Opinions

Δρ. Γεράσιμος Παπαδόπουλος: «Άπνοια» σεισμών στη χώρα – Η προετοιμασία είναι η καλύτερη άμυνα

Η χώρα δεν έζησε ούτε έναν ισχυρό σεισμό στους τελευταίους περίπου 20 μήνες. Είναι δυνατόν αυτό να συνεχιστεί για πολύ; Ασφαλώς όχι.

Έχω ήδη από το 2022 επισημάνει την παρατεταμένη έλλειψη ισχυρών σεισμών στη χώρα, δηλαδή σεισμών με μέγεθος 6 ή μεγαλύτερο. Γιατί μας ενδιαφέρουν ειδικά αυτοί οι σεισμοί; Οι λόγοι είναι προφανείς. Πρώτον, οι ισχυροί σεισμοί μας απασχολούν κυρίως από την άποψη των αρνητικών επιπτώσεων. Αυτοί είναι που μας πλήττουν συνήθως και κυρίως όταν γίνονται σε χερσαίο περιβάλλον και κοντά σε κατοικημένες περιοχές. Δεύτερον, από γεωδυναμική άποψη οι ισχυροί σεισμοί μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα γιατί αυτοί απελευθερώνουν σημαντικά ποσά ενέργειας.

Η επισήμανσή μου εξακολουθεί να ισχύει και ενισχύεται ολοένα και περισσότερο. Για να αντιληφθούμε πλήρως σε τι συνίσταται η επισήμανσή αυτή και σε ποια επιστημονικά δεδομένα βασίζεται, ας κάνουμε μια σύντομη αναδρομή στη διετία 2020-2021. Στις 2 Μαΐου του 2020 ένας πολύ ισχυρός σεισμός μεγέθους 6,6 διέρρηξε το ελληνικό τόξο, κοντά στην ελληνική υποθαλάσσια τάφρο, νότια της Ιεράπετρας Κρήτης. Λόγω του ότι η εστία βρισκόταν σε υποθαλάσσιο χώρο, σε απόσταση περίπου 60 χιλιομέτρων από το νότιο τμήμα του νησιού, ο σεισμός εκείνος πέρασε χωρίς βλάβες σε κτίρια ή άλλες αρνητικές επιπτώσεις. Αξιοπρόσεκτο υπήρξε το γεγονός ότι προκάλεσε ένα μικρό τοπικό τσουνάμι που κατεγράφη από παλιρροιογράφους στην Ιεράπετρα και την Κάσο αλλά χωρίς επιπτώσεις. Ωστόσο, αυτό το μικρό τσουνάμι λειτούργησε ως ένα προειδοποιητικό «καμπανάκι» για όσα έγιναν στη Σάμο περίπου έξη μήνες αργότερα.

Πράγματι, στις 30 Οκτωβρίου 2020, στη Σάμο έγινε ένας από τους μεγαλύτερους σεισμούς των τελευταίων ετών στη χώρα μας. Το μέγεθός του ήταν 7,0 και προκάλεσε δύο θύματα και σημαντικές βλάβες κυρίως σε παλιά κτίσματα σε πόλεις και οικισμούς της Σάμου. Τα δύο θύματα ήταν ένα ζευγάρι εφήβων που καταπλακώθηκαν από εγκαταλελειμμένο τοίχο. Το περιστατικό αυτό υπενθύμισε με δραματικό τρόπο τη συνεχή ανάγκη άρσης επικίνδυνων κτισμάτων. Στη Σάμο δεν υπήρξαν εκτεταμένες βλάβες λόγω γεωφυσικών αιτίων τα οποία, όμως, προκάλεσαν πολύ ισχυρότερο εδαφικό κραδασμό προς την πλευρά της Τουρκίας. Εκεί παρατηρήθηκαν ολικές καταρρεύσεις πολλών κτιρίων, αρκετά εκ των οποίων ήταν πολυώροφα στην περιοχή της Σμύρνης. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η Σάμος «γλύτωσε» όχι τόσο λόγω της ανθεκτικότητας των κτιρίων της, όσο από την ευνοϊκή συγκυρία των γεωφυσικών παραγόντων. Λίγο μετά το σεισμό, ένα αρκετά δυνατό τσουνάμι επέδραμε και κατέκλυσε τις παράκτιες ζώνες της βόρειας Σάμου, τόσο στο Βαθύ όσο και στο Καρλόβασι. Υπήρξαν αξιοσημείωτες βλάβες σε καταστήματα, γραφεία και πλεούμενα.

Αλλά η έντονη σεισμική δράση του 2020 συνεχίστηκε και στη διάρκεια του 2021. Αυτή τη φορά ήταν η σειρά της χερσαίας χώρας να πληγεί. Στις 3 και 4 Μαρτίου 2021 έγιναν δύο αλλεπάλληλοι σεισμοί με μέγεθος 6,3 ο πρώτος και 6,2 ο δεύτερος στην περιοχή του Τυρνάβου Θεσσαλίας. Εκτεταμένες βλάβες προκλήθηκαν σε χωριά της περιοχής, π.χ. στο Δαμάσι και αλλού. Λίγους μήνες αργότερα ο Εγκέλαδος «μετακόμισε» και πάλι στην Κρήτη. Στις 27 Σεπτεμβρίου του 2021, έγινε ο γνωστός σεισμός του Αρκαλοχωρίου μεγέθους 6,0. Αυτός ο σεισμός υπήρξε καταστροφικός γιατί η εστία του βρισκόταν στο χερσαίο χώρο της Κρήτης, πολύ κοντά σε κατοικημένες περιοχές. Σχεδόν δύο εβδομάδες αργότερα έγινε ένας ακόμη σεισμός μεγέθους 6,3 στο θαλάσσιο χώρο στα ανοιχτά της Ζάκρου. Αυτός προκάλεσε μόνο μικροβλάβες στη Σητεία λόγω του ότι η εστία του βρισκόταν σε σημαντική απόσταση από τις κατοικημένες περιοχές της ανατολικής Κρήτης.

