Η Γαλλία έχει μια πανίσχυρη και συγκεντρωτική εκτελεστική εξουσία με βάση το Σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας που υιοθετήθηκε το 1958 μετά την επιστροφή του Ντε Γκολ στην εξουσία.
Ο Μιτεράν έσπευσε τότε να χαρακτηρίσει τους νέους θεσμούς ως «Διαρκές Πραξικόπημα» όταν ανέλαβε όμως την εξουσία το 1981 ενίσχυσε τον συγκεντρωτικό και προσωποπαγή της χαρακτήρα.
Σήμερα η κοινωνική και πολιτική κρίση έχει κορυφωθεί στην Γαλλία καθώς για δεύτερη φορά μέσα σε πέντε χρόνια έχουμε μονομαχία στο δεύτερο γύρο ανάμεσα στον Μακρόν και στην Λεπέν.
Στην οξύτητα της κρίσης συνέβαλλε σε σημαντικό βαθμό η σύντμηση το 2000 της προεδρικής θητείας από επτά σε πέντε χρόνια ώστε να συμπίπτει με την πενταετή θητεία της Βουλής.
Επιπλέον, από το 2002 καθιερώθηκε να προηγούνται οι Προεδρικές Εκλογές των Βουλευτικών με αποτέλεσμα εδώ και δύο δεκαετίες να μην υπάρξει συγκατοίκηση του Προέδρου με κυβέρνηση που να στηρίζεται σε διαφορετική από τον αρχηγό του κράτους κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Σε συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης κοινωνικής συνοχής και πολιτικής σταθερότητας η παντοδυναμία της Εκτελεστικής και πιο συγκεκριμένα της Προεδρίας βοηθά στη σταθερή διαχείριση της εξουσίας.
Αντίθετα, σε συνθήκες διαρκώς διογκούμενης κρίσης και κοινωνικής δυσαρέσκειας η μη δυνατότητα αμφισβήτησης της κυβέρνησης είτε με πρόταση μομφής, είτε με την προκήρυξη πρόωρων εκλογών από τον Πρόεδρο έχει ως αποτέλεσμα την εκρηκτική συσσώρευση άλυτων προβλημάτων και συμπιεσμένης οργής επί μια πενταετία.
Σαν να μην αρκούσαν τα παραπάνω η κυβέρνηση μπορεί με βάση σχετικό άρθρο του Συντάγματος να περάσει από την Βουλή νομοσχέδιο χωρίς ψηφοφορία και συζήτηση εάν εντός τριών ημερών δεν κατατεθεί και δεν εγκριθεί πρόταση μομφής.
Πρόκειται για έναν μόνιμο εκβιασμό των Βουλευτών της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας ή να πάρουν την ευθύνη να ανατρέψουν την κυβέρνηση ή να εγκρίνουν αυτόματα όλες τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης.
Χωρίς την εξισορρόπηση του Προέδρου από το Κογκρέσο που υπάρχει στις ΗΠΑ, χωρίς τις ασφαλιστικές δικλείδες του καθαρού κοινοβουλευτισμού που υπάρχει στην Βρετανία οι θεσμοί της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας και η ερμηνεία τους έως παρερμηνεία τους καθιστούν τον εκάστοτε ένοικο του Μεγάρου των Ηλύσιων επί της ουσίας εκλεγμένο Μονάρχη.
Όλα μαζί τα παραπάνω αθροιστικά έχουν σαν συνέπεια από το 2007 μέχρι και σήμερα κανείς Πρόεδρος να μην εκλεγεί για δεύτερη πενταετία.
Ο Σαρκοζί την διεκδίκησε το 2012 αλλά ηττήθηκε ενώ ο διαδοχής του Ολάντ δεν τόλμησε στις αρχές του 2017 ούτε καν να διεκδικήσει το χρίσμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Η πολιτική σταθερότητα και ακαμψία της εκτελεστικής εξουσίας που προβλέπει το Σύνταγμα του 1958 έχει ως προϋπόθεση και ως πολιτικό προαπαιτούμενο την άνετη πλειοψηφική στήριξη της εκλογικής βάσης του κόμματος του Προέδρου.
Η ολοένα και πιο διογκούμενη ταύτιση της σταθερότητας που επιβάλλουν οι θεσμοί με την στασιμότητα και την ακινησία είναι δίχως αμφιβολία μια από τις σημαντικότερες συνιστώσες της γενικευμένης απαξίωσης του Γαλλικού Πολιτικού Συστήματος από τους ψηφοφόρους.
(Ο Γιώργος Καπόπουλος είναι δημοσιογράφος-διεθνολόγος)