Opinions

Κώστας Καρβουναρίδης: Αποχαιρετώντας έναν μεγάλο

Ο Αρντίλες, ο Ιριμπάρ, ο Γόδας, ο Μουράτης, ο Οικονομόπουλος έμειναν σύμβολα για τις ομάδες τους και απολαμβάνουν αποδοχή, όχι μόνο των οπαδών της ομάδας τους, αλλά και όλων όσων αγαπούν το ποδόσφαιρο.

Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή… Στις 12 Μαΐου 1965, η ΑΕΚ υποδέχεται τη Ρεάλ Μαδρίτης, που τότε είχε ήδη κατακτήσει πέντε φορές το Κύπελλο Πρωταθλητριών, σε φιλικό αγώνα στη Νέα Φιλαδέλφεια. Ο αγώνας λήγει 3-3. Ο Παπαϊωάννου πετυχαίνει δύο γκολ και οι Ισπανοί ζητάνε από την ΑΕΚ να τους παραχωρήσει τον παίκτη, προσφέροντας το μυθικό, για την εποχή, ποσό των 4 εκ. δραχμών. Οι διοικούντες την Ομάδα αρνούνται, λέγοντας ότι δε θα τολμούσαν να κυκλοφορήσουν στο δρόμο… Αναρωτιέται κανείς, αν η διοίκηση μίας σημερινής ομάδας, μπορεί να ντρέπεται κάθε φορά που (ξε)πουλάει τον καλύτερό παίκτη της, σε μία άλλη… Η απάντηση είναι: μάλλον, όχι.

Μία άλλη πραγματική ιστορία, που αφορά τον Παπαϊωάννου είναι όταν σε έναν αγώνα με τον Ηρακλή, στο «Καυταντζόγλειο», πέτυχε ένα αντικανονικό γκολ. Όταν ο διαιτητής, που δεν το είχε αντιληφθεί ρώτησε τους παίκτες, ο ίδιος ο Μίμης του είπε ότι το γκολ δεν έπρεπε να μετρήσει. «Ποιος είδε τον Νεστορίδη και δεν τον φοβήθηκε», λέει ο ίδιος. Και όμως, στις μέρες μας, όπου τίποτα δεν ξεφεύγει από τον τηλεοπτικό φακό και το… VAR o Κριστιάνο Ρονάλντο, στο πρόσφατο Μουντιάλ, προσπαθούσε να μας πείσει ότι είχε βάλει γκολ, ενώ δεν είχε ακουμπήσει καν την μπάλα!

Όταν το 1978, ο Δομάζος πήγε από τον Παναθηναϊκό στην ΑΕΚ, τον υποδέχθηκε, ως αρχηγός, ο Μίμης Παπαϊωάννου και του είπε: «Από εδώ και μπρος, η φανέλα με τον αριθμό 10, θα είναι δική σου». Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο Παπαϊωάννου ήταν ήδη «Μύθος». Είχε συμπληρώσει δεκαέξι χρόνια θητείας στην ΑΕΚ, είχε πετύχει 289 γκολ και είχε φορέσει τη φανέλα της ομάδας 327 φορές. Την είχε οδηγήσει στους «4» του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ. Άραγε, ο Κριστιάνο Ρονάλντο, να παραχωρήσει τη φανέλα με το νούμερο 7, σε έναν άλλο ποδοσφαιριστή, αναγνωρίζοντας την αξία του; Προφανώς, όχι, καθώς εκτός από τους προσωπικούς εγωισμούς, παρεμβάλλονται και τα εμπορικά δικαιώματα, που συνδέουν τη φανέλα, τον αριθμό και το όνομα του ποδοσφαιριστή.

Η αναγνώριση της αξίας του αντιπάλου

Φυσικά, με αυτή τη χειρονομία ο Παπαϊωάννου αναγνώρισε την αξία του, μέχρι τότε, μεγάλου αντιπάλου του.