Με το σεισμό της Ζάκρου έληξε η σεισμική έξαρση της διετίας 2020-2021, στη διάρκεια της οποίας έγιναν έξη ισχυροί σεισμοί στη χώρα με μεγέθη που κυμάνθηκαν από 6 έως 7. Αν λάβουμε υπόψη ότι κατά μέσο όρο γίνεται ένας ισχυρός σεισμός ετησίως στη χώρα μας, αντιλαμβανόμαστε ότι στη διετία 2020-2021 έγιναν τρεις φορές περισσότεροι ισχυροί σεισμοί από εκείνους (δηλαδή μόνο δύο) που αναμένουμε με βάση το μέσο όρο. Η γεωδυναμική εξήγηση αυτής της σεισμικής έξαρσης είναι δύσκολο να βρεθεί. Ωστόσο, πρέπει να κατανοήσουμε ότι τα φαινόμενα δεν είναι γραμμικά και χαρακτηρίζονται από σημαντική μεταβλητότητα τόσο στο χώρο όσο και στο χρόνο. Αλλά ο μακροχρόνιος μέσος όρος ισχύει, δηλαδή ετησίως έχουμε στην Ελλάδα έναν ισχυρό σεισμό κατά μέσο όρο. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα καιρικά φαινόμενα, τα οποία επίσης χαρακτηρίζονται από χωροχρονική μεταβλητότητα.

Γιατί από τον Οκτώβριο του 2021 μέχρι τώρα δεν έχει γίνει ούτε ένας ισχυρός σεισμός; Η λογική γεωδυναμική εξήγηση «κρύβεται» στη διετία 2020-2021, όταν με τους έξη ισχυρούς σεισμούς απελευθερώθηκε μεγάλο ποσό σεισμικής ενέργειας γενικά στη χώρα, οπότε το δυναμικό για τη γένεση και άλλων ισχυρών σεισμών μειώθηκε. Το αποτέλεσμα είναι ότι περάσαμε σε φάση σεισμικής ύφεσης. Με απλή γλώσσα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για «άπνοια». Οι σεισμοί μικρότερων μεγεθών, όπως εκείνος που έγινε πρόσφατα κοντά στην Αταλάντη με μέγεθος 4,8, δεν αναιρούν αυτές τις εκτιμήσεις γιατί το ενεργειακό τους περιεχόμενο είναι αμελητέο σε σχέση με εκείνο των ισχυρών σεισμών.

Συνεπώς, η χώρα δεν έζησε ούτε έναν ισχυρό σεισμό στους τελευταίους περίπου 20 μήνες. Είναι δυνατόν αυτό να συνεχιστεί για πολύ; Ασφαλώς όχι. Η γεωφυσική διαδικασία που παράγει τους ισχυρούς σεισμούς είναι διαρκής και μακροχρόνια και γι’ αυτό θα βρεθούμε και πάλι ενώπιον νέων ισχυρών σεισμών. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς θα συμβεί αυτό. Ούτε σε ποιες περιοχές. Ωστόσο, οι γνώσεις μας για το θέμα αυτό δεν είναι μηδενικές. Γνωρίζουμε ότι όλες οι περιοχές της χώρας δεν έχουν την ίδια συχνότητα γένεσης ισχυρών σεισμών.

Εξάλλου, τέτοιες πληροφορίες έχουν γίνει και επίσημα αποδεκτές γιατί περιέχονται στο εισαγωγικό τμήμα του αντισεισμικού κανονισμού.

Η μη ακριβής γνώση του χρόνου και του τόπου εκδήλωσης των επόμενων ισχυρών σεισμών δεν μας απαλλάσσει από την υποχρέωση της λήψης μέτρων που αποσκοπούν στη μείωση των ενδεχόμενων αρνητικών επιπτώσεων των σεισμών. Η καλύτερη αντισεισμική άμυνα επιτυγχάνεται με τη διαρκή εφαρμογή των σχεδίων (π.χ. σχέδιο Εγκέλαδος), των κανονισμών (π.χ. αντισεισμικός κανονισμός), του προσεισμικού ελέγχου των κτιρίων, και των κανόνων πρόληψης, προετοιμασίας και ενημέρωσης. Δεν πρέπει ποτέ να επαναπαυόμαστε, όσα κι’ αν έχουμε επιτύχει στους τομείς αυτούς.

(Ο Δρ. Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος είναι Σεισμολόγος, Μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, Επιστημονικός συνεργάτης της UNESCO, Συγγραφέας του βιβλίου «Στα Μονοπάτια του Εγκέλαδου», Εκδόσεις Οσελότος, Ιούνιος 2021)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Ασφαλιστικό: Σύνταξη πριν τα 60 με Βαρέα - Παραδείγματα
Άνω - κάτω με τις διαρροές για τους νέους υπουργούς η ΝΔ: Στοπ στη συζήτηση επιχειρεί να θέσει η Πειραιώς!
Chevron Right