Οι Έλληνες μετανάστες και μετανάστριες, ειδικά όσοι και όσες οδηγήθηκαν στον ξεριζωμό για την ανεύρεση εργασίας ή για σπουδές, έχουν «αφεθεί στη μοίρα τους» από την επίσημη ελληνική πολιτεία για να αντιμετωπίσουν τη σκληρή πραγματικότητα στο νέο τους τόπο, και στη Δρέσδη της Γερμανίας.
Το ελληνικό κράτος, με συγκεκριμένη ευθύνη διαδοχικά όλων των κυβερνήσεων, και της σημερινής και των προηγούμενων, αδιαφορεί επιδεικτικά για τα οξυμένα μας προβλήματα, για τη στήριξη των πολιτιστικών, επιμορφωτικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων των κοινοτήτων μας, για το σοβαρό εκπαιδευτικό πρόβλημα, με αποτέλεσμα επί πολλά χρόνια να μεγαλώνουν τα παιδιά μας χωρίς τη δυνατότητα εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας από παιδαγωγούς και επιστημονικά καταρτισμένο προσωπικό.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της αδιαφορίας διαπιστώνουμε ότι γινόμαστε αντικείμενο «ενδιαφέροντος» των κυβερνώντων σε συμπαιγνία με κατά τα άλλα «αντιπολιτευόμενες» πολιτικές δυνάμεις, όταν πρόκειται στις πλάτες μας να εξυπηρετηθούν μικροπολιτικά και ψηφοθηρικά συμφέροντα: Ενώ η εγγραφή των ελλήνων μεταναστών στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους βρίσκεται σε εξέλιξη, μεθοδεύεται να δοθεί δυνατότητα ψήφου από τον τόπο διαμονής τους σε όλους τους Έλληνες του εξωτερικού, τους λεγόμενους «απόδημους», χωρίς κανένα απολύτως κριτήριο, και μάλιστα και χωρίς τη φυσική τους παρουσία σε εκλογικό τμήμα. Ενώ με την πρώτη ματιά η άρση των κριτηρίων φαίνεται προοδευτικό μέτρο, είναι άκρως επικίνδυνο, γιατί οδηγεί στη διαμόρφωση ενός απροσδιόριστου εκλογικού σώματος, που θα συνδιαμορφώνει τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα χωρίς να υφίσταται τις συνέπειες της όποιας επιλογής του, στη βάση του δικαίου του αίματος.
Πρόκειται στην πλειοψηφία τους για αποδήμους τρίτης και τέταρτης γενιάς, που απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια από τους προγόνους τους, αλλά δεν έχουν ουσιαστική επαφή με την Ελλάδα, ενδεχομένως να μην έχουν γνώση της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, ούτε να διατηρούν πραγματικούς και ουσιαστικούς δεσμούς με τη χώρα.
Ακόμα και χώρες όπως η Γερμανία, που θεμελιώνει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική ιθαγένειας στο αναχρονιστικό δίκαιο του αίματος, θέτει κριτήρια ελάχιστης διαμονής στη χώρα για το δικαίωμα ψήφου των πάνω από 3,5 εκατομμύρια υπηκόων της που ζουν μόνιμα στο εξωτερικό.
Έχοντας επίγνωση των πραγματικών κινήτρων αυτών των μεθοδεύσεων, αλλά και των αιτιών που έφεραν τους περισσότερους από εμάς μακριά από την πατρίδα μας, πρέπει να γυρίσουμε την πλάτη σε όλες εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που ευθύνονται για την κατάσταση αυτή, που θέλουν να ξεπλύνουν τις ευθύνες τους μέσα από την «ψήφο των αποδήμων». Να διεκδικήσουμε συλλογικά και με συνέπεια λύσεις που θα διαμορφώσουν τις συνθήκες ζωής που πραγματικά αξίζουμε, εμείς και τα παιδιά μας.
Δημήτρης Αμπατιέλος, Πρόεδρος Ελληνικής Κοινότητας Δρέσδης