Το ίδιο είχε κάνει και ο Τάκης Οικονομόπουλος, στον τελικό του Γουέμπλεϊ, το 1971.Στον αγώνα εκείνο, ο τερματοφύλακας του Παναθηναϊκού, άλλος ένας ποδοσφαιριστής που διακρίθηκε για τις επιδόσεις αλλά και το ήθος του, δε φορούσε φανέλα με το τριφύλλι στο στήθος, αλλά τη φανέλα που του είχε χαρίσει, μετά το τέλος ενός ματς, μεταξύ της Ελλάδας και της Ισπανίας, ο μυθικός Ιριμπάρ. Ο Οικονομόπουλος φόρεσε τη φανέλα αυτή, για σεβασμό στην ποδοσφαιρική αξία του συμπαίκτη του. Υπήρχε περίπτωση, στις μέρες μας, ένας ποδοσφαιριστής, να φορέσει, από σεβασμό τη φανέλα ενός άλλου ποδοσφαιριστή, με διαφορετικό έμβλημα στο στήθος και, (κυρίως) με διαφορετικό χορηγό;

Ο Χοσέ Άνχελ Ιριμπάρ υπερασπίστηκε επί δεκαοκτώ χρόνια (1962-1980) την εστία της Ατλέτικ Μπιλμπάο. Θεωρείται ο καλύτερος τερματοφύλακας της δεκαετίας του 1960, μετά τον Λεβ Γιάσιν. Οι επιτυχίες της Ατλέτικ, της «Εθνική Ομάδα των Βάσκων», ήταν κάτι παραπάνω από ένα αθλητικό γεγονός. Στον τελικό του Κυπέλλου Ισπανίας, το 1969 όπου κέρδισε οι Βάσκοι κατέκτησαν το Κύπελλο, ο δικτάτορας Φράνκο υποχρεώθηκε να απονείμει το Κύπελλο στον αρχηγό Ιριμπάρ. Και εκείνος, αντί για «ευχαριστώ», του είπε: «Το ξέρω ότι δε σου αρέσει, αλλά του χρόνου θα είμαι πάλι εδώ για να μου το ξαναδώσεις». Ο Ιριμπάρ τήρησε την υπόσχεσή του, με μικρή καθυστέρηση. Η Μπιλμπάο κατέκτησε και πάλι το Κύπελλο το 1973.

Σε μία άλλη διάσταση…

Περνώντας σε ένα άλλο επίπεδο προσωπικής προσφοράς, που σχετίζεται με το ποδόσφαιρο. Ανάμεσα στους μαχητές του ΕΛΑΣ που, τον Οκτώβριο του 1944 υπερασπίστηκαν την Ηλεκτρική, στο Κερατσίνι, ήταν ο ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, Λοχαγός του ΕΛΑΣ και μέλος του ΚΚΕ Νίκος Γόδας. Ο Γόδας γεννήθηκε το 1921 στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, φόρεσε πρώτα τη φανέλα του Άρη Πειραιά και πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό, το 1942. Επειδή ήταν Κομμουνιστής, παρόλο που είχε πολεμήσει κατά των κατακτητών, εκτελέστηκε στην Κέρκυρα το 1948. Απέδωσε στην ομάδα του, την ύψιστη τιμή: ζήτησε να εκτελεστεί φορώντας τη φανέλα της.

Ένας άλλος ΕΛΑΣίτης, που, μαζί με τον Γόδα είχε υπερασπιστεί την Ηλεκτρική, ήταν ο θρυλικός Ανδρέας Μουράτης. Όταν, το 1948, μεταγράφηκε από την Προοδευτική στον Ολυμπιακό, δεν απαίτησε χρηματικά ανταλλάγματα. Το μόνο που ζήτησε ήταν να καταστραφεί ο φάκελός του. Το 1953, στο πλαίσιο του Κυπέλλου Ανατολικής Μεσογείου, η Εθνική Ελλάδας κερδίζει την Τουρκία με 3-1. Η Βασίλισσα Φρειδερίκη επισκέπτεται το ξενοδοχείο όπου διέμεναν οι ποδοσφαιριστές, για να τους συγχαρεί. Ο Μουράτης, ανταποδίδοντας τις φιλοφρονήσεις, της απαντάει: «Εμείς κυρά μου, έτσι ξηγιόμαστε πάντα. Για την πατρίδα τα δίνουμε όλα». Είναι γνωστό, παρ’ όλ’ αυτά, ότι παρά την προσφορά του στην ομάδα του, την Εθνική Ομάδα και τον Ολυμπιακό, βρέθηκαν άνθρωποι στην Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, που τιμώρησαν τον Μουράτη και τον απέκλεισαν από την Εθνική Ομάδα. Ο Θρύλος του παραμένει άσβεστος, σε όσους αγαπούν τον Ολυμπιακό, αλλά και σε όσους λατρεύουν το ποδόσφαιρο.

