός εάν η Τουρκία αντιστρέψει την πορεία της, κάτι που ωστόσο δεν διαφαίνεται τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον.
Η CAATSA θα μπορούσε να είναι καταστροφική για την Τουρκία και το ξέρει καλά ο Ερντογάν.
Η τουρκική λίρα μετά και την νέα κατρακύλα που υπέστη είναι ιδιαιτέρως ευάλωτη στις πιθανές κυρώσεις των ΗΠΑ. Αλλά προς το παρόν, η Άγκυρα δεν δείχνει σημάδια μεταμέλειας. Απεναντίας ο Ερντογάν συνεχίζει να προκαλεί την Ουάσιγκτον ότι δεν φοβάται τις αμερικανικές κυρώσεις και να μη καθυστερούν να τις επιβάλλουν.
(Ο Δήμος Βερύκιος είναι δημοσιογράφος)