Την κρίσιμη αυτή στιγμή οφείλουμε, ως χώρα, να κατευθύνουμε όλες τις δυνάμεις μας στην επίτευξη του κυρίαρχου ανθρωποκεντρικού στόχου. Να ξεπεραστεί η υγειονομική κρίση με τις λιγότερες ανθρώπινες απώλειες.
Παράλληλα όμως, για μια χώρα που λειτουργεί με σοβαρότητα και με σχεδιασμό, τώρα είναι ο χρόνος για αναστοχασμό και επαναπροσδιορισμό στόχων. Ο χρόνος να προβούμε σε αναθεωρήσεις και στις αλλαγές που επιβάλλονται. Να μην επαναλάβουμε τα λάθη που οδήγησαν τη χώρα στον φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Την προηγούμενη εβδομάδα δημοσιεύτηκε μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας για την εξέλιξη της ψηφιοποίησης σε παγκόσμιο επίπεδο και την θέση της Ελλάδας σε αυτή.
Βάσει του Δείκτη Επιχειρηματικής Ψηφιοποίησης (εκτιμά την ψηφιακή ανταγωνιστικότητα του επιχειρηματικού τομέα κάθε χώρας), η Ελλάδα παρουσιάζει 37 μ.β. υστέρηση όχι μόνο έναντι της Ευρώπης αλλά και 14 μ.β. έναντι των βαλκανικών χωρών.
Κατά βάση διότι η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό πολύ μικρών επιχειρήσεων (30% των πωλήσεων, έναντι 18% στην ΕΕ). Ωστόσο, αξιοσημείωτο είναι ότι υστέρηση εμφανίζουν και οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με μόλις το 10% να έχει ολοκληρωμένο ψηφιακό σύστημα (έναντι 18% στην ΕΕ).
Αν αναβαθμίζαμε τις δύο συνιστώσες του επιχειρηματικού περιβάλλοντος που έχουμε πρόβλημα i) θεσμικό (από «αργή» δικαιοσύνη μέχρι υψηλή γραφειοκρατία) και (ii) υποδομών (κυρίως χαμηλές ταχύτητες διαδικτύου), ο ρεαλιστικός στόχος θα ήταν η σύγκλιση με την πιο ψηφιακά προηγμένη βαλκανική χώρα δηλαδή, τη Σλοβενία, η οποία βρίσκεται κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ.
Τα στοιχεία αυτά είναι απογοητευτικά για όσους, τουλάχιστον, ονειρευόμαστε μια σύγχρονη Ελλάδα.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας είχαν πολλές ευκαιρίες την τελευταία εικοσαετία να εκσυγχρονιστούν και να καινοτομήσουν αλλά αυτές επέλεξαν άλλο δρόμο. Δίστασαν, με κάποιες βέβαια εξαιρέσεις, να στραφούν στις σύγχρονες, ποιοτικές και καινοτόμες βάσεις της ανταγωνιστικότητας. Αντιθέτως έδειξαν μια μονοσήμαντη εμμονή στη συρρίκνωση των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων.
Τι πρέπει να γίνει στη χώρα;
Το πρώτο βήμα είναι να διατηρήσουμε ζωντανό τον παραγωγικό ιστό της χώρας και να επανεκκινήσουμε την οικονομία, μέσω της ενίσχυσης όλων των κλάδων που εθίγησαν και μέσω της προστασίας της απασχόλησης.
Στη συνέχεια, είναι άμεσα αναγκαίος ο σχεδιασμός ενός νέου, μακράς πνοής, σχεδίου ανασύνταξης της οικονομίας και μετασχηματισμού του παραγωγικού προτύπου, στην επίτευξη του οποίου θα πρέπει να προσανατολιστούν, συντονισμένα, όλες οι πολιτικές της χώρας (οικονομική, εκπαιδευτική κλπ.).
Στην κατεύθυνση αυτή, εξαιρετικά σημαντική για την οικονομία και για την κοινωνία είναι
- Η αποκατάσταση της προστασίας της εργασίας καθώς και η αποφυγή της ταύτισης της χαμηλής ανταγωνιστικότητας με το κόστος εργασίας (και όχι με τα πραγματικά αιτία όπως η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η πολυπλοκότητα των νόμων κλπ). Η εσφαλμένη αυτή αντίληψη οδήγησε στην αποδυνάμωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, στη μείωση των μισθών, στην αύξηση της μερικής απασχόλησης και στην απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα στην εγχώρια δαπάνη και στην οικονομική δραστηριότητα. Αντιθέτως η χώρα χρειάζεται βιώσιμες θέσεις πλήρους απασχόλησης με αξιοπρεπείς μισθούς και όχι μισθούς ένδειας.
- Η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων που είχαν υποχωρήσει λόγω των δημοσιονομικών – νεοφιλελεύθερων ιδεοληψιών, οι οποίες θα έδιναν λύση στην επενδυτική αδράνεια μέσω της αύξησης της ζήτησης και της σταθεροποίησης του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος καθώς και ώθηση στις ιδιωτικές επενδύσεις.
- Η αναβάθμιση του ρόλου του δημόσιου τομέα με στόχο την ενίσχυση των τομέων της Υγείας (είναι το μάθημα της κρίσης), της Παιδείας, της προστασίας του περιβάλλοντος και της δίκαιης αναδιανομής για τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής.
- Η αντιμετώπιση της παραγωγικής – επενδυτικής ανεπάρκειας του επιχειρηματικού τομέα. Χρειαζόμαστε όμως επενδύσεις που να ξαναχτίζουν τον παραγωγικό ιστό της χώρας πάνω σε σύγχρονες βάσεις. Είμαστε ήδη στο τρίτο κύμα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και η χώρα μας υστερεί αρκετά. Επενδύσεις που να ενισχύουν τόσο την εξωστρέφεια όσο και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων κάλυψης της εγχώριας ζήτησης με υποκατάσταση εισαγωγών σε σύγχρονα προϊόντα.
Οφείλουμε λοιπόν, ως χώρα, να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος. Να εξαντλήσουμε κάθε δυνατότητα ώστε η χώρα όχι απλώς να επιβιώσει αλλά να αξιοποιήσει το υψηλού επιπέδου ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτει καθώς και όλους τους πόρους, εθνικούς και ευρωπαικούς που είναι αναγκαίοι για τη χρηματοδότηση του νέου παραγωγικού προτύπου. Για να καταφέρει να γίνει μια σύγχρονη χώρα με μέλλον και η ανάκαμψη από το 2021 και μετά να είναι διατηρήσιμη. Σε αντίθετη περίπτωση η ύφεση και η ανεπάρκεια πόρων θα φέρουν παραπέρα υστερήσεις, ακόμη και στο εγχείρημα της ψηφιοποίησης.
Αυτό βέβαια απαιτεί πολιτική βούληση να γίνουν πράξη οι αναγκαίες βαθιές τομές. Έναν σοβαρό κοινωνικό διάλογο και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, ώστε το μέρισμα να κατανεμηθεί δίκαια. Σοβαρή και ενισχυμένη παρουσία και παρέμβαση των συνδικάτων καθώς και όλων των προοδευτικών συλλογικοτήτων.
Έτσι θα χτίσουμε ένα καλύτερο αύριο για όλους τους πολίτες της χώρας μας.
O Γιάννης Πούπκος είναι Οικονομολόγος, πρ. Αντιπρόεδρος της Νεολαίας των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων
* To παρόν άρθρο εκφράζει προσωπικές απόψεις του γράφοντος.