Άραγε, υπάρχουν τέτοιες προσωπικότητες, σήμερα; Όλοι θυμόμαστε την απονομή στο πρόσφατο Μουντιάλ, όπου ο Μέσι, αποδέχθηκε αδιαμαρτύρητα να φορέσει, πάνω από τη φανέλα της Εθνικής Ομάδας της χώρας του,το τοπικό ένδυμα του Κατάρ, που του επέβαλε ο ντόπιος Εμίρης…. Πόσο πιθανό θα ήταν, ο Γόδας, ο Μουράτης ή ο Ιριμπάρ, να δεχθούν κάτι τέτοιο;

Ο τεράστιος «Όζι»

Την Άνοιξη του 1982 ο στρατηγός Λεοπόλντο Γκαλτιέρι, επικεφαλής της παραπαίουσας, πλέον δικτατορίας της Αργεντινής, στέλνει στα υπό βρετανική κατοχή νησιά Φόκλαντ (για τους Αργεντινούς: «Μαλβίνες»), σαράντα ναυτικούς, οι οποίοι τοποθετούν μία Αργεντινική σημαία και διατάσσει τη στρατιωτική εισβολή στο αρχιπέλαγος. Η Μεγάλη Βρετανία απαντά άμεσα. Την ίδια περίοδο, στις 2 Απριλίου, η Τότεναμ προετοιμάζεται για τον ημιτελικό του Κυπέλλου Αγγλίας, εναντίον της Λέστερ. Κορυφαίος ποδοσφαιριστής των «Πετεινών» και αγαπημένος παίκτης της κερκίδας είναι ο μοναδικός Οσβάλντο Αρντίλες.

Σε εκείνο τον αγώνα, όπου ο Αρντίλες ήταν καθοριστικός, για τη νίκη της ομάδας του, οι φίλαθλοι της δικής του ομάδας, που μέχρι πριν λίγες ημέρες τον αποθέωναν, κάθε φορά που άγγιζε την μπάλα, τον αποδοκίμαζαν οικτρά, λόγω της εμπόλεμης κατάστασης. Φωτεινή εξαίρεση, ένας πιτσιρίκος, που κρατούσε ένα χαρτόνι που έλεγε: «Αργεντινή, μπορείς να κρατήσεις τις Μαλβίνες, εάν μας αφήσεις τον Όζι». Η Τότεναμ, κέρδισε με 2-0 και προκρίθηκε στον τελικό. Ο Αρντίλες, όμως αρνήθηκε να παίξει: «Η χώρα όπου γεννήθηκα είναι σε πόλεμο με τη χώρα που με υιοθέτησε. Είναι σαν να βρίσκομαι σε πόλεμο με τον αδερφό μου», δήλωσε. Ποιος ποδοσφαιριστής, στις μέρες μας, θα έσπαγε το συμβόλαιό του και θα αρνιόταν να παίξει στον τελικό μίας μεγάλης διοργάνωσης, επικαλούμενος λόγους συνείδησης και ηθικής τάξης;

Μικρές Ιστορίες μίας άλλης εποχής

Το φευγιό του Μεγάλου Μίμη Παπαϊωάννου έφερε στο μυαλό ιστορίες, που, προφανώς, μεταξύ τους, έχουν διαφορετικό ψυχολογικό, αξιακό και ηθικό φορτίο. Είναι άλλο να φοράς τη φανέλα του παίκτη που αναγνωρίζεις ως μεγάλο, άλλο να παραδέχεσαι ότι πέτυχες ένα αντικανονικό γκολ και άλλο να εκτελείσαι, με τη φανέλα της ομάδας σου. Δεν τίθεται όμως, θέμα σύγκρισης. Καθένας από τους παραπάνω παίκτες έζησαν σε ξεχωριστές εποχές και βρέθηκαν μπροστά σε ξεχωριστές συγκυρίες. Είναι, παρόλ’ αυτά βέβαιο ότι καθεμία από τις παραπάνω ιστορίες, σήμερα, θα ήταν αδιανόητες.

«Άλλες εποχές», θα πει κάποιος. Και η απάντηση που εύκολα και εύλογα μπορεί να δοθεί είναι, ότι για να καταφέρει κάποιος να παραμείνει διαχρονικά επίκαιρος και σημαντικός, δεν αρκεί να πετυχαίνει πολλά και ωραία γκολ. Χρειάζεται να υπερβεί τα όρια της εποχής του, με την αξία του, το ταλέντο του, τη δουλειά του, αλλά και με το ήθος του. Ο Αρντίλες, ο Ιριμπάρ, ο Γόδας, ο Μουράτης, ο Οικονομόπουλος έμειναν σύμβολα για τις ομάδες τους και απολαμβάνουν αποδοχή, όχι μόνο των οπαδών της ομάδας τους, αλλά και όλων όσων αγαπούν το ποδόσφαιρο. Ο Μέσι και ο Κριστιάνο Ρονάλντο θα περάσουν στην Ιστορία, απλά, ως δύο πολύ μεγάλοι ποδοσφαιριστές. «Σημαίες» των ομάδων τους δε θα γίνουν ποτέ.

Δεν παραγνωρίζει κανείς, ότι σήμερα το ποδόσφαιρο έχει εμπορευματοποιηθεί ακραία και, επομένως, οι επαγγελματικές δεσμεύσεις είναι πολύ περισσότερες. Από την άλλη μεριά, δεν μπορεί να παραγνωρισθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις εκείνες τις εποχές, οι αθλητές βρέθηκαν αντιμέτωποι με την πείνα ή ακόμα και με τη φυσική εξόντωση. Εξάλλου, ακόμα και όταν το ποδόσφαιρο πέρασε στην καθαρά εμπορευματοποιημένη εποχή, κάποιοι κατάφεραν να γίνουν σημαίες και να ξεχωρίσουν. Ο Μαραντόνα ή ο Καντονά είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Η πιο μεγάλη σημαία της ΑΕΚ

Την Τετάρτη 15 Μαρτίου 2023, πέθανε ο Μίμης Παπαϊωάννου. Την Παρασκευή 17 Μαρτίου, η οικογένεια της ΑΕΚ, αλλά και ολόκληρο το ελληνικό ποδόσφαιρο, τον αποχαιρέτησε, όπως του άξιζε,υπό τους ήχους του ύμνου της ομάδας, που ο ίδιος τραγούδησε. Ήταν εκεί όλες οι γενιές. Η γενιά του Νεστορίδη, του Μίμη, του Μαύρου, αλλά και οι νεώτεροι. Ακόμα, και γονείς με παιδιά του Δημοτικού, ήρθαν να αποχαιρετήσουν αυτόν που συμβολίζει την ιστορική συνέχεια, αυτού του μεγάλου σωματείου.

Όταν, η ΑΕΚ ζήτησε τον Παπαϊωάννου από τη Βέροια, εκείνος δίσταζε να κατέβει στην Αθήνα. Ο Πρόεδρος της τότε ομάδας του, του είπε: «Αν είναι να πνιγείς, να πνιγείς σε μεγάλο ποτάμι». Έτσι, τον έπεισε.

Και ο τεράστιος Μίμης, όχι μόνο δεν πνίγηκε, αλλά έκανε το ποτάμι ακόμα πιο μεγάλο. Όχι, μόνο, για τα πέντε Πρωταθλήματα και τα δύο Κύπελλα, που πήρε. Όχι, μόνο, για τα 234 γκολ και τις 480 συμμετοχές. Όχι μόνο γιατί, για την εποχή του, ήταν μοναδικός αθλητής, με ικανότητα να πηδά ψηλότερα από όλους και να στέκεται στον αέρα… Αλλά, κυρίως, γιατί, με την παρουσία του εν γένει, κατάφερε να συγκαταλεχθεί ανάμεσα σε εκείνους, τους ελάχιστους, που υπερέβησαν τα όρια της εποχής τους και να γίνουν κάτι παραπάνω από καλοί παίκτες. Να γίνουν αυτό που λέμε «Σημαίες».

Γι’ αυτό, για την ΑΕΚ, ο Παπαϊωάννου θα είναι, μαζί με τον Στέλιο Σεραφείδη, τον Κώστα Νεστορίδη και τον Θωμά Μαύρο ένας από τους τέσσερις πυλώνες του γηπέδου της. Μία από τις Σημαίες της. Και αν προχθές οι σημαίες, στη Νέα Φιλαδέλφεια ήταν μεσίστιες, αυτή η Σημαία, ο Μίμης Παπαϊωάννου, θα είναι η πιο μεγάλη και θα ανεμίζει για πάντα στον πιο ψηλό ιστό.

(Ο Κώστας Καρβουναρίδης είναι Δικηγόρος – Μάστερ Αθλητικού Δικαίου και Μάνατζμεντ Διεθνές Κέντρο Αθλητικών Σπουδών CIES – FIFA)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Ακολουθήστε το iEidiseis.gr στο Google News
Chevron Left
Το φλερτ Τουρκίας - Αιγύπτου και η «προίκα» των 25 δισ. από τους Αραβες
«Τελειώνει» ο Οικονόμου στο Προστασίας του Πολίτη
Chevron